Της Γιώτας Επαμεινώνδα
Μέλος Κ.Σ. ΕΔΟΝ
Μέλος Επ. Γραμματείας ΕΔΟΝ Πάφου
Για μια ακόμη χρονιά τιμούμε τους ηρωομάρτυρες της ελληνοτουρκικής φιλίας Ντερβίς Αλί Καβάζογλου και Κώστα Μισιαούλη που με τη θυσία τους έγιναν σύμβολα του κοινού αγώνα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων για ειρηνική συμβίωση. Πενήντα χρόνια μετά τη στυγερή δολοφονία των δύο Κύπριων πατριωτών, στις 11 Απριλίου 1965, από την εθνικιστική τουρκοκυπριακή τρομοκρατική οργάνωση της ΤΜΤ, τα μηνύματα της θυσίας αυτής παραμένουν ακόμη ζωντανά.
Ο εθνικισμός – σοβινισμός υπήρξε πάντοτε ο κακός δαίμονας της Κύπρου και ο καλύτερος σύμμαχος των ιμπεριαλιστών στα άνομα σχέδια τους. Το φασιστικό πραξικόπημα της Χούντας και της ΕΟΚΑ Β’ μαζί με τη βάρβαρη Τουρκική εισβολή που ακολούθησε, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Τέσσερις και πλέον δεκαετίες από το δίδυμο έγκλημα που συντελέστηκε εις βάρος της Κύπρου και του Λαού της, οι εθνικιστικές σαν αμετανόητοι νοσταλγοί του παρελθόντος επιμένουν να πολεμούν λυσσαλέα κάθε προσπάθεια καλλιέργειας κουλτούρας ειρηνικής συμβίωσης μεταξύ των δύο κοινοτήτων, κάθε δραστηριότητα επαναπροσέγγισης, ενώ εμφανίζονται και ως οι μεγαλύτεροι πολέμιοι της λύσης του Κυπριακού. Φορώντας τον εθνικιστικό τους μανδύα αντιπαλεύουν τη μορφή λύσης του Κυπριακού, στα πλαίσια της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, αδιαφορώντας για τις ολέθριες συνέπειες της στάσης τους εις βάρος της Κύπρου και του Λαού της.
Η επαναπροσέγγιση για τους κύκλους αυτούς είναι κάποιες εκδηλώσεις του ΑΚΕΛ χωρίς νόημα και ουσία. Λησμονούν από ότι φαίνεται ότι το Κυπριακό αποτελεί διεθνές πρόβλημα εισβολής, κατοχής, παράνομου εποικισμού, εθνικού ξεκαθαρίσματος και ξένων επεμβάσεων. Ταυτόχρονα το Κυπριακό έχει την εσωτερική του πτυχή που σχετίζεται με τις σχέσεις των δύο κοινοτήτων, οι οποίες έχουν εκτραχυνθεί ιδιαίτερα μετά τα τραγικά γεγονότα του ’74. Στα πλαίσια αυτά, η πολιτική της επαναπροσέγγισης και η καλλιέργεια κουλτούρας ειρηνικής συμβίωσης είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για εξομάλυνση των σχέσεων των δύο κοινοτήτων, για την εξεύρεση λύσης και για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας της, όταν και εφόσον αυτή συμφωνηθεί. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, μια ενδεχόμενη παραγνώριση είτε της διεθνούς πτυχής είτε της εσωτερικής πτυχής του Κυπριακού θα ήταν καταστροφική. Η επαναπροσέγγιση είναι επίσης, πολιτική διαδικασία που δεν μπορεί να έχει σαν αφετηρία της την «κοσμοπολίτικη αντίληψη» που παραγνωρίζει τα υπαρκτά προβλήματα, τα οποία δημιούργησαν τα δεδομένα του διαχωρισμού. Συνεπώς, η Επαναπροσέγγιση για εμάς δεν περιορίζεται μόνο στη διοργάνωση κάποιων εκδηλώσεων, αλλά αποτελεί μια ακόμη ένδειξη της επιμονής μας για λύση του Κυπριακού, μακριά από ξένες επεμβάσεις και κατοχικά στρατεύματα.
Πρέπει επιτέλους να αντιληφθούμε ότι, η μη λύση του κυπριακού προβλήματος δεν είναι λύση. Μια τέτοια εξέλιξη σημαίνει αυτόματα τη διχοτόμηση της πατρίδας μας με όλες τις αρνητικές συνέπειες για το σύνολο του κυπριακού λαού, αφού το μέλλον μας θα υποθηκευτεί στα πρόσκαιρα και αλλότρια συμφέροντα των ξένων και της κατοχικής Τουρκίας.
Εν κατακλείδι, επιβάλλεται η θετική ανταπόκριση στις νέες συνθήκες και επιμονή στον αγώνα μας με στόχο την επίτευξη μια βιώσιμης και λειτουργικής λύσης που να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του λαού μας για μια Κύπρο ελεύθερη, επανενωμένη, αποστρατιωτικοποιημένη, ομοσπονδιακή.
Οι κοινοί αγώνες που σημάδεψαν και άλλαξαν την ιστορία αυτού του τόπου, οι νεκροί μας που θυσιάστηκαν για να μείνει ενωμένος τούτος ο λαός, οι μνήμες από τις ίδιες γειτονιές και η φιλία των ανθρώπων που ζούσαν μαζί δεν σβήνονται και δεν ξεγράφονται με μια μονοκονδυλιά, όπως πολλοί θα ήθελαν.
Και αν οι νεοφανείς επαναπροσεγγιστές της δεξιάς και ακροδεξιάς είναι όντως ειλικρινείς θα πρέπει να αποφασίσουν μια και καλή να στείλουν τα ιδεολογήματα και τα συνθήματα του παρελθόντος στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας, και να μας ακολουθήσουν στον αγώνα για μια λύση που θα μας απαλάσσει από την τουρκική κατοχή και την διαίρεση.