Του Ηλίας Δημητρίου
Μέλος Κ.Σ. ΕΔΟΝ
Υπεύθυνος Γρ. Επαναπροσέγγισης Κ.Σ. ΕΔΟΝ
Με σειρά τριών συζητήσεων σε Λευκωσία, Λάρνακα και Λεμεσό με τίτλο «Το ζήτημα των αγνοουμένων – Κοινός πόνος Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων», η ΕΔΟΝ αναδεικνύει το ζήτημα των αγνοουμένων στο φετινό Δεκαήμερο Επαναπροσέγγισης. Κύρια ομιλήτρια στις συζητήσεις η Τ/κ ερευνήτρια – δημοσιογράφος και ακτιβίστρια Σεβγκιούλ Ουλουντάγκ, η οποία βραβεύτηκε φέτος με το βραβείο «Ευρωπαίου Πολίτη» του Ευρωκοινοβουλίου μαζί με τον ποιητή Μιχάλη Χριστοφίδη. Μαζί της Ε/κ και Τ/κ συγγενείς αγνοουμένων καταθέτουν σκέψεις, προβληματισμούς εμπειρίες, ενώ στέλλουν και τα δικά τους μηνύματα για το μέλλον του τόπου. Έχουν ήδη πραγματοποιηθεί με επιτυχία οι δύο συζητήσεις σε Λευκωσία και Λάρνακα, ενώ η συζήτηση στη Λεμεσό θα πραγματοποιηθεί στις 23 Απριλίου και ώρα 7:30 μ.μ. στον Πολιτιστικό Όμιλο «Το Στέκι» (Μεγάλου Αλεξάνδρου 7, Λεμεσός).
Αποτελεί γεγονός πως το θέμα των αγνοουμένων της Κύπρου προσεγγιζόταν διαχρονικά μονοδιάστατα από τις άρχουσες τάξεις και την επίσημη παιδεία της κάθε κοινότητας, ε/κ και τ/κ, οι οποίες αναπαρήγαγαν και διοχέτευαν την κυρίαρχη ιδεολογία και τις δικές τους αξίες και πεποιθήσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχει μια στερεότυπη και επιφανειακή αντίληψη επί του θέματος στη συλλογική μνήμη της κάθε κοινότητας και ιδιαίτερα των νέων γενιών. Οι μεν Ελληνοκύπριοι τείνουν να πιστεύουν ότι αγνοούμενοι υπάρχουν κυρίως στις τάξεις της δικής τους κοινότητας ως θύματα του τουρκικού στρατού το 1974. Οι δε Τουρκοκύπριοι τείνουν να θεωρούν πως οι ίδιοι υπήρξαν τα βασικά θύματα των Ελληνοκυπρίων κατά τις συγκρούσεις του 1963 και μετέπειτα κατά τη δράση της ΕΟΚΑ Β' το 1974.
Βέβαια, η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη και αν οι πτυχές της δεν διαλευκανθούν πλήρως, δεν μπορούμε να πάρουμε τη σωστή ιστορική κληρονομιά που θα οδηγήσει στην επούλωση των πληγών του παρελθόντος και τη μελλοντική συνύπαρξη και συνεργασία των δύο κοινοτήτων. Κι αυτό, διότι στις ιστορίες των θηριωδιών που διαπράχθηκαν σ' αυτό τον τόπο η ρίζα είναι μία –και αυτή ονομάζεται εθνικισμός-σωβινισμός στο ευρύτερο πλαίσιο των ευρύτερων ιμπεριαλιστικών σχεδίων για την Κύπρο.
Βέβαια, το θέμα των αγνοουμένων είναι πρώτιστα ανθρωπιστικό -και έπειτα πολιτικό- και έτσι πρέπει να προσεγγίζεται. Διότι ο πόνος της μάνας, η οποία χάνει τα παιδιά της, τα οποία έχασαν όλη την οικογένειά τους δεν προσμετρείται σε άρθρα του διεθνούς δικαίου και του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Ο πόνος δεν προσμετρείται στο εάν τον προκάλεσε εισβολή ξένου κράτους, προσωπικές διαφορές ή σοβινιστικές θηριωδίες. Ο πόνος είναι πόνος και αυτός πρέπει να επουλωθεί με ταυτοποίηση των οστών του κάθε αγνοουμένου και να δοθούν συγκεκριμένες απαντήσεις στους συγγενείς τους για το ιστορικό-πολιτικό πλαίσιο στο οποίο χάθηκε ο καθένας.
Η παρουσίαση του έργου της Σεβγκιούλ Ουλουντάγκ, καθώς και οι μαρτυρίες Ε/κ και Τ/κ συγγενών αγνοουμένων αναδεικνύουν τόσο το απάνθρωπο κομμάτι της Ιστορίας, όσο και τη σύνθετη πραγματικότητα. Διότι αγνοούμενοι προέκυψαν από Τούρκους στρατιώτες, οι οποίοι σκότωσαν Ελληνοκύπριους, από ελληνοκυπριακές παραστρατιωτικές ομάδες, οι οποίες σκότωσαν Τουρκοκύπριους, από δολοφονίες σε τοπικό και μη οργανωμένο επίπεδο, δολοφονίες με στόχο όπως ληστεία και προσωπική αντεκδίκηση, κ.ο.κ. Από την άλλη, υπάρχουν και ιστορίες Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι υπήρξαν θύματα από παράγοντες της δικής τους κοινότητας, λόγω των πολιτικών τους πεποιθήσεων κ.λπ. Βέβαια, μια πραγματικότητα που θα πρέπει να αναδειχθεί περαιτέρω είναι και οι ιστορίες Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι έσωσαν ζωές ατόμων της άλλης κοινότητας, τις οποίες δεν αναφέρουν τα σχολικά βιβλία ένθεν και ένθεν της πράσινης γραμμής.
Αυτές οι συζητήσεις αποδεικνύονται μια σημαντική βιωματική εμπειρία για συγγενείς αγνοουμένων, οι οποίοι καταθέτουν και οι ίδιοι τις δικές τους μαρτυρίες. Σε κάποιες δε περιπτώσεις, άτομα τα οποία για δεκαετίες για διάφορους προσωπικούς λόγους δεν μιλούσαν δημόσια γι’ αυτά τα θέματα, είχαν την ευκαιρία να σπάσουν τη σιωπή τους. Τέλος, αυτός ο διάλογος είναι ιδιαίτερα χρήσιμος για τις νέες γενιές, τους μελλοντικούς θεματοφύλακες της αδιάλειπτης και ειρηνικής συνέχειας της ενωμένης πια πατρίδας μας. Οι νέοι έχουν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή μ' αυτά τα θέματα και να γίνουν συμμέτοχοι σε μια συζήτηση, στην οποία αναδεικνύονται διάφορες, λιγότερο γνωστές ή άγνωστες, πτυχές της Ιστορίας και του μέλλοντος της Κύπρου.