Στις 8 Δεκεμβρίου 2022 ολοκληρώθηκε η τριήμερη συζήτηση του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2023, με την ψήφισή του από την πλειοψηφία των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων. Το ΑΚΕΛ, έπειτα από ομόφωνη απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής στις 30 Νοεμβρίου, καταψήφισε τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το 2023, καταδεικνύοντας την απουσία οράματος και κοινωνικής ενσυναίσθησης που διακατέχουν τις πολιτικές της δεκαετούς διακυβέρνησης του ΔΗΣΥ.
Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, ο προϋπολογισμός αποτελεί τον καθρέφτη μιας διακυβέρνησης. Αντανακλά την αντίληψη και τον σχεδιασμό της για το παρόν και το μέλλον της χώρας. Ο προϋπολογισμός μπορεί να χαρακτηριστεί ως ο «οδηγός» μιας διακυβέρνησης και συγκροτείται γύρω από τρεις άξονες: πως -και κατά πόσον- αντιλαμβάνεται τις κοινωνικές πραγματικότητες της χώρας, το σημείο στο οποίο θέλει να φτάσει το επίπεδο ζωής των πολιτών και η οικονομία του τόπου στο κλείσιμο του έτους και τέλος, με ποιες ενέργειες θα υλοποιήσει αυτό το πλάνο.
Λαμβάνοντας αυτά υπόψη και με δεδομένες τις προθέσεις μιας διακυβέρνησης, η οποία για μια δεκαετία δεν «κουράστηκε» να επιβεβαιώνει τον στυγνό και νεοφιλελεύθερο χαρακτήρα του μοντέλου που ακολουθεί, κανείς δεν μπορούσε να διατηρεί αυταπάτες ότι ο προϋπολογισμός του 2023, θα κινείτο μακριά από μια οικονομιστική και διαχειριστική αντίληψη.
Ο δέκατος -και αισίως ο τελευταίος- προϋπολογισμός της συναγερμικής διακυβέρνησης, συνεχίζει στο ίδιο μήκος με αυτούς των προηγούμενων ετών. Ενώ βρισκόμαστε εν μέσω ενεργειακής κρίσης και ενός οξυμένου τσουνάμι ακρίβειας και αντιμετωπίζουμε ακόμη τις συνέπειες της πανδημίας του κορωνοϊού, η κυβέρνηση σφυρίζει ξανά αδιάφορα.
Οι πολίτες αφήνονται έρμαιο μπροστά στην τραπεζική αυθαιρεσία και τα αυξημένα τραπεζικά επιτόκια. Τα ευάλωτα κοινωνικά στρώματα, των οποίων τα εισοδήματα μειώνονται, βιώνουν μια άνιση μετατόπιση του παραγόμενου πλούτου από τους μισθούς προς τα επιχειρηματικά κέρδη. Οι νέοι και νέες της χώρας βλέπουν τα αμέτρητα εμπόδια που προκαλούν το στεγαστικό πρόβλημα και οι πενιχροί μισθοί να πολλαπλασιάζονται.
Οι διαμένοντες στο Προεδρικό, όμως, με ύφος χιλίων καρδιναλίων πανηγυρίζουν για φαινομενικές αυξήσεις στον προϋπολογισμό και διακηρύττουν προκλητικά τη δημιουργία οικονομικών πλεονασμάτων. Πλεονασμάτων, φυσικά, που δεν προέκυψαν ως αποτέλεσμα μιας στοχευμένης κυβερνητικής πολιτικής, αλλά από τις τσέπες των πολιτών ως παράγωγο των απροσδόκητων εσόδων ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων που μπήκαν στα ταμεία του κράτους ελέω φορολογιών, κυρίως στον ηλεκτρισμό και στα καύσιμα.
Αντί να χρησιμοποιηθούν αυτά τα πλεονάσματα για την άμβλυνση των οικονομικών δυσκολιών του μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας, μέσω της επένδυσής τους στην πραγματική οικονομία, της παροχής στοχευμένης στήριξης της κοινωνίας και της παροχής ποιοτικότερων υπηρεσιών, η κυβέρνηση τα μαζεύει για «μαξιλαράκια» και τα τάζει ως προεκλογικές υποσχέσεις. Οι χορτάτοι μιλάνε στους πεινασμένους για τις μεγάλες εποχές που θα’ ρθουν, έγραφε ο Μπρεχτ.
Η λογιστική προσέγγιση της κυβέρνησης περιορίζει δογματικά την αντίληψή τους για το κοινωνικό κράτος ως ένας πάροχος επιδομάτων σε λίγες ομάδες πληθυσμού, οι οποίες μάλιστα οφείλουν να συγχαίρουν και να χειροκροτούν τη «φιλάνθρωπη» κυβέρνηση. Μια αντίληψη, φυσικά, η οποία όχι μόνο δεν επιλύει ουσιαστικά τα προβλήματα των ευάλωτων αυτών ομάδων, αλλά αντιθέτως τις καθιστούν δέσμιες και εξαρτώμενες από την... διακριτική ευχέρεια των κυβερνώντων, αφού σε πολλές περιπτώσεις είτε τα κριτήρια αφήνουν εκτός πλαισίου εκατοντάδες συμπολίτες μας που έχουν ανάγκη κρατική στήριξη, είτε ταλαιπωρούν τους δικαιούχους με χρονοβόρες και αποτρεπτικές διαδικασίες.
Στον τομέα της εργασίας, οι πρόνοιες και τα κονδύλια του προϋπολογισμού επεκτείνουν σε ολοένα και μεγαλύτερο φάσμα το καθεστώς της αγοράς υπηρεσιών έναντι του ανοίγματος μόνιμων οργανικών θέσεων εργασίας, καθιστώντας έτσι το κράτος από εργοδότη σε αναξιόπιστο «συνεργάτη» και ουσιαστικά, σε πρωταγωνιστή της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων.
Την ώρα που η κυβέρνηση αρνείται πεισματικά να συζητήσει, πόσο μάλλον να εφαρμόσει, την ολική επαναφορά της ΑΤΑ και τον τερματισμό του άδικου πέναλτι 12% στις πρόωρες συντάξεις, διατηρούνται στον προϋπολογισμό κονδύλια δεκάδων χιλιάδων ευρώ που αφορούν την προαγωγή της μνήμης του καταστροφέα της Κύπρου, Γεώργιου Γρίβα, προωθείται η μερική ή και ολική εκχώρηση αρμοδιοτήτων του κράτους προς τον ιδιωτικό τομέα, ενώ με προκλητικό τρόπο συμπεριλαμβάνονται κονδύλια και για τον «στρατό» συμβούλων και συνεργατών του Προέδρου και των Υπουργών του, τους οποίους έχουν βολέψει στον κρατικό μηχανισμό.
Μπροστά στην παταγώδη αποτυχία της κυβέρνησης να δώσει απαντήσεις στα αδιέξοδα της κοινωνίας μέσω του κρατικού προϋπολογισμού, το ΑΚΕΛ στάθηκε ξανά με υπευθυνότητα απέναντι στον λαό και τις ανάγκες του. Μέσα από τη συζήτηση του προϋπολογισμού, η κοινοβουλευτική μας ομάδα κατέδειξε την επικινδυνότητα των πολιτικών της κυβέρνησης που τοποθετούν την κοινωνία σε έναν οικονομικό λαβύρινθο.
Προτείναμε λύσεις, καταθέσαμε τροπολογίες επί του προϋπολογισμού και πιο πριν, προτάσεις νόμου που δίνουν διέξοδο και ανάσα στην κοινωνία. Εισηγηθήκαμε τον τερματισμό της διπλής φορολογίας στα καύσιμα, την μείωση του ΦΠΑ από 19% σε 9% στον ηλεκτρισμό, την εισαγωγή πλαφόν στην τιμή των καυσίμων, τη φορολόγηση των υπερκερδών των εταιρειών ενέργειας. Σταθήκαμε υπέρ της ενίσχυσης της δημόσιας υγείας και στήριξης του ΓεΣΥ, υπέρ της στήριξης του πολιτισμού που αποτελεί τον φτωχό συγγενή της κυβέρνησης. Σταθήκαμε ανάχωμα ενάντια στην εκχώρηση τομέων της δημόσιας εκπαίδευσης προς τον ιδιωτικό τομέα. Υπέρ των συνταξιούχων, του προσφυγικού κόσμου και όσων είδαν τις δεσμεύσεις των κυβερνώντων απέναντι τους να εξαφανίζονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα και συνέπεια.
Δυστυχώς, ο ετσιθελικός χαρακτήρας των κυβερνώντων «έπνιξε» κάθε προσπάθεια του ΑΚΕΛ να επιτύχει άμεσες και εφαρμόσιμες λύσεις, μέσω της αναπομπής των ψηφισθέντων προτάσεων νόμου, ενώ δεν νοιάστηκαν να συμπεριλάβουν στον κρατικό προϋπολογισμό εισηγήσεις των υπόλοιπων κομμάτων.
Ταυτόχρονα, παρά τω πλευρώ των Αναστασιάδη-Αβέρωφ τάχθηκαν κατά τη ψήφιση του προϋπολογισμού βουλευτές και κόμματα που συμπορεύονται με τον έτερο συναγερμικό υποψήφιο και συνυπεύθυνο για τη σημερινή κατάσταση της κοινωνίας, Νίκο Χριστοδουλίδη. Αυτοί, δηλαδή, οι οποίοι τα προηγούμενα χρόνια φώναζαν για «καθαρή αλλαγή», που κατέκριναν τους αδιέξοδους χειρισμούς του ΔΗΣΥ στην οικονομία και βρίσκονταν στην αντιπολίτευση, είδαν τα αντιπολιτευτικά τους αντανακλαστικά να χαλαρώνουν.
Από την ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού κρατάμε το μοναδικό θετικό που προκύπτει. Ότι αυτός ο προϋπολογισμός είναι ο τελευταίος μιας δεκαετούς διακυβέρνησης, η οποία βύθισε τον λαό μας στη φτωχοποίηση, την ανασφάλεια και την εξαθλίωση.
Η τριανδρία των Αναστασιάδη-Αβέρωφ-Χριστοδουλίδη και η κυβέρνηση της κοινωνικής αναλγησίας, της ανευθυνότητας και της διαφθοράς, μετρά πλέον αντίστροφα.
Τον Φεβρουάριο ανοίγεται πλέον διάπλατα ο δρόμος της προοδευτικής αλλαγής και της προοπτικής για τη χώρα και τον λαό μας.
Με τον Ανδρέα Μαυρογιάννη, να γυρίσουμε σελίδα και να επανακτήσουμε την αξιοπρέπεια και τη χαμένη μας ελπίδα.
Στυλιανός Ιωάννου
Κοινοβουλευτικός Συνεργάτης ΑΚΕΛ