Ο Παναγιώτης Τσαππής είχε καταλάβει από μικρός πως η μουσική είναι το στοιχείο του;
Η ενασχόληση μου με τη μουσική ξεκίνησε σε σχετικά προχωρημένη ηλικία, γύρω στα 14 μου χρόνια. Δεν προέρχομαι από μουσική οικογένεια και γενικά οι αναφορές που λάμβανα όσον αφορά τη μουσική ήταν σχεδόν μηδαμινές. Κατά την εφηβεία ξεκίνησαν να φτάνουν στο σπίτι κάποια άλμπουμ, μέσω του αδερφού μου και κάποιων φίλων, κυρίως από ελληνική, αλλά και ξένη δισκογραφία. Μέχρι τότε η κύρια ενασχόλησή μου ήταν το ποδόσφαιρο. Για κάποιο λόγο, από τα πρώτα μου κιόλας ακούσματα, είχε δημιουργηθεί η επιθυμία να μάθω να εκτελώ τη μουσική που τόσο απολάμβανα.
Ξεκινώντας τη μουσική μου εκπαίδευση, η αγάπη μου γι’ αυτή μεγάλωνε ακόμα παραπάνω - κλέβοντας σιγά-σιγά όλο και περισσότερο χρόνο από τις υπόλοιπες ενασχολήσεις μου. Μπορεί να μην είχα καταλάβει από μικρός ότι η μουσική είναι το στοιχείο μου, αλλά μέχρι και σήμερα νιώθω πως από πάντα με περίμενε να την ανακαλύψω.
Τόσο οι μελωδίες, όσο και οι στίχοι που γράφεις αφήνουν μια αλλιώτικη γεύση και μια έντονη επίγευση! Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη πηγή που τείνεις να εμπνέεσαι;
Δεν έχω καταλάβει ακόμα τι ακριβώς είναι αυτό που εννοούμε με τον όρο έμπνευση. Για μένα προσωπικά, έμπνευση είναι η στιγμή της τέλειας συνεργασίας του υποσυνείδητου με το συνειδητό - κατά την οποία μπαίνουν σε σειρά οι κρυμμένες μας σκέψεις με περίτεχνο τρόπο. Δεν θα μπορούσα να πω πως υπάρχει συγκεκριμένη πηγή από την οποία εμπνέομαι. Πιστεύω πως απλά γίνεται μια προσπάθεια εξωτερίκευσης των συναισθημάτων που συλλέγω από την καθημερινότητά μου, με σκοπό να τα γνωρίσω και εγώ ο ίδιος καλύτερα, προτού τα μοιραστώ με τους άλλους.
Πως διαχειρίζεσαι τις περιόδους που ο "δαίμον" της μη έμπνευσης σε γυροφέρνει;
Δεν έχω κάνει ποτέ διαχωρισμό σε περιόδους έμπνευσης και μη έμπνευσης -τουλάχιστον όχι συνειδητά. Όταν σε μια χρονική περίοδο δεν έχεις να πεις κάτι, είναι ανώφελο να πιέζεις τον εαυτό σου να το κάνει, καθώς η έμπνευση και η δημιουργία έρχονται αβίαστα. Κάθε φορά που πιέζω τον εαυτό μου να δημιουργήσει, νιώθω πως το αποτέλεσμα δεν προκύπτει από εμένα, αλλά από εξωγενείς παράγοντες. Λίγες μέρες κιόλας μετά, αισθάνομαι πως ούτε καν μου ανήκει. Οπότε, η έμπνευση έρχεται σαν μια φυσική λειτουργία προκαλώντας σε να τη διαχειριστείς όσο καλύτερα μπορείς.
Αν μπορούσα να το παρομοιάσω… θα έλεγα ότι η έμπνευση λειτουργεί όπως ακριβώς και η βροχή που έρχεται κατά περιόδους. Όταν απουσιάζει, αν γεμίζεις τις μέρες σου με ωφέλιμες ενασχολήσεις, η βροχή θα βρει - με τον ερχομό της - μια γη ικανή για να καρποφορήσει!
Τι έχει να προσφέρει η διάχυση της μουσικής παιδείας στην κυπριακή κοινωνία;
Η μουσική εκπαίδευση, βραχυπρόθεσμα, προσφέρει στ@ν μαθητευόμεν@ όχι μόνο γνώσεις μουσικής, αλλά και εργαλεία που συμβάλλουν στην καλύτερη ποιότητα ζωής. Σε πολλές έρευνες φάνηκε πως η μουσική εκπαίδευση κάνει τα παιδιά πιο έξυπνα, αναπτύσσει τις κοινωνικές τους δεξιότητες και κατ’ επέκταση την αυτοπεποίθησή τους, τα κάνει πιο πειθαρχημένα, μειώνει το στρες, ξυπνάει τη δημιουργικότητά τους και τα ωθεί στο να ορίζουν στόχους και να τους εκπληρώνουν.
Σε μακροπρόθεσμο επίπεδο - κατά τη δική μου γνώμη - μια σωστή μουσική παιδεία δημιουργεί άτομα με βαθιές αναζητήσεις και ευαισθησίες, με αποτέλεσμα να λειτουργεί ως προστατευτικός παράγοντας κατά της εγκληματικότητας σε οποιαδήποτε μορφή. Ως εκ τούτου, η μουσική εκπαίδευση, αλλά και η έκθεση γενικώς στον κόσμο της καλλιτεχνίας, συντελεί στην πιο ομαλή λειτουργία της κοινωνίας. Μου φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο να εγκληματήσει κάποιος άνθρωπος ο οποίος δακρύζει ακούγοντας όπερα ή κοιτώντας ένα πίνακα ζωγραφικής.
Τι ρόλο πιστεύεις ότι έχει ή θα έπρεπε να έχει το κράτος στην προαγωγή της μουσικής στη χώρα μας;
Δυστυχώς, πάντα είχα αρνητική εικόνα για τον τρόπο που το κράτος μας αντιμετώπιζε τη μουσική και κατ’ επέκταση τους μουσικούς στη χώρα μας. Για κάποιο λόγο που δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω, το μάθημα της μουσικής, κατά την πρώιμη εκπαίδευση -αλλά και σε μεταγενέστερο στάδιο - αντιμετωπιζόταν πάντα ως ένα μάθημα δευτερεύουσας αξίας. Αυτό με θλίβει και συνάμα με προβληματίζει πάρα πολύ. Η μουσική και γενικά οι τέχνες, δεν λειτουργούν μόνο ως μέσο διασκέδασης - όπως λανθασμένα εκλαμβάνεται από πολλούς - αλλά συντελούν στην προσπάθεια του ανθρώπου να ανακαλύψει το «θείο» - ότι και να σημαίνει αυτό για τον κάθε άνθρωπο. Επομένως, θα ήθελα ένα κράτος που να αντιμετωπίζει και να προάγει τη μουσική εκπαίδευση με τη σοβαρότητα που της αρμόζει, αφού πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα αγαθά που μπορεί να αποκτήσει ένας νέος άνθρωπος.
Επίσης, δεν μπορώ να αντιληφθώ την παντελή απουσία του κλάδου της μουσικής από τα κρατικά πανεπιστήμια της χώρας μας και τη σχεδόν παντελή απουσία των υπόλοιπων τεχνών, ούτε τη μη-ύπαρξη μεγάρου μουσικής. Ελπίζω πως το κράτος μια μέρα θα προβεί στις κατάλληλες ενέργειες για τη σωστή λειτουργία της μουσικής εκπαίδευσης, σεβόμενη τους μαθητές, αλλά και το καλλιτεχνικό προσωπικό και θα δίνει ουσιαστική έμφαση στην προώθηση και στήριξη διεξαγωγής αξιόλογων μουσικών παραστάσεων.
‘Ωδή στη Nύχτα’ είναι ο τίτλος του πρώτου σου δίσκου. Πως προέκυψε και ποια συναισθήματα έφερε μαζί του;
Ο τίτλος του δίσκου προέκυψε μετά από τη σύνδεση της νύχτας με την αλήθεια. Συνήθως, τον ρόλο αυτό τον παίρνει το φως, το οποίο μας φανερώνει κάτι, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά. Το φως όμως της μέρας, είναι αυτό που σκεπάζει την αλήθεια από εμάς, αφού κρύβει ολόκληρους κόσμους και συνεπώς την πραγματική μας θέση στο σύμπαν. Η νύχτα μας αποκαλύπτει αμέτρητους ήλιους (αστέρια), γαλαξίες και άλλα κοσμολογικά φαινόμενα ασύλληπτα για τον νου. Ενεργοποιεί τη φαντασία και φανερώνει τον πραγματικό μας εαυτό, αναγκάζοντάς μας να έρθουμε πιο κοντά σε αυτόν. Μας ηρεμεί, ξυπνά τη μνήμη, τον έρωτα και την ανάγκη για αναζήτηση. Σκεφτόμουν τότε διαρκώς πως αν δεν νύχτωνε ποτέ, ίσως να πιστεύαμε ακόμα πως είμαστε το κέντρο του κόσμου.
Στον δίσκο, προσπάθησα να παρουσιάσω τα πιο πάνω μαζί με άλλα, πιο καθημερινά θέματα. Ήταν για μένα ένα αξέχαστο ταξίδι το οποίο είχα την τιμή να μοιραστώ με τον πλέον αδερφικό μου φίλο Θεόδωρο Κουέλη, ο οποίος με την αγάπη και τις συμβουλές του πρόσθεσε στον δίσκο το δικό του κομμάτι. Είμαι επίσης ευγνώμων για τη συμμετοχή των σπουδαίων καλλιτεχνών που αποδέχτηκαν τη πρόσκλησή μου και δεν θα μπορούσα να μην τους αναφέρω. Στο τραγούδι ήταν οι: Παυλίνα Κωνσταντοπούλου, Δημήτρης Μυστακίδης, Γιάννης Διονυσίου, Απόστολος Ρίζος, Σταύρος Χριστοδούλου, Δημήτρης Μεσημέρης και Νικόλας Καλούτσης. Έπαιξαν οι: Θεόδωρος Κουέλης, Βαγγέλης Καρίπης, Φώτης Σιώτας, Γιάννης Κουτής, Στέφανος Δορμπαράκης, Σωτήρης Μαργώνης και Νικόλας Μελής. Τέλος, θέλησα να κλείσω τον δίσκο γράφοντας στο εξώφυλλο το εξής: ‘Νιώθω ευγνωμοσύνη για τη δύναμη που αυτόβουλα με έφερε εδώ για να βιώσω την ύπαρξη. Κάποιες μέρες βιώνω την απόφασή της αυτή σαν δώρο κι άλλες σαν μεγαλειώδες θράσος’.
Μαρία Δίπλαρου
Μέλος Συντακτικής ‘Ν’
Μέλος Πολιτιστικού Γραφείου Κ.Σ. ΕΔΟΝ