Του Μάριου Σιαμμά
Υποψήφιος Διδάκτορας
Defence Studies Department, King's College London.
Το Δεκέμβρη του 1939, 500 περίπου Κύπριοι, από τις πόλεις και τα χωριά της Κύπρου, επιλέγηκαν από το Κέντρο Εκπαίδευσης στα Πολεμίδια για να δημιουργήσουν τους πρώτους 2 λόχους ημιονηγών. Μετά από πολύ σύντομη εκπαίδευση στην Αίγυπτο, οι 2 λόχοι εντάχθηκαν στην Βρετανική Εκστρατευτική Δύναμη που επιχειρούσε στη Γαλλία. Οι άντρες αυτοί κέρδισαν για την Κύπρο τη διάκριση ότι ήταν τα πρώτα αποικιακά στρατεύματα που συμμετείχαν σε μάχες του Β ΄ Παγκοσμίου Πολέμου στο πλευρό των συμμαχικών δυνάμεων.
Στη Γαλλία, επικρατούσε ψύχος και βαριές χιονοπτώσεις. Οι άνδρες του Κυπριακού Συντάγματος δεν ήταν εξοικειωμένοι με τέτοιες καιρικές συνθήκες καθώς οι καιρικές συνθήκες στην Κύπρο ήταν πολύ διαφορετικές και η συντριπτική πλειοψηφία δεν είχε ταξιδέψει ποτέ στο εξωτερικό. Επιπλέον, από τη μέρα που εντάχθηκαν στο στράτευμα, έλαβαν ελάχιστη εκπαίδευση ως στρατιώτες πόσο μάλλον ως χειριστές ζώων για στρατιωτικούς σκοπούς. Κάποιοι από τους άντρες ήξεραν να χειρίζονται ζώα όπως γαϊδούρια, άλογα, μουλάρια και αγελάδες για τις καθημερινές αγροτικές τους εργασίες, παρόλα αυτά ο χειρισμός των ζώων σε εχθρικό περιβάλλον και υπό εχθρικούς πυροβολισμούς ήταν κάτι πολύ διαφορετικό και πρωτόγνωρο.
Οι πορείες προς τη θάλασσα της Μάγχης κατά τη διάρκεια της εκκένωσης της Γαλλίας, γίνονταν μόνο το βράδυ υπό τον φόβο Γερμανικών βομβαρδισμών, και οι στρατιώτες διένυαν περίπου 30-40 χιλιόμετρα σε καθημερινή βάση. Κατά τη διάρκεια της μέρας κρύβονταν σε υπόγεια και αποθήκες για να μην αποτελέσουν στόχο. Στις 29 του Μάη οι δύο λόχοι επιβιβάστηκαν σε συμμαχικά πλοία και μεταφέρθηκαν στα Νότια παράλια της Βρετανίας, στην πόλη του Ντόβερ. Την ίδια περίοδο και καθώς το μέτωπο της Β. Αφρικής είχε ανοίξει από τον Ιούνιο του 1940, όλο και περισσότερες μονάδες στρατού από την Κύπρου μεταφέρονταν στην Αίγυπτο για εκπαίδευση και αποστολή στα μέτωπα της περιοχής. Καθώς ο Βρετανικός στρατός προγραμμάτιζε την κάθοδο του προς το νότο της Αφρικής, οι 2 προαναφερόμενοι λόχοι μεταφέρθηκαν στο Σουδάν διανύοντας περισσότερα από 3.000 χιλιόμετρα με τρένο, ατμόπλοιο καθώς και με τα πόδια. Μετά από τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν τα Βρετανικά στρατεύματα απέναντι τους Ιταλούς στις απόκρημνες κορυφές της Ερυθραίας και πιο συγκεκριμένα στο Κερέν, ήταν πλέον ξεκάθαρο ότι εναλλακτικά μέσα μεταφοράς προμηθειών προς το μέτωπο θα ήταν απαραίτητα. Στις μάχες για την κατάληψη του Κερέν, οι Κύπριοι ημιονηγοί απέδειξαν την αξία τους ως χειριστές ζώων και ως στρατιώτες:
«Δύο λόχοι Κυπρίων έφτασαν από το Σουδάν πριν ένα περίπου μήνα. Αφού τόσο οι άντρες όσο και τα μουλάρια συνήθισαν να κινούνται με ευκολία στα απόκρημνα, πετρώδη και στενά μονοπάτια των βουνών, η συνεισφορά τους αποδείχθηκε ανεκτίμητη.» Οι ημιονηγοί είχαν υποστεί μεγάλες κακουχίες κατά τη διάρκεια της μάχης του Κερέν αλλά και των μαχών στην Ερυθραία. Άντεξαν βομβαρδισμούς, πολυβολισμούς και όλμους από πολύ κοντινές αποστάσεις και παρόλες τις απώλειες και τις δυσκολίες το κουράγιο και η αντοχή δεν τους εγκατέλειψαν ούτε για μια στιγμή».
Μετά από τις εμπειρίες που αποκόμισαν από την Αίγυπτο στις ηρωικές μάχες του Έλ-Αλαμέιν και γενικότερα στα μέτωπα της Β. Αφρικής, το 1944 βρήκε τους Κύπριους ημιονηγούς να μεταφέρονται στην Ιταλία. Οι φονικές μάχες του Monte Cassino και η προέλαση στην ενδοχώρα της Ιταλίας ήταν πλέον γεγονός και οι Κύπριοι για ακόμα μία φορά απέδειξαν ότι μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες και τις κακουχίες όπως είχαν ήδη πράξει αρκετές φορές μέχρι τότε. Προχωρώντας αργά και σταθερά και υπό την κάλυψη του σκοταδιού της νύχτας, δημιούργησαν σημαντικές αποθήκες με εφόδια σε προωθημένες θέσεις που θα μεταφέρονταν ακολούθως πιο άμεσα στις απόκρημνες πλαγιές όταν θα ξεκινούσε η τελική επίθεση για την κατάληψη του στρατηγικού Monte Cassino.
Η συμμετοχή των Κυπρίων έτυχε μεγάλης εκτίμησης και αναγνώρισης από τους Πολωνούς στρατηγούς και επικεφαλής της επίθεσης μέσω επιστολών που στάλθηκαν σε όλες τις μονάδες που συμμετείχαν Κύπριοι:
«Η βασική προϋπόθεση της νίκης στις μάχες του Monte Cassino, ήταν η παροχή όλων των αναγκαίων στους στρατιώτες που βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή. Η διατήρηση της πρώτης γραμμής διατηρήθηκε με την παροχή των αναγκαίων από τα μουλάρια και από πολύ ελαφρά οχήματα τα οποία μπορούσαν να κινηθούν σε ιδιόμορφο έδαφος. Οι οδηγοί, τόσο των ζώων όσο και των οχημάτων , περνούσαν τα πάνδεινα εν μέσω βομβαρδισμών και εχθρικών επιθέσεων χωρίς καμία απολύτως προστασία. Αυτή ήταν μια αθόρυβη προσπάθεια της οποίας η μεγαλύτερη αξία ήταν η συνοχή και η επιμονή. Αυτοί οι άντρες έχουν ένα γενναίο μερίδιο στην νικηφόρα έκβαση της επίθεσης και της κατάληψης ενός τόσο σημαντικού σημείου. Εκ μέρους της μεραρχίας, εκφράζω τις ειλικρινέστατες μας ευχαριστίες στα Βρετανικά και Κυπριακά στρατεύματα των Κυπρίων ημιονηγών και των Βρετανών οδηγών»
Ο Αρχιστράτηγος Άντερς, έγραψε στις 26 Μάη 1944:
«Θέλω να εκφράσω την εκτίμηση μου για τη σημαντική δουλειά των λόχων των ημιονηγών κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας και της εκτέλεσης της πρόσφατης επίθεσης της μεραρχίας μου. Το έργο των ημιονηγών ήταν δύσκολο και επικίνδυνο καθώς χρειαζόταν θάρρος όπως και πολύ μεγάλες αντοχές. Νύχτα με τη νύχτα οι συστοιχίες των ζώων συνέχιζαν τη δουλειά τους που δεν ήταν άλλη από το να μεταφέρουν προμήθειες στην πρώτη γραμμή. Ποτέ δεν απέτυχαν στο έργο τους. Η επιτυχία της επίθεσης δεν οφείλεται σε λιγότερο βαθμό στην προσπάθεια τους και γι’ αυτή τους τη συνεισφορά τους είμαι ευγνώμων»
Με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, είχαν ήδη περάσει 5μιση χρόνια από τη στιγμή που οι πρώτοι εθελοντές του Κυπριακοί Συντάγματος μπάρκαραν από την Αμμόχωστο για την Αίγυπτο. Γαλλία, Βρετανία, Αίγυπτος, Σουδάν, Ερυθραία, Παλαιστίνη, Συρία, Ιράκ, Ιράν και τέλος Ιταλία. Δουνκέρκη, Κερέν, Κασσίνο, Αρέτζο, Γοτθική Γραμμή, Τσεζένα, Φορλί, Φαένζα, Μπολόνια. Με την 4η και η 5η Ινδική Μεραρχία στο Κερέν, την 7η Αυστραλιανή Μεραρχία στη Συρία, τους Πολωνούς στο Κασσίνο, την 4η και τη 10η Ινδική Μεραρχία στη Γοτθική Γραμμή και μετέπειτα ξανά με τους Πολωνούς στις μάχες του χειμώνα του 44 και του 45. Αμέτρητες πόλεις και χωριά βρέθηκαν στο πέρασμα των Κυπρίων. Εκατοντάδες ήταν οι θέσεις μάχης σε χάρτες και αμέτρητα τα μίλια που διένυσαν στις κοιλάδες της Βόρειας Γαλλίας, στις ερήμους και τις ζούγκλες της Βόρειας και Ανατολικής Αφρικής, στους λόφους της Παλαιστίνης, στα βουνά της Συρίας και του Λιβάνου και τέλος στο πολυπρόσωπο τοπίο της Ιταλίας. Οι εθελοντές του Κυπριακού Συντάγματος, απ’ όποια θέση και αν υπηρέτησαν, με το τέλος του πολέμου μπορούσαν περήφανα να δηλώσουν ότι οι μνήμες και εμπειρίες θα ήταν παντοτινές.
Άρθρο που δημοσιευτηκε στη Νεολαία Δεκεμβρίου 2018