Η σημερινή συζήτηση στη Βουλή έχει ιστορική σημασία για το μέλλον της οικονομίας του Τόπου. Έχει πολύ περισσότερη σημασία όμως για την ίδια τη ζωή του λαού, όχι για τα χρόνια, αλλά για τις δεκαετίες που θα έρθουν. Έχει μεγάλη σημασία λοιπόν να κάνουμε ψύχραιμη, διαλεκτική και τεκμηριωμένη συζήτηση. Απαλλαγμένοι από αγκυλώσεις και φοβίες. Δίχως αυτοεγκλωβισμό σε εκβιαστικά διλήμματα και αφορισμούς.
Η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η Κυπριακή οικονομία μετά από τις αποφάσεις του Eurogroup και του κ. Αναστασιάδη στις 15 και 25 του Μάρτη είναι τραγική. Δεν είναι πρόθεση μου να αναλωθώ σε παιχνίδι επίρριψης ευθυνών μεταξύ μας. Πρωτίστως γιατί θεωρώ ότι μια τέτοια συζήτηση δεν πρόκειται να επιλύσει τα προβλήματα της κυπριακής οικονομίας. Δευτερευόντως γιατί θεωρώ ότι τα προβλήματα μας πηγάζουν σε μεγάλο μέρος τους από αποφάσεις και πολιτικές επιλογές που λαμβάνονται από αλλού. Δεν υπαινίσσομαι ότι εμείς δεν κάναμε λάθη, διαχρονικά. Ούτε ότι δεν έχουμε καμία απολύτως ευθύνη για τις εξελίξεις. Και λάθη έγιναν και ευθύνες έχουμε. Δεν είναι όμως νοητό να αυτομαστιγωνόμαστε λες και μόνο ο τρόπος ζωής μας ευθύνεται για την κατάσταση της οικονομίας μας. Πρόκειται για πολύ απλοϊκή ανάγνωση των εξελίξεων, αδύνατη να εξηγήσει τα όσα βιώνουμε σήμερα.
Σήμερα βιώνουμε τα αποτελέσματα πολιτικών που εφαρμόστηκαν παγκόσμια και πανευρωπαϊκά. Αυτό που χρειάζεται κατά την άποψη μας να κάνουμε, είναι να συζητήσουμε και να αναλύσουμε ψύχραιμα και δημιουργικά ποιοι είναι οι οικονομικοί σχεδιασμοί που γίνονται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Να διαγνώσουμε που οδηγούν αυτές οι πολιτικές. Να αναλύσουμε αντικειμενικά τι προνοεί το Μνημόνιο και πως η εφαρμογή του επηρεάζει την κυπριακή οικονομία και κοινωνία. Να εξετάσουμε κατά πόσο η υλοποίηση του θα μας δώσει ελπίδα και προοπτική.
Την ίδια στιγμή πρέπει να εξετάσουμε κατά πόσο υπάρχει εναλλακτική επιλογή. Ποια είναι αυτή; Πόσο εφικτή είναι; Πώς θα επηρεάσει την οικονομία του Τόπου και τη ζωή του κόσμου; Θάχει τις όποιες άλλες παρενέργειες; Ποια ελπίδα και προοπτική θα μας δώσει;
Θάθελα αρχίζοντας την ανάλυση μου να πω δύο λόγια σ΄ότι αφορά τη διεθνή καπιταλιστική οικονομική κρίση. Ατυχώς, η συζήτηση γύρω από τα αίτια της κρίσης επικεντρώθηκε στο να αποδείξει ότι για αυτήν ευθύνονται οι υψηλές αμοιβές των golden boys, η πολιτική διαφθορά, οι κακοί χειρισμοί κυβερνήσεων, ορισμένοι λαοί που γεννήθηκαν τεμπέληδες ή απλώς κάποιοι κερδοσκόποι. Κανένα από αυτά τα ιδεολογήματα που αναπτύχθηκαν απλώς για τις εντυπώσεις, δεν μπορούν να εξηγήσουν το φαινόμενο της οικονομικής κρίσης. Ο λόγος είναι γιατί δεν αγγίζουν την ουσία του, που είναι η ίδια η φύση του καπιταλιστικού συστήματος.
Πλήρης απελευθέρωση της αγοράς, κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους, απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, ξεπούλημα του κρατικού πλούτου. Αυτές τις πολιτικές ακολούθησε με ευλάβεια ο συντηρητικός νεοφιλελευθερισμός τις τελευταίες δεκαετίες, διαμορφώνοντας έτσι το εύρος και την ένταση της κρίσης που μαστίζει την ανθρωπότητα από το 2008. Μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να αναδιπλωθεί για να λύσει τα επιμέρους προβλήματα που δημιούργησε το δόγμα της ελεύθερης αγοράς, έκανε το επόμενο βήμα. Από το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής των κρατών-μελών της, επεδίωξε τον καθορισμό κοινής οικονομικής πολιτικής. Αυτό το βήμα υπαγορεύθηκε από την ανάγκη να καταπολεμηθεί η κρίση, αλλά και από αυτή καθαυτή την ιδεολογική προσέγγιση των κυρίαρχων κύκλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνθήκη Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Διακυβερνητική Συνθήκη για τη Σταθερότητα, το Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση, το εξαπλό Πακέτο κανονισμών και οδηγίας, το διπλό Πακέτο Κανονισμών, που αναμένεται να εγκριθεί, μαζί με την πολιτική για το εξάμηνο των Προϋπολογισμών είναι ορισμένα από τα εργαλεία που επιστρατεύονται για τον καθορισμό της οικονομικής πολιτικής σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Με αυταρχικό τρόπο καθορίζεται και η πολιτική των κρατών μελών. Όλα αυτά, διαγράφουν ένα ζοφερό οικονομικό και κοινωνικό μέλλον για τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα της Ευρωζώνης.
Η δε συνταγή της τραπεζικής ένωσης που προτείνεται για την επούλωση των πληγών που δημιουργεί η κατάρρευση διαφόρων τραπεζών μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μόνο σωτήρια δεν θα αποδειχθεί, τουλάχιστον για την Κύπρο. Η φιλοσοφία της είναι ξεκάθαρη και δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία πως η απονεύρωση του τραπεζικού συστήματος για την επόμενη πενταετία σημαίνει, τουλάχιστον, και την περαιτέρω εμβάθυνση της κρίσης, προς όφελος των ισχυρών.
Σήμερα ζούμε ένα πρωτόγνωρο οικονομικό πόλεμο. Ολόκληροι λαοί υποφέρουν εξαιτίας των δυσβάστακτων μέτρων που τους επιβάλλονται. Όλα αυτά γιατί; Πρόκειται απλώς για μια εμπαθή γερμανική ηγεσία, που ακολουθεί λανθασμένη πολιτική; Μια τέτοια εξήγηση μόνο απλοϊκή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Η Γερμανία, είτε υπό τους Σοσιαλδημοκράτες με το Σρέντερ, είτε υπό τους Χριστιανοδημοκράτες με τη Μέρκελ, κατάφερε να αμείβεται τόσο χαμηλά το μεγαλύτερο ποσοστό εργατών σε όλη την Ευρωζώνη, σύμφωνα με τη Eurostat το 2012, όσο για να ανεβαίνει η ανταγωνιστικότητα των αγαθών και των υπηρεσιών που παράγουν. Ας σημειωθεί και αυτό: η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας υποστηρίζει ότι οι πολιτικές μείωσης των μισθών τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ιδιαιτέρως υπό την καγκελαρία του Γκέρχαρντ Σρέντερ, που ηγείτο του συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών - Πρασίνων ως το 2005, έχουν ευνοήσει σημαντικά τη γερμανική βιομηχανία εξαγωγών. «Η αυξανόμενη ανταγωνιστικότητα των Γερμανών εξαγωγέων έχει ταυτοποιηθεί ως η δομική αιτία πίσω από τις πρόσφατες δυσκολίες της ζώνης του ευρώ», αναφέρει η έκθεση.
Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι η Volkswagen αύξησε τις συνολικές της πωλήσεις κατά 49% την ώρα που το Παγκόσμιο ΑΕΠ παραμένει κολλημένο σε ποσοστά ύφεσης. Ένα τέτοιο παράδειγμα πείθει πως το μεγάλο Γερμανικό κεφάλαιο δεν θα ήθελε αυτή η κατάσταση να αλλάξει γιατί δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες του. Γι΄αυτό και δεν είναι ρεαλιστικό να επενδύονται ελπίδες στις επερχόμενες Γερμανικές Εκλογές προκειμένου να αλλάξει η πολιτική τους. Γι΄αυτό και δεν είναι «αιθεροβάμονες» όσοι υποστηρίζουν πως εκεί αποσκοπεί το τρίπτυχο λιτότητα – περικοπές - ιδιωτικοποιήσεις, που επιβάλλουν το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ποια προοπτική θα έχει η Κύπρος υπαγόμενη σε ένα Μνημόνιο; Ορισμένοι καλοπροαίρετα και πολλοί άλλοι κακοπροαίρετα διερωτήθηκαν και ακόμα διερωτούνται: τώρα τα ανακάλυψε όλα αυτά το ΑΚΕΛ; Μήπως δεν ήταν ο Δ. Χριστόφιας και το ΑΚΕΛ που έφεραν την Τρόικα; Εύλογο το ερώτημα. Τον Νιόβρη, με την κατ΄αρχήν συμφωνία θα κάναμε μια επώδυνη προσπάθεια να διασώσουμε το χρηματοπιστωτικό σύστημα και την οικονομία. Σήμερα, μετά την 25η Μαρτίου, το χρηματοπιστωτικό σύστημα δέχτηκε πλήγμα ανεπανόρθωτο και οι όροι του Μνημονίου Αναστασιάδη - Eurogroup δεν είναι όροι διάσωσης αλλά όροι διάλυσης της οικονομίας και της κοινωνίας της Κύπρου.
Από την άλλη, όσοι σήμερα αναφέρουν ως επιχείρημα πως ήταν ο Δ. Χριστόφιας και το ΑΚΕΛ που έφεραν την Τρόικα ευχόμενοι «να πάει στον αγύριστο η Τρόικα, εμείς ήμασταν πάντα εναντίον» είναι αυτοί οι ίδιοι που όταν ο Δ. Χριστόφιας προσπαθούσε να εξασφαλίσει διακρατικό δάνειο, τον κατηγορούσαν ότι «αλληθωρίζει» και «προσβάλλει» τους «ευρωπαίους εταίρους μας» γιατί δεν απευθύνεται κατευθείαν κοντά τους για βοήθεια.
Μέχρι προχθές ακόμα ο Υπουργός Οικονομικών επέρριψε ξανά ευθύνες για τους επώδυνους όρους του Μνημονίου στην Κυβέρνηση Χριστόφια γιατί δήθεν δεν έλαβε έγκαιρα αποφάσεις. Είμαστε υποχρεωμένοι, όχι να υπερασπιστούμε στοιχειωδώς τις δικές μας απόψεις, αλλά να υπερασπιστούμε την ίδια την αλήθεια. Γνωρίζουμε όλοι πολύ καλά ότι μέτρα λήφθηκαν πολλά. Γνωρίζουμε ότι το Μνημόνιο δεν υπογράφηκε νωρίτερα επειδή οι εκτός Κύπρου δεν ήθελαν να γίνει κάτι τέτοιο. Το ίδιο το Γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών στις 11 Μαρτίου σε επιστολή του προς γερμανούς βουλευτές που είχαν καταθέσει επερώτηση σχετικά με το Κυπριακό Μνημόνιο, ανέφερε γραπτώς πως αυτό δεν υπογράφηκε επειδή η Γερμανία δεν υιοθετούσε την κατ΄αρχήν Συμφωνία Κυβέρνησης-Τρόικας. Ο ίδιος ο κ. Γιούνκερ είχε δηλώσει τον Γενάρη πως το νωρίτερο που μπορεί να υπάρξει συμφωνία είναι τον Μάρτη. Όπως και έγινε. Να είναι άραγε τυχαίο που το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Ένωση περίμεναν το αποτέλεσμα των Προεδρικών Εκλογών; Κάποιος θα μπορούσε να πει καθόλου τυχαίο. Νοουμένου πως η Deutche Bank και πολλοί άλλοι ήταν πεπεισμένοι πως η Κυβέρνηση Αναστασιάδη δεν θα έφερνε αντιρρήσεις στις απαιτήσεις των δανειστών. Όπως και έγινε.
Ως ΑΚΕΛ γνωρίζαμε πολύ καλά τι είναι Μηχανισμός Στήριξης και Τρόικα. Δεν είχαμε ούτε ψευδαισθήσεις, ούτε αυταπάτες. Οδηγηθήκαμε εκεί γιατί είχαν εξαντληθεί τα περιθώρια διάσωσης της Λαϊκής Τράπεζας, για την οποία ο νυν είχε απειλήσει μέχρι και με ποινικές ευθύνες τον τέως Πρόεδρο. Σήμερα όμως το διακύβευμα είναι άλλο. Σήμερα δε συζητάμε τη διάσωση της κυπριακής οικονομίας. Συζητάμε τη διάσωση της χώρας από ένα Μνημόνιο, το οποίο όπως τελικά διαμορφώθηκε απειλεί το μέλλον μας. Στο δρόμο για να μετατραπεί η κατ΄αρχήν Συμφωνία του Δ. Χριστόφια σε Μνημόνιο της Κυβέρνησης Αναστασιάδη, προστέθηκαν τόσα ανυπόφορα μέτρα για την οικονομία και την κοινωνία, που διαφοροποιούν τη βάση της συζήτησης.
Τον Νιόβρη συζητούσαμε οργανωμένη εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος σε βάθος μερικών χρόνων. Σήμερα οι πρόνοιες για την «εξυγίανση» του τραπεζικού συστήματος που εφαρμόστηκαν μέσα σε μια νύχτα του προκάλεσαν τεράστια και ανεπανόρθωτη ζημιά. Στο κείμενο του Νιόβρη προβλεπόταν ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με χρηματοδότηση από το Μηχανισμό, σήμερα γίνεται με εγχώριους πόρους. Σήμερα στη Συμφωνία προβλέπονται επιπλέον μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις. Προβλέπονται, ανάμεσα σε άλλα, η μόνιμη αύξηση του εταιρικού φόρου, η αύξηση της φορολογίας επί των τόκων από το 15% στο 30%, καθώς και η έναρξη διαδικασιών για σχεδιασμό ιδιωτικοποιήσεων με ειδική αναφορά στην ΑΤΗΚ, την ΑΗΚ και την Αρχή Λιμένων.
Όλα αυτά τα σημεία δεν αποτελούσαν μόνο «ιδεολογικές αγκυλώσεις» του Δ. Χριστόφια και του ΑΚΕΛ, όπως κάποιοι προσπαθούν να πουν σήμερα. Όλα αυτά είναι σημεία που ο κ. Αναστασιάδης προτού εκλεγεί Πρόεδρος τα είχε απορρίψει με έντονο τρόπο στην προεκλογική του εκστρατεία. Είναι χαρακτηριστικά τα όσα έλεγε μέσα σε αυτή την αίθουσα για την αύξηση του εταιρικού φόρου. Είναι μνημειώδης η δήλωση-δέσμευσή του να μην υπογράψει Μνημόνιο αν αυτό περιελάμβανε κούρεμα. Το ίδιο και η επιστολή που απέστειλε προεκλογικά στους υπαλλήλους των Ημικρατικών Οργανισμών δεσμευόμενος να μην προχωρήσει, σε ιδιωτικοποιήσεις αν εκλεγεί.
Σήμερα, πρέπει να απαντήσουμε και σε ένα άλλο σημαντικό ερώτημα. Θα αξίζουν τον κόπο οι βαρύτατες θυσίες τις οποίες θα καλέσουμε τον κυπριακό λαό να κάνει μέσω του Μνημονίου; Τι μας δείχνει η εμπειρία άλλων χωρών που βρίσκονται σε Μνημόνιο;
Πρώτο, η εφαρμογή μνημονίου επιφέρει συνεχή ύφεση παρά τις συνεχιζόμενες περικοπές στο εργατικό κόστος. Η Ελληνική Οικονομία μειώθηκε σχεδόν κατά ένα τέταρτο την τελευταία τριετία ενώ στην Πορτογαλία έχει καταγραφεί το 2012 η χειρότερη ύφεση μετά το 1975 αφού το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 6,4%, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικής της Πορτογαλίας.
Δεύτερο, καταγράφεται σημαντική αύξηση του δημόσιου χρέους που φτάνει σε μη διαχειρίσιμα επίπεδα, η οποία καλύπτεται με επιπλέον χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν θα αναφερθώ στην Ελλάδα και την Πορτογαλία που έτσι και αλλιώς είχαν ψηλό δημόσιο χρέος αλλά σκόπιμα θα επιλέξω την Ιρλανδία. Το δημόσιο χρέος από το 44,5% του 2008 ακολούθησε εκρηκτική πορεία και σήμερα ξεπερνά το 122%. Ιδιαίτερα όμως αρνητικά είναι τα επίπεδα του δημοσιονομικού ελλείμματος που συνέβαλαν στην αύξηση του Δημοσίου χρέους. Την χρονιά υπογραφής του μνημονίου το έλλειμμα εκτινάχθηκε στο 30,9% του ΑΕΠ, ενώ τα επόμενα χρόνια η Ιρλανδία διατηρούσε τα ψηλότερα ελλείμματα στην Ευρωζώνη.
Τρίτο, οι χώρες που ακολουθούν πρόγραμμα προσαρμογής βιώνουν σημαντικές περικοπές στο εισόδημα των νοικοκυριών. Με βάση την έρευνα που πραγματοποίησε η εταιρεία Marc τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν απολέσει κατά μέσο όρο 38% του εισοδήματος τους μέχρι σήμερα. Αντίστοιχα η απώλεια φαίνεται και από τις πιέσεις που ασκούνται στην αγορά ακινήτων. Στην Ιρλανδία ο δείκτης αυτός σημείωσε πτώση πέραν των 45 μονάδων την περίοδο 2008 – 2011, με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας.
Επέλεξα σκόπιμα ως τελευταίο σημείο ίσως την πιο σημαντική συνέπεια της εφαρμογής μνημονίων στις χώρες του Νότου. Τις δραματικές κοινωνικές συνέπειες που βιώνουν οι λαοί και την κοινωνική αποσάθρωση ως συνέπεια της ανεργίας. Στην Ελλάδα με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας η ανεργία έχει ξεπεράσει το 24% το 2012 ενώ ένας στους δυο νέους (55,4%) ήταν άνεργος στη χρονιά αυτή. Στην Ιρλανδία, που αποτελεί «υπόδειγμα» εφαρμογής προγράμματος προσαρμογής, η ανεργία είναι κοντά στο 15%, ενώ το μεγαλύτερο μέρος αποτελεί η μακροχρόνια ανεργία.
Εάν, προκειμένου να εξυπηρετήσουμε ο καθένας τις δικές του ιδεοληψίες και τους δικούς του δογματισμούς, είμαστε διατεθειμένοι να μην συζητήσουμε καμιά άλλη επιλογή πέραν του Μνημονίου αδιαφορώντας για τις πραγματικότητες που δημιούργησαν αυτά σε άλλες χώρες, τότε θα πρέπει αυτό να το ξεκαθαρίσουμε στον κυπριακό λαό. Όπως θα πρέπει να του πούμε την αλήθεια: προοπτική για ανάκαμψη μέσα από το Μνημόνιο όπως διαμορφώθηκε, δεν υπάρχει.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η τελική συμφωνία Αναστασιάδη - Eurogroup θα οδηγήσει σε απονεύρωση του χρηματοοικονομικού συστήματος. Η απουσία ρευστότητας σε συνδυασμό με τους περιορισμούς στη διακίνηση κεφαλαίων θα οδηγήσει σε πιστωτική ασφυξία την οικονομία.
Η απότομη μείωση του τραπεζικού τομέα στο μισό είναι βέβαιο ότι θα επιφέρει βίαιη αλλαγή του κυπριακού οικονομικού μοντέλου. Ως αποτέλεσμα η διόγκωση της ύφεσης στην οικονομία θα εκτοξεύσει την ανεργία στον Τόπο μας. Με βάση τις παραδοχές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που από πολλούς οικονομολόγους και αναλυτές κρίνονται ως αισιόδοξες, το ΑΕΠ θα σημειώσει πτώση 8,7% το 2013 και επιπλέον 3,9% το 2014. Ένα σύνολο σωρευτικής μείωσης 12,5% σε σχέση με το 2012. Αυτό σημαίνει ότι θα χαθεί το ένα όγδοο της παραγωγής σε δύο χρόνια.
Σοβαρά ερωτηματικά τίθενται και ως προς τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους αφού οι υφιστάμενες προβλέψεις δεν λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τους κινδύνους της ύφεσης και της απώλειας εσόδων του κράτους.
Επιπλέον, η Κύπρος παρουσιάζει σημαντική απώλεια ανταγωνιστικότητας ως προς το εξωτερικό εμπόριο την τελευταία δεκαετία. Αναμένεται ότι θα απαιτηθεί σημαντική μείωση του κόστους εργασίας και του γενικού επιπέδου μισθών ώστε να υπάρξει αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Αυτό θα σημαίνει ότι η πορεία που θα ακολουθήσει η χώρα εντός μνημονίου θα έχει ως στόχο να μειώσει μισθούς τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα ώστε να υπάρξει εσωτερική υποτίμηση.
Στην αγορά εργασίας το ακραίο σενάριο της PIMCO κατέγραφε ανεργία 13,8% για το 2013. Ήδη οι τελευταίες στατιστικές δείχνουν ότι η ανεργία ξεπέρασε αυτά τα επίπεδα και συνεπώς τα νέα δεδομένα στην οικονομία αναμένεται, και λόγω των ιδιωτικοποιήσεων, να εξακοντίσουν την ανεργία σε ιστορικά πρωτοφανή επίπεδα. Ακόμη χειρότερα, το πρόγραμμα δεν προσφέρει καμία πηγή τόνωσης της ζήτησης, ούτε πεδίο ανάπτυξης, για τα επόμενα χρόνια. Άρα μετά την απότομη συρρίκνωση της οικονομίας είναι πιθανό να ακολουθήσει μακρά στασιμότητα.
Όλα αυτά, αντί να επιλύσουν, θα οξύνουν ακόμα περισσότερο τα προβλήματα, σε οικονομικό αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο. Οι ιδιωτικοποιήσεις για παράδειγμα, θα έχουν επιπτώσεις και σε θέματα ασφάλειας. Μια χώρα ημικατεχόμενη με τον ηλεκτρισμό, τις επικοινωνίες και τα λιμάνια της παραδομένα στα μονοπώλια, σίγουρα καθίσταται πολύ πιο ευάλωτη στους κινδύνους.
Πέραν τούτου, για την περίπτωση της Κύπρου είναι πλέον προφανές ότι οι αποφάσεις από το ΔΝΤ και την ΕΕ δεν λαμβάνονται με οικονομικά κριτήρια, αλλά και με πολιτικά. Γι΄αυτό και δεν πρέπει κανένας να προσποιείται πως το Κυπριακό και το φυσικό αέριο δεν βρίσκονται στην ατζέντα των επιδιώξεων τους. Το ζητούμενο αυτή την ώρα δεν είναι να αναζητούμε από οποιονδήποτε το δικαίωμα μας να αποφασίζουμε εμείς για το μέλλον και το φυσικό πλούτο του Τόπου μας. Το ζητούμενο είναι αυτό το δικαίωμα να είναι κατοχυρωμένο. Να αποφασίζουμε εμείς για εμάς. Η εξάρτηση που θα δημιουργήσει η οικονομική υποδούλωση μας στην Τρόικα μέσω του Μνημονίου, είναι προφανές πως θα καταργήσει αυτό το δικαίωμα. Εναπόκειται σε εμάς εάν θα το επιτρέψουμε.
Η εκτίμηση του ΑΚΕΛ είναι πως ο δρόμος του μνημονίου θα οδηγήσει σε φαύλο κύκλο. Φαύλο κύκλο που θα γεννά και αναγεννά νέες απαιτήσεις, εκβιασμούς και νέα μέτρα. Δηλαδή σε μια νέα εποχή αποικιοκρατίας για την Κύπρο δίχως καμιά προοπτική.
Θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς. Γνωρίζουμε ότι εδώ που έχει φτάσει η οικονομία μας δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Η όποια εναλλακτική επιλογή θα είναι επίσης οδυνηρή. Το ζητούμενο είναι αυτή να δίνει ελπίδα και προοπτική για ταχύτερη έξοδο από την κρίση. Για να γίνει αυτό θα χρειαστεί σκληρή, επίμονη δουλειά στη βάση σωστών πολιτικών και σχεδιασμών, αλλά προπάντων στράτευση της κοινωνίας πίσω από ένα πλαίσιο συνολικής ανασυγκρότησης που προϋποθέτει θυσίες. Όμως αυτές οι θυσίες θα είναι προς όφελος της Κύπρου και των Κυπρίων και κανενός άλλου. Αυτή πρέπει να είναι και η ουσιαστική διαφορά της εναλλακτικής επιλογής.
Αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να έχει τρία βασικά χαρακτηριστικά:
Πρώτο, να δίνει στην οικονομία και την κοινωνία προοπτική, δυνατότητα να σηκώσει το κεφάλι και να δουλέψει σκληρά. Να διασφαλίζει στην οικονομία βασικά δομικά εργαλεία, όπως η ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος, η σταθερότητα στο φορολογικό πλαίσιο, η σύμπνοια στις εργασιακές σχέσεις. Τέτοια εργαλεία δεν παρέχει το μνημόνιο.
Δεύτερο, χρειάζεται ευελιξία χειρισμών στην οικονομική πολιτική. Γνωρίζετε πολύ καλά ότι η δανειακή σύμβαση στερεί κάθε ικμάδα απόκλισης από τους στόχους του προγράμματος. Ανά τρίμηνο αξιολογεί, υπολογίζει και επιβάλει νέα μέτρα.
Τρίτο, να δημιουργεί δυνατότητες ανάπτυξης, παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας. Πιο απλά, να δίνει στους νέους ένα μισθό να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί αν οι παραγωγικές δυνατότητες της Οικονομίας μας, η μια μετά την άλλη καταστρέφονται, είτε με αποφάσεις της ΕΕ, είτε λόγω των σκληρών ανταγωνιστικών πιέσεων που δεχόμαστε από άλλες χώρες.
Αυτά τα τρία χαρακτηριστικά είμαστε έτοιμοι να τα αναζητήσουμε στην όποια λύση μας απαλλάσσει από το μνημόνιο.
Κάναμε διαρκή προσπάθεια αξιοποιώντας τις γνώσεις επιστημόνων, για να δούμε τις εναλλακτικές επιλογές που υπάρχουν. Μελετήσαμε σε βάθος, αναζητήσαμε επιλογές δίχως προαποκλεισμούς και παρωπίδες. Οι εναλλακτικές επιλογές που έχουμε είναι πράγματι περιορισμένες˙ όμως υπάρχουν. Για εμάς, ακόμα και η έξοδος από το ευρώ θα μπορούσε να είναι εναλλακτική πολιτική επιλογή. Είμαστε έτοιμοι να το συζητήσουμε και αυτό και άλλες προτάσεις και να διαμορφώσουμε συλλογικά την όποια άλλη επιλογή.
Το γνωρίζουμε ότι πιθανή έξοδος από το Ευρώ θα είναι επίσης επώδυνη επιλογή. Ωστόσο η επαναφορά εγχώριου νομίσματος θα μπορούσε να δώσει την προοπτική και τη δυνατότητα ανάπτυξης στο μέλλον, στη βάση ενός νέου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης.
Αντιλαμβάνομαι ότι μια τέτοια πρόταση θα αντιμετωπιστεί από ορισμένους αφοριστικά και μηδενιστικά. Το απεύχομαι. Αυτή την ώρα δεν πρέπει κανένας να εγκλωβίσει το μέλλον του λαού μας στις ιδεοληψίες, τα στεγανά και τα συνθήματα. Λέχθηκε δημοσίως πολλές φορές ότι «έξοδος από το ευρώ θα είναι καταστροφική και θα σημαίνει κατάρρευση». Ακόμα και αν αποδεχτούμε αυτό το σύνθημα, οφείλουμε να ομολογήσουμε πως ήδη βρισκόμαστε ενώπιον ανάλογων φαινομένων. Οι αποφάσεις του Eurogroup και του κ. Αναστασιάδη στις 25 Μαρτίου έχουν δημιουργήσει νέα, πρωτοφανή, αρνητικά και καταστροφικά δεδομένα για την Κυπριακή οικονομία.
Τραυματισμένο τραπεζικό σύστημα, περιορισμός στις συναλλαγές, μείωση των εισαγωγών λόγω έλλειψης ρευστότητας και αδυναμία διακίνησης χρημάτων στο εξωτερικό. Αυτά δεν είναι καταστροφικές επιπτώσεις της πιθανής εξόδου από το ευρώ. Αυτά είναι η σημερινή πραγματικότητα. Οι επιπτώσεις στον τραπεζικό τομέα και η συνεπακόλουθη ύφεση λόγω των μέτρων που έχουν συμφωνηθεί, αφαιρούν τη δυνατότητα ανάκαμψης της Κυπριακής οικονομίας στο επόμενο διάστημα, μειώνουν τον κοινωνικό ρόλο του κράτους και δημιουργούν συνθήκες μακροχρόνιας στασιμότητας.
Είναι βέβαιο πως θα υπάρξουν δυσκολίες από την υιοθέτηση εγχώριου νομίσματος στην εισαγωγή ευρωπαϊκών προϊόντων λόγω αύξησης του κόστους. Το νόμισμα θα υποτιμηθεί. Έχουμε όμως επεξεργαστεί προτάσεις στη μελέτη μας και είμαστε έτοιμοι να ανταλλάξουμε απόψεις με τα υπόλοιπα Κόμματα και την Κυβέρνηση για να υιοθετηθούν ώστε να μειωθεί το κοινωνικό βάρος από αυτές τις συνέπειες. Να υιοθετηθεί ένα νέο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης και να υπάρξει συνολικό πλάνο μετάβασης στο νέο νόμισμα.
Τις επόμενες μέρες θα δώσουμε στην Κυβέρνηση και στο σύνολο των πολιτικών Κομμάτων τα πορίσματα της μελέτης που έχουμε εκπονήσει. Εδώ θέλω να επισημάνω πως θεωρήσαμε ως πολιτικά ορθότερο να δώσουμε τη μελέτη πρώτα στην Κυβέρνηση και στα πολιτικά κόμματα και έπειτα στη δημοσιότητα για να μπορεί να τη μελετήσει ο καθένας. Επιδίωξη μας είναι να ξεκινήσουμε διαδικασία διαλόγου και προβληματισμού μαζί με τις πολιτικές δυνάμεις και το σύνολο της κοινωνίας. Καλούμε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να συγκαλέσει άμεσα Εθνικό Συμβούλιο για να υπάρξει συγκροτημένη συζήτηση μεταξύ των πολιτικών Κομμάτων. Είναι η ώρα που το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας θα πρέπει να αφήσει κατά μέρος τα πολλά λόγια και τα ανέξοδα συνθήματα, να προβληματιστεί για το σήμερα και το αύριο της Κύπρου και του λαού και να παρουσιάσει ένα συγκροτημένο πλάνο που θα δίνει νόημα στις θυσίες που καλούμε το λαό να κάνει και ελπίδα στις επόμενες γενιές.
Σε ότι αφορά τη δυνατότητα αποδέσμευσης από το Μνημόνιο θάθελα να επισημάνω τα εξής:
Ο λόγος για τον οποίο το μνημόνιο και η δανειακή σύμβαση βρίσκονται σήμερα ενώπιον της Βουλής για επικύρωση ή απόρριψη είναι επειδή πρόκειται για διεθνείς συμφωνίες που δεν περιορίζονται σε οικονομικής φύσης θέματα, όπως άλλωστε γνωμοδότησε και ο Γενικός Εισαγγελέας. Ως διεθνείς συνθήκες υπάγονται στους κανόνες του Δημοσίου διεθνούς Δικαίου.
Τόσο οι Ιδρυτικές Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με όλες τις κατά καιρούς τροποποιήσεις τους όσο και η νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναγνωρίζουν ότι το Διεθνές Δίκαιο γενικότερα και η Συνθήκη της Βιέννης για το Δίκαιο των Διεθνών Συνθηκών ειδικότερα, πρέπει να γίνονται σεβαστά. Αναλύοντας το μνημόνιο από αυτή τη σκοπιά, βρίσκουμε ότι πρόκειται για ετεροβαρή συμφωνία που παραβιάζει βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου, οι οποίες αποτελούν ταυτόχρονα και αναγκαστικούς του κανόνες. Ενδεικτικά αναφέρω την αρχή της μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των κρατών. Οι ωμές παραδοχές ευρωπαίων ηγετών, και ιδιαίτερα του κ. Σόιμπλε ότι έπρεπε να εξαναγκαστεί η Κύπρος να αλλάξει το οικονομικό της μοντέλο, να μειώσει το μέγεθος των τραπεζών της και άλλα σχετικά, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
Άραγε, πόσα μικρά ή/και νησιώτικα κράτη μπορούν να εφαρμόσουν ένα μοντέλο πολύ διαφορετικό από το δικό μας; Πόσο διαφορετικά είναι τα μοντέλα του Λουξεμβούργου, της Μάλτας, του Λίντεχσταϊν ή της Σλοβενίας; Ποιο κεκτημένο απαγορεύει σε κράτος μέλος να επιλέγει το μοντέλο που το ίδιο επιθυμεί; Ποια κοινοτική οδηγία καθορίζει το μέγεθος του τραπεζικού τομέα των κρατών μελών; Αν, λοιπόν, θέλουμε να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, αυτό που επέβαλαν στην Κύπρο συνιστά κλασική περίπτωση παραβίασης του διεθνούς δικαίου και του Χάρτη του ΟΗΕ και πιο συγκεκριμένα της αρχής της απαγόρευσης της επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των κρατών.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, όπου μια συμφωνία είναι ετεροβαρής ή παραβιάζει αναγκαστικούς κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, η Συνθήκη της Βιέννης την θεωρεί νομικά άκυρη και προνοεί για συγκεκριμένες διαδικασίες μονομερούς απαλλαγής από αυτήν.
Επιπλέον, αν η εφαρμογή μιας συνθήκης οδηγεί σε παράλογα αποτελέσματα, και πάλι η Συνθήκη της Βιέννης παραχωρεί δικαίωμα μονομερούς τερματισμού της. Δεν νομίζω ότι μπορεί να αμφισβητήσει κανείς στα σοβαρά ότι η εφαρμογή του μνημονίου ήδη οδήγησε σε παράλογα αποτελέσματα, αφού ουσιαστικά κατέστρεψε τη βάση της οικονομίας μας μέσα σε μια νύχτα.
Όσον αφορά την άποψη ότι τυχόν απαλλαγή από το μνημόνιο, που μάλλον οδηγεί και σε έξοδο από το ευρώ, σημαίνει ταυτόχρονα και έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θέλω να υπογραμμίσω ότι δεν υπάρχει καμία απολύτως πρόνοια που να στοιχειοθετεί κάτι τέτοιο. Ας μη ξεχνάμε ότι δέκα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι εκτός ευρώ. Αν αυτά έχουν τέτοιο δικαίωμα, τότε σίγουρα πρέπει να το έχουν όλα τα κράτη μέλη. Οποιαδήποτε διαφορετική μεταχείριση θα οδηγούσε σε παραβίαση της αρχής της κυριαρχικής ισότητας των κρατών που επίσης συνιστά αναγκαστικό κανόνα του Διεθνούς Δικαίου.
Δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι εκείνοι που μας επέβαλαν το μνημόνιο θα προβάλουν τη δική τους επιχειρηματολογία που θα οδηγεί σε πολύ διαφορετικά συμπεράσματα. Όσα ανέφερα, όμως, καταδεικνύουν ότι το ζήτημα είναι πολιτικό και δεν υπάρχει σοβαρό νομικό πρόβλημα για απαλλαγή από το μνημόνιο.
Καλούμε την Κυβέρνηση να αναλάβει πρωτοβουλία για συνάντηση με τους ηγέτες των άλλων χωρών του Νότου, αλλά και χωρών που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα για σκοπούς ανταλλαγής απόψεων και συντονισμού.
Θεωρούμε επίσης ότι η απόφαση που θα λάβουμε τώρα θα δεσμεύσει τη ζωή όλων μας για τις επόμενες δεκαετίες. Δεν είναι σωστό η Κυβέρνηση ή η Βουλή να δεσμεύσουμε τον κόσμο στην όποια πορεία. Θεωρούμε ότι ο λαός έχει το δημοκρατικό δικαίωμα να εκφράσει άποψη για ένα ζήτημα που θα καθορίσει το μέλλον του. Προτείνουμε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, εφ΄όσον ακουστούν όλες οι απόψεις επαρκώς και αντικειμενικά.
Ως ΑΚΕΛ θα καταψηφίσουμε το Μνημόνιο όπως έχει διαμορφωθεί μετά από τις διαπραγματεύσεις του κ. Αναστασιάδη με το Eurogroup. Θεωρούμε ότι καταστρέφει τον τραπεζικό τομέα, καταστρέφει σε μεγάλο βαθμό την κυπριακή οικονομία και οδηγεί σε φαύλο κύκλο που θα γεννά συνεχώς και νέες ανάγκες και θα προβάλλει την απαίτηση για τη λήψη νέων, πιο επαχθών μέτρων.
Ταυτόχρονα προτείνουμε την έναρξη διαλόγου μεταξύ της Κυβέρνησης και των πολιτικών κομμάτων για τη διαμόρφωση πρότασης εξόδου από το Μνημόνιο. Σ΄αυτό το διάλογο εμείς καταθέτουμε την πρόταση μας ότι συντεταγμένη έξοδος από το Ευρώ θα μπορούσε να αποτελέσει εναλλακτική επιλογή. Επαναλαμβάνουμε όμως ότι είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε και να συζητήσουμε όποια άλλη πρόταση θα κατατεθεί σε αυτό το διάλογο. Μοναδικός μας γνώμονας ήταν και παραμένει πάντοτε η υπεράσπιση των συμφερόντων του λαού και της Κύπρου.
30 Απριλίου 2013, Λευκωσία, Βουλή Αντιπροσώπων