Απόψε μας έφερε εδώ το καθήκον να τιμήσουμε τους μάρτυρες του Λαϊκού Κινήματος. Μας έφερε το χρέος της μνήμης˙ η υποχρέωση να θυμόμαστε και να θυμίζουμε ότι, διαχρονικά, το Κόμμα μας πλήρωσε με αίμα τη συνέπεια, την αποφασιστικότητα και την αφοσίωση του στα συμφέροντα του λαού και της Κύπρου.
«Δια τους κομμουνιστάς έπρεπε να είχε εφαρμοστεί η αρχή την οποία υπέδειξα ευθύς εξαρχής… δηλαδή να κτυπηθούν, να ταπεινωθούν, ώστε να μην δύνανται να προβληθούν επί του πολιτικού ούτε επί του αγωνιστικού πεδίου. Έτσι θα εξεμηδενίζοντο πολιτικώς και κατ΄αυτόν τον τρόπο θα εφαρμόζετο και η αρχή ην προτείνετε και υμείς δηλαδή να αντιμετωπίζομεν κεχωρισμένως τους αντιπάλους μας. Αντί να κάνουμε αυτό τουναντίον αφήσαμε τους κομμουνιστάς να ενισχυθούν ώστε να προβληθούν σήμερον ως σοβαρός αντίπαλος και να ενωθούν με τους δύο άλλους αντιπάλους μας άγγλους και τούρκους συνεργαζόμενοι μετά τούτων». Αυτά έγραφε το Γενάρη του 1958 ο Γρίβας προς τον Άνθιμο. Σε αυτά τα λόγια βρίσκονται συμπυκνωμένοι οι λόγοι που όπλισαν τα δολοφονικά χέρια των γριβικών μασκοφόρων.
Ο Γρίβας, εγνωσμένος και παθιασμένος αντικομμουνιστής είχε εξαρχής αποκλείσει τη συμμετοχή της Αριστεράς στον αντιαποικιακό αγώνα. Στις 17 Απριλίου 1955 έγραψε στο ημερολόγιό του ότι είχε συντάξει προειδοποίηση προς το AKEΛ να μην παρέμβει στο έργο της EOKA, "άλλως θα πέση λεπίδι". Σίγουρα δεν ήταν μόνο ο αντικομμουνισμός του Γρίβα που υπαγόρευε τον αποκλεισμό του ΑΚΕΛ. Τόσο ο Γρίβας όσο και η ηγεσία της δεξιάς τότε, γνώριζαν πολύ καλά ότι την επομένη του αντιαποικιακού αγώνα θα αναφυόταν και το ζήτημα της εξουσίας. Η απαλλαγή της Κύπρου από την αποικιοκρατία θα άφηνε ένα «κενό εξουσίας» το οποίο σίγουρα δεν ήταν διατεθειμένοι να επιτρέψουν στην Αριστερά να το διεκδικήσει. Ήταν αποφασισμένοι να καταπνίξουν την επιρροή του ΑΚΕΛ, του πιο μαζικού και οργανωμένου πολιτικού Κόμματος του τόπου, ώστε να μην έχει λόγο και ρόλο στα πολιτικά πράγματα.
Σε αυτή τους την επιδίωξη, ο Γρίβας και οι συνοδοιπόροι του βρίσκονταν σε απόλυτη ευθυγράμμιση με τους βρετανούς αποικιοκράτες. Το 1930 το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου είχε τεθεί στην παρανομία από τους αποικιοκράτες για τον ακριβώς ίδιο λόγο που και ο Γρίβας ήθελε να το εξαφανίσει από προσώπου γης. Όπως αναφέρεται στην Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου «η δραστηριότητα των κομμουνιστών ανησυχούσε ιδιαίτερα τον Κυβερνήτη. Η δράση τους ήταν η μόνη παραφωνία στη διακυβέρνηση που είχε κατορθώσει να επιβάλει». Αυτό από μόνο του καταμαρτυρεί τον πρωταγωνιστικό ρόλο που είχε το ΚΚΚ- ΑΚΕΛ στην αντιαποικιακή πάλη του λαού μας.
Αυτή φυσικά δεν ήταν η μόνη φορά που οι επιδιώξεις του Γρίβα συναντήθηκαν με αυτές του ιμπεριαλισμού. Το 1964 οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είχαν εκπονήσει το διχοτομικό σχέδιο Άτσεσον. Όπως ο Σπ. Παπαγεωργίου αναφέρει στο βιβλίο του «Μακάριος Δια πυρός και σιδήρου» , ο Γρίβας είχε αναλάβει την προώθηση του σχεδίου. Λίγο πριν το 1974, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είχαν αποφασίσει ότι ο Μακάριος έπρεπε να εξαφανιστεί από το σκηνικό προκειμένου να δέσουν την Κύπρο στο άρμα των συμφερόντων τους. Και πάλι βρήκαν στο Γρίβα, στην ΕΟΚΑ Β΄ και τη Χούντα πολύτιμους συνεργάτες.
Ίσως το πιο τρανταχτό παράδειγμα του πως η στάση του Γρίβα και της ηγεσίας της Δεξιάς υποβοήθησε αυτούς που υποτίθεται ότι πολεμούσαν, είναι το ίδιο το ζήτημα της ΕΟΚΑ. Εγκλωβισμένοι στις αυταπάτες της υπερ-πατριωτικής ρητορείας, δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν τον αντιαποικιακό αγώνα ως αντιιμπεριαλιστική, αντιαποικιακή πάλη. Υποτίμησαν και παραγνώρισαν πλήρως τους τουρκοκύπριους. Παρέμειναν δογματικά προσκολλημένοι στην Ένωση, αρνούμενοι να συζητήσουν την όποια ιδέα για μια περίοδο αυτοκυβέρνησης, πρακτική που ακολουθήθηκε στην πορεία πλείστων αποικιών προς την ανεξαρτησία τους.
Παρόλο τον ηρωισμό που επέδειξαν οι αγνοί αγωνιστές της οργάνωσης, παρόλο τον ενθουσιασμό που δημιούργησε σε μεγάλη μερίδα του λαού, ο αγώνας της ΕΟΚΑ δεν πέτυχε τους στόχους του. Αντιθέτως κάτω από την αρχηγία ενός ανθρώπου που θεωρούσε εχθρούς του όχι μόνο τους βρετανούς, αλλά πολύ περισσότερο τους τουρκοκύπριους και τους κομμουνιστές, οδήγησε σε αδιέξοδα. Οι βρετανοί άρπαξαν την ευκαιρία που τους έδωσε απλόχερα η οδός που ακολούθησε ο Γρίβας. Εκμεταλλεύθηκαν την ένταση που δημιούργησε ο ένοπλος αγώνας. Εφάρμοσαν την πολιτική του διαίρει και βασίλευε και υποδαύλισαν τις πρώτες διακοινοτικές συγκρούσεις. Το Κυπριακό, από ζήτημα απαλλαγής της Κύπρου από το βρετανικό αποικιακό ζυγό μετατράπηκε σε ζήτημα διακοινοτικής διαμάχης στην οποία οι βρετανοί ανέλαβαν το ρόλο του διαιτητή και ειρηνοποιού. Ταυτόχρονα, έβαλαν στο Κυπριακό, την Τουρκία ως ενδιαφερόμενο μέρος. Συνεπώς, διαλέγοντας το δρόμο του ένοπλου αγώνα, ο Γρίβας όχι μόνο δεν εκπλήρωσε τους στόχους που έθεσε, αλλά διευκόλυνε σε μεγάλο βαθμό τη Βρετανία και την Τουρκία στην υλοποίηση των μεθοδεύσεων τους σε βάρος της Κύπρου.
Το Κόμμα μας είχε την πολιτική ωριμότητα και την οξυδέρκεια να προβλέψει ότι ο ένοπλος αγώνας θα σήμαινε την απαρχή ακόμα μιας περιπέτειας για το λαό μας. Μέχρι σήμερα πολλοί ψέγουν το ΑΚΕΛ για τη στάση που τήρησε απέναντι στον αγώνα της ΕΟΚΑ κι ας δικαιωθήκαμε από τις ίδιες τις εξελίξεις. Διαφωνήσαμε με την τακτική του ένοπλου αγώνα, γιατί πιστεύαμε ότι μέσα στις συνθήκες και τα δεδομένα της Κύπρου δεν ήταν η ενδεδειγμένη και ορθή επιλογή. Γιατί εκτιμούσαμε ότι δεν έπρεπε να διεξαχθεί η αντιαποικιακή πάλη ερήμην των τουρκοκυπρίων. Γιατί πιστεύαμε ότι θα είχε περισσότερη αξία αν κινητοποιούσαμε το λαό σε πολιτικό και όχι σε ένοπλο αγώνα. Γι΄αυτό αντιπροτείναμε τη συνέχιση και την ένταση του μαζικοπολιτικού αγώνα σε συνδυασμό με σωστή διεθνοποίηση του Κυπριακού. Δυστυχώς για την Κύπρο, δεν εισακουστήκαμε. Αντιθέτως οι απόψεις μας θεωρήθηκαν προδοτικές. Δεκαετίες αργότερα, ο Γλαύκος Κληρίδης, που θεωρείται ο πατριάρχης της Δεξιάς στην Κύπρο, κατέληξε στα ίδια συμπεράσματα.
Λέγοντας τα αυτά, δεν θα μπορούσα να μην κάνω ένα παραλληλισμό με το σήμερα. Τότε, το Κόμμα μας αναλύοντας διαλεκτικά το κυπριακό ζήτημα πήρε θέση ενάντια στη διεξαγωγή ένοπλου αγώνα. Μας είπαν προδότες. Εκ των υστέρων δικαιωθήκαμε. Σήμερα και πάλι αναλύοντας διαλεκτικά το κυπριακό, επιμένουμε ότι δεν μπορεί να βρεθεί άλλη λύση εκτός από τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Επιμένοντας ότι τυχόν εγκατάλειψη της θα μας οδηγήσει στη διχοτόμηση. Επιμένουμε ότι το περιεχόμενο της λύσης θα πρέπει να επανενώνει τον τόπο μας. Να ενώνει το λαό μας, ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους, σε πολιτική βάση. Γι΄αυτές μας τις θέσεις, ορισμένοι μας αποκαλούν και πάλι, άλλοι απροκάλυπτα και άλλοι συγκαλυμμένα, «προδότες». Υποβάλλουν ότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας και το ΑΚΕΛ είναι περίπου έτοιμοι να ξεπουλήσουν τα πάντα, καθοδηγούμενοι από τις «προδοτικές τους θέσεις».
Αυτού του είδους η προπαγάνδα υπήρξε ανέκαθεν το πιο ασφαλές «καταφύγιο» για τη δεξιά και την ακροδεξιά της Κύπρου. Αυτό συνδυάστηκε με τον ψευδή ισχυρισμό ότι το ΑΚΕΛ, εκτός από προδοτικές θέσεις, συνεργαζόταν με τους βρετανούς και πρόδιδε αγωνιστές της ΕΟΚΑ. Ουδέν αναληθέστερο. Οι προδότες βρίσκονταν αλλού και αυτό ήταν και είναι γνωστό. Το επιβεβαίωσε και η Ουρανία Κοκκίνου, τον Απρίλη του 1991 αναφέροντας: «Προδότες δυστυχώς υπήρχαν και μάλιστα συνειδητοί πράκτορες των Άγγλων και πολλές φορές η Οργάνωση πέρασε από τον έσχατο κίνδυνο εξαιτίας τους και πολλά ήσαν τα θύματα της προδοσίας τους. Όλοι οι προδότες, υπήρξαν μέλη της Οργάνωσης και φανατικοί εθνικόφρονες».
Η ρετσινιά του «αριστερού προδότη» ήταν απλά το αναγκαίο επιχείρημα ώστε να μπορέσουν οι μασκοφόροι να υλοποιήσουν τις διαταγές του Γρίβα που στόχευαν στην αποδυνάμωση του ΑΚΕΛ. Tο 1958, τη χρονιά που το όργιο των πολιτικών δολοφονιών βρισκόταν στο αποκορύφωμα του, ο Γρίβας σε επιστολή του προς το Μακάριο έγραφε «θα βάλω χέρι αλύπητα και στους κομμουνιστάς προδότας και θα αρχίσω ανοικτό πόλεμο εναντίον των…». Έτσι κι έγινε. Τον ίδιο χρόνο έπεφτε νεκρός ο Ηλίας Ττοφαρής στο μικρό καφενείο του πατέρα του, πυροβολημένος πισώπλατα. Το ίδιο και ο Μιχάλης Πέτρου. Νεκρός έπεσε την ίδια χρονιά και ο Σάββας Μένοικος, του οποίου η δολοφονία καταδεικνύει πόσο μίσος και πόση εχθρότητα ενάντια στο ΑΚΕΛ, είχε καταφέρει να εμποτίσει στους οπαδούς του ο Γρίβας. Συνελήφθηκε από ένοπλους οι οποίοι τον έδεσαν πάνω στον ευκάλυπτο της εκκλησίας του χωριού και φώναζαν με τηλεβόα σε όλους για να τον φτύσουν και να το λιθοβολήσουν. Όλα αυτά, γιατί παρόλες τις πιέσεις που δεχόταν για να εγκαταλείψει την Αριστερά, δεν το έπραξε.
Χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 1991 ο τομεάρχης της ΕΟΚΑ, Φ. Παπαφώτης δήλωσε δημόσια: «Διέταξα την οργάνωση να συλλάβει τον Μένοικο να τον ακινητοποιήσει σε μια πλατεία του Λευκονοίκου να καλέσει το λαό να συγκεντρωθεί στην πλατεία και αφού καταγγείλει την αντιεθνική συμπεριφορά του, να τον αφήσει ελεύθερο να πάει στο χωριό του. Η διαταγή εκτελέστηκε από τους αγωνιστές όπως ακριβώς δόθηκε. Ατυχώς ο Σάββας Μένοικος δεν άντεξε τις αποδοκιμασίες του λαού και πέθανε από συγκοπή καρδίας». Τέτοιες τοποθετήσεις εξοργίζουν τον κάθε εχέφρονα άνθρωπο. Ποια ήταν η αντιεθνική συμπεριφορά; Ποιος είχε αναγάγει τον κάθε Παπαφώτη σε δικαστή; Πόση ασέβεια στη μνήμη του νεκρού, τόσα χρόνια μετά ώστε να μη γίνεται παραδεκτό ένα γεγονός που εκτυλίχθηκε μπροστά στα μάτια εκατοντάδων ανθρώπων;
Ο Σάββας Μένοικος δεν πέθανε από συγκοπή, αλλά δολοφονήθηκε για τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Για τον ίδιο λόγο δολοφονήθηκε ο Δημήτρης Γιασεμή. Ο Αντρέας Σακκάς, πάνω στον οποίο μάλιστα οι άνανδροι δολοφόνοι άφησαν και σημείωμα με την επιγραφή «ήταν προδότης». Με ξυλοκόπημα μέχρι θανάτου σκότωσαν και τον Παναγιώτη Στυλιανού. Εν ψυχρώ πυροβόλησαν και σκότωσαν το Νικόδημο Ιωάννου, τη Μαρία Χαρίτου και τη Δεσπούλλα Κατσούρη, μόλις 13 χρόνων καθώς και πολλούς άλλους συντρόφους μας.
Μακρύς ο κατάλογος αυτών που μαρτύρησαν για την Αριστερά. Οι δολοφονίες είχαν τέτοια ένταση, τέτοια συχνότητα και τόση αγριότητα που το Κόμμα μας θα ήταν απόλυτα δικαιολογημένο αν απαντούσε με το ίδιο νόμισμα. Όμως δεν το έπραξε. Ο λόγος ήταν απλός. Αν η Αριστερά απαντούσε στη βία με βία, η Κύπρος θα έμπαινε στη δίνη του εμφυλίου πολέμου. Οι συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης θα ήταν απρόβλεπτες και καταστροφικές για την υπόθεση της Κύπρου. Είναι αξιοθαύμαστο το σθένος που επέδειξε η ηγεσία του ΑΚΕΛ εκείνη την περίοδο. Όπως αναφέρει ο Εζεκίας Παπαϊωάννου στην αυτοβιογραφία του «η μεγαλύτερη δοκιμασία της ζωής μου ήταν όταν η ΕΟΚΑ σκότωνε αριστερούς με τη ρετσινιά του «προδότη» και οι δικοί μας ήθελαν να απαντήσουν σ΄αυτά τα εγκλήματα με το ίδιο νόμισμα. Για ολόκληρη την ηγεσία του ΑΚΕΛ ήταν μια πολύ σκληρή δοκιμασία. Να ενδώσει στην πίεση των κομματικών μελών και οπαδών του Κόμματος και ν΄απαντήσει με το ίδιο νόμισμα ή να περιοριστεί σε μαζικές καταδίκες και διαμαρτυρίες για τα φρικτά εγκλήματα που διαπράττονταν; Η ηγεσία του ΑΚΕΛ δεν ενέδωσε. Έθεσε πάνω από όλα τα συμφέροντα του λαού και του τόπου κι αρνήθηκε επίμονα να οδηγήσει τα πράγματα σε ένα αριστερό εμφύλιο πόλεμο. Θυμάμαι μια νύκτα που μερικοί αριστεροί ήρθαν στο σπίτι μου τρομερά θυμωμένοι και μου είπαν «αν δεν μας αφήσεις να απαντήσουμε θα σκοτώσουμε εσένα». «Προτιμώ απάντησα να σκοτώσετε εμένα παρά να κλάψουν χιλιάδες μάνες και παιδιά». Το ΑΚΕΛ απάντησε στις δολοφονίες με μαζικές πολιτικές κινητοποιήσεις, στις οποίες η συντριπτική πλειοψηφία του λαού καταδίκαζε έντονα την εγκληματική δράση του γριβισμού.
Περίπου πέντε δεκαετίες μετά εξακολουθούμε να τιμούμε τη μνήμη όσων δολοφονήθηκαν από τους μασκοφόρους του Γρίβα. Τι ζητούμε έπειτα από τόσα χρόνια; Μήπως παρελθοντολογούμε, όπως αρέσκονται πολλοί να λένε; Μήπως επιχειρούμε να παραχαράξουμε την ιστορία;
Πέντε δεκαετίες μετά, ζητούμε δικαίωση της μνήμης των νεκρών ηρώων της Αριστεράς. Ζητούμε αποκατάσταση του ονόματος τους. Ζητούμε αναγνώριση των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν τότε και ανάδειξη της αλήθειας. Μια πράξη που θα οδηγήσει πραγματικά στην εθνική συμφιλίωση. Θα δικαιώσει έστω και μετά θάνατον τα θύματα του φασισμού και του μίσους. Θα αποκαταστήσει το όνομα τους, την αλήθεια και την ιστορία και θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για πραγματική ενότητα του λαού. Όσο για την παραχάραξη της ιστορίας, άλλοι είναι που τιμούν ακόμα τους ολετήρες της Κύπρου ως ήρωες. Άλλοι τους δαφνοστεφανώνουν και τους στήνουν ανδριάντες. Δυστυχώς δίχως κανένα σεβασμό στην ιστορική πραγματικότητα. Δίχως κανένα σεβασμό στους νεκρούς της Δημοκρατίας και της ελευθερίας.
Πέντε δεκαετίες μετά, ζητούμε να καταδικαστεί πολιτικά ο φασισμός για τα εγκλήματα που διέπραξε με στόχο να αποφύγουμε την επανάληψη τους. Τον τελευταίο καιρό και με αφορμή τα όσα παρακολουθήσαμε να γίνονται στην Ελλάδα, αποδεικνύεται ότι όσο ο φασισμός γίνεται αποδεκτός ως «μια άλλη άποψη στη δημοκρατία» ή έστω ανεκτός, όποια μορφή και αν παίρνει, οδηγεί πάντα στον ίδιο προορισμό: στο μίσος και στο έγκλημα. Λίγες μέρες πριν τις ελληνικές εκλογές, είδαμε να κορυφώνονται οι επιθέσεις και οι απειλές των φασιστικών στοιχείων. Σε κάποιες φωνασκούσαν «παλιοκουμούνια θα πεθάνετε». Ότι ακριβώς φώναζαν οι δολοφόνοι του Γρίβα την ώρα που σκότωναν στελέχη και μέλη της Αριστεράς πενήντα χρόνια πριν. Ότι ακριβώς φώναζε η ΕΟΚΑ Β΄ εγκληματώντας το 1974. Όσο οι πράξεις, τα συνθήματα και το ιδεολόγημα του φασισμού αφήνονται να περνούν απαρατήρητα, όσο δεν αναγνωρίζονται τα ιστορικά γεγονότα για να λειτουργήσουν ως παραδείγματα, τέτοια φαινόμενα θα εντείνονται και η προσπάθεια για εθνική συμφιλίωση θα τραυματίζεται.
Το Κόμμα μας προειδοποίησε πολλές φορές γι΄αυτό. Το έπραξε και το πράττει όχι μόνο γιατί φύσει και θέσει βρίσκεται απέναντι από τον εθνικισμό και το σοβινισμό και σε διαρκή μάχη μαζί τους. Αλλά γιατί έχει πικρή πολιτική πείρα από τη δράση της ακροδεξιάς. Γιατί κάθε φορά που ο φασισμός σήκωνε κεφάλι στον τόπο μας, πρώτα πλήρωνε με το αίμα της η Αριστερά και έπειτα ο τόπος ολόκληρος. Τα συρματοπλέγματα που χαράζουν τα χώματα της Κύπρου είναι το πιο αδιάσειστο και πικρό τεκμήριο αυτής της αλήθειας. Γι΄αυτό δεν θα πάψουμε να την επαναλαμβάνουμε.
Σχεδόν πενήντα χρόνια μετά τις άγριες δολοφονίες των συντρόφων μας, ο πόνος μας έγινε όπως το έγραψε ο Ανθίας «σεμνή περηφάνια». Πάνω στα ματωμένα τους πουκάμισα ορκιστήκαμε τη δικαίωση του λαού μας. Και τα σηκώσαμε ψηλά, λάβαρα στον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό που τους καταδίκασε στο θάνατο. Ενάντια στο φασισμό που τους δολοφόνησε με τη βαριά κατηγορία του προδότη. Ενάντια στο πραξικόπημα που τους πυροβόλησε ξανά. Ενάντια στον εισβολέα που τους σκότωσε ξανά˙ ενάντια στην κατοχή που κρατά τη θυσία τους αδικαίωτη.
Η σημερινή εκδήλωση αποτελεί πράξη τιμής και περηφάνιας, για το ΑΚΕΛ και το Λαϊκό Κίνημα γενικότερα. Αποτελεί υπόσχεση στους νεκρούς ήρωες μας ότι θα παραμείνουμε πιστοί μέχρι τέλους στην υπόθεση στα ιδανικά και τις αξίες του Κόμματος των Εργαζομένων. Πιστοί μέχρι τέλους στα ματωμένα πουκάμισα των σκοτωμένων μας συντρόφων, που όπως το έγραψε κι ο Λειβαδίτης, εμείς ζωγραφίσαμε πάνω τους σκηνές από την αυριανή ευτυχία του κόσμου, κι έτσι γεννήθηκαν οι σημαίες μας. Σημαίες που κυματίζουν περήφανες και δείχνουν το δρόμο για το μέλλον. Τιμή και δόξα στους ήρωες μας.