Η ανήθικη βιομηχανία του “fast fashion”
Δεκέμβριος, o μήνας που οι βιτρίνες φορτώνονται με χριστουγεννιάτικα φώτα και στολίδια. Τόσες πολλές σοκολάτες και γλυκά, αρκετά για να «χορτάσουν» τα μάτια. Τα μαγαζιά γεμίζουν με κόσμο που τρέχει να προλάβει τις προσφορές, να αγοράσει σε χαμηλές τιμές. Τρέχουν όλοι να αγοράσουν δώρα, στολίδια, ρούχα και άλλα. Τόσα ρούχα, ώστε να καλύψουν όλες τις Χριστουγεννιάτικες υποχρεώσεις, καινούργια ρούχα για τις βραδινές εξόδους, για τα οικογενειακά τραπέζια, την εκκλησία κ.α.
Τα ρούχα αποτελούν -μέχρι- και το 30% των συνολικών δώρων. Οι χαμηλές τιμές συγκριτικά με την ποιότητα που προσφέρεται, αποτελεί ένα εξαιρετικά ελκυστικό συνδυασμό. Με σκοπό ο κόσμος να αγοράσει δώρα και να κρατήσει χαμηλό προϋπολογισμό, επισκέπτεται τις μεγάλες εταιρίες οι οποίες ενδεχομένως έχουν τα ζητούμενα του καταναλωτή. Προϊόντα τα οποία στην ουσία μοιάζουν με τα ακριβά, ωραία φορέματα και κοστούμια των διάσημων και πολυεθνικών οίκων, αλλά υπάρχει η ειδοποιός διαφορά που μαγνητίζει τον απλό άνθρωπο να προμηθεύεται από τα εν λόγω καταστήματα: η φθήνια.
Τι είναι το fast fashion;
Πώς μπορούν οι μεγάλες εταιρείες όμως να προσφέρουν τόσο ακριβά ρούχα σε τόσο χαμηλές τιμές; Ποιο είναι το πραγματικό κόστος; Η απάντηση βρίσκεται στο φαινόμενο του “fast fashion”. Το fast fashion με απλά λόγια, είναι η βιομηχανία που παράγει εύκολα αναλώσιμα ρούχα σε χαμηλή τιμή και ποιότητα, σε σύντομο χρονικό διάστημα. Φτιάχνει τα ρούχα που βλέπουμε στα εμπορικά κέντρα να διαφημίζονται μπροστά-μπροστά στις εισόδους των καταστημάτων… για λίγες μόνο εβδομάδες. Απευθείας μετά, η ίδια η βιομηχανία θα αλλάξει την μόδα, θα προχωρήσει παρακάτω για να πουλήσει τα νέα φτηνά προϊόντα της. Το φαινόμενο αυτό, λοιπόν είναι η ευκαιρία μεγάλων εταιριών να έχουν αυξανόμενο κέρδος με πολύ χαμηλό κόστος.
Γιατί όμως να ενοχλούμαστε; Στο κάτω-κάτω κάνει καλό για τα πορτοφόλια του κόσμου. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι να τασσόμαστε ενάντια σε αυτό το φαινομένο. Σημαντικό είναι να διαχωριστεί το πρόβλημα σε δύο μεγάλες κατηγορίες: στις αρνητικές συνέπειες που επιφέρει η μαζική παραγωγή στο περιβάλλον και στην εξαθλίωση των εργατών κατά την διάρκεια παραγωγής τους. Η βιομηχανία αυτή θεωρείται ως η δεύτερη πιο επιβλαβής για το περιβάλλον, μετά από αυτή του πετρελαίου. Πιο συγκεκριμένα, τα ρούχα που παράγονται είναι εξολοκλήρου από βαμβάκι. Για να παραχθεί 1 κιλό βαμβάκι, χρειάζονται περίπου 20,000 λίτρα νερό, όπως επίσης για 1 τόνο βαμμένου υφάσματος θα χρησιμοποιηθούν 200 τόνοι καθαρού νερού, το οποίο θα μολυνθεί λόγω των χημικών που χρησιμοποιούνται. Είναι ένα τεράστιο τίμημα αν αναλογιστούμε τον όγκο ενδυμάτων που παράγονται καθημερινά.
Γνωρίζοντας το πρόβλημα της λειψυδρίας που βιώνουν πάρα πολλές χώρες, ανάμεσα τους και η χώρα μας, το γεγονός αυτό πρέπει να μας απασχολήσει και να δράσουμε άμεσα. Αν αυτό δεν αρκεί, ας λάβουμε υπόψη μας τα βλαβερά αέρια που παράγονται για την επεξεργασία τους, που ευθύνονται για το 10% της παγκόσμιας εκπομπής CO₂. Ακόμη, ένα ποσοστό που πρέπει να γνωρίζουμε είναι ότι το 95% των μικροπλαστικών που επιπλέουν αυτή την στιγμή στον Αρκτικό Ωκεανό, οφείλονται στις ίνες των 40 εκατομμυρίων τόνων συνθετικών υλικών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ρούχων ετησίως.
Επίσης, εκτάσεις γης αποψιλώνονται με σκοπό να φυτευτούν δέντρα για να παράγουν τις ύλες που χρειάζονται οι ραπτικές εταιρείες. Όση γη απομένει, χρησιμοποιείται σε τόσο μεγάλο βαθμό για τη βόσκηση ζώων, για να παράγουν μαλλί, με αποτέλεσμα, η εν λόγω έκταση να θεωρείται άγονη.
Οφείλουν να σχολιαστούν και οι συνθήκες στις οποίες οι εργαζόμενοι των βιομηχανιών fast fashion εργάζονται. Πρωτίστως, εκμεταλλεύονται την χαμηλή κοινωνικοοικονομική κατάσταση των κατοίκων συγκεκριμένων χωρών, όπως το Μεξικό, το Μπαγκλαντές κ.α. με αποτέλεσμα να αναγκάζουν τα ιδιαίτερα χαμηλά στρώματα να δουλεύουν ασταμάτητα, με ωράρια πέραν των 12 και 16 ωρών, ακόμα και 7 φορές την εβδομάδα. Αυτό συμβαίνει και σε εργοστάσια της βιομηχανίας που βρίσκονται στις ΗΠΑ, αφού σύμφωνα με έρευνα του Υπουργείου Εργασίας, εργαζόμενοι παίρνουν έως και $1.58 την ώρα. Σε εργοστάσια του Ηνωμένου Βασιλείου, οι εργάτες πληρώνονται £3 την ώρα και προφανώς το ποσό αυτό είναι λιγότερο από το μισό του ορισμένου κατώτατου μισθού. Επιπρόσθετα, σε πολλές περιπτώσεις βλέπουμε να εργάζονται σε εργοστάσια θύματα ανθρώπινης εμπορίας και παιδικής εργασίας, που συχνά γίνονται και θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Αξιοσημείωτο είναι πως το μεγαλύτερο κομμάτι ανθρωπίνου δυναμικού, απαρτίζεται από γυναίκες, καθιστώντας την έμφυλη βία ακόμα έναν παράγοντα που προβληματίζει.
Άμεσες εναλλακτικές
Η πηγή του προβλήματος δεν είναι άγνωστη. Ονομάζεται καπιταλισμός. Ο καπιταλισμός, συνεπάγεται μεταξύ άλλων, τη μανία του υπερκαταναλωτισμού, τη εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, την αδιαφορία για τη γη που μας θρέφει εμάς αλλά και τις μελλοντικές γενιές. Όλα αυτά και άλλα τόσα για το κεφάλαιο, το κέρδος και το υπερκέρδος.
Το καθήκον για να ανατρέψουμε το σάπιο σύστημα πέφτει κυρίως στους ώμους της νεολαίας. Μέχρι να γίνει αυτό όμως, υπάρχουν βήματα που μπορούμε να κάνουμε τώρα για να συμβάλλουμε στην επίλυση του προβλήματος. Για παράδειγμα, μπορούμε να μην αγοράζουμε από τους οίκους της βιομηχανίας fast fashion. Τα ρούχα μας μπορούμε κάλλιστα να τα αγοράζουμε από τα μικρά τοπικά μαγαζιά, ενισχύοντας τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις του τόπου μας. Μπορούμε ακόμη να επισκεφθούμε καταστήματα second hand για να προμηθευτούμε αλλά και να παραδώσουμε δικά μας κομμάτια που πιθανών να κατέληγαν στα σκουπίδια. Οι λύσεις υπάρχουν, οι τρόποι είναι πολλοί, η ευθύνη όμως είναι στα χέρια μας ώστε να μην είμαστε συνένοχοι στην διάλυση της γης και την εκμετάλλευση των εργαζομένων.
Εορταστικός καταναλωτισμός: Οι Επιπτώσεις στους εργαζόμενους
Όπως κάθε χρόνο, ο ερχομός των Χριστουγέννων συνοδεύεται με τα καθιερωμένα εορταστικά ψώνια. Από προσωπικά δώρα, δέντρα και στολίδια, μέχρι ηλεκτρικές συσκευές, έπιπλα κ.α., για να «συμπληρώσουν» το εορταστικό πνεύμα. Ή καλύτερα… γιατί έτσι έχει επικρατήσει, να συνδέεται η εορταστική περίοδος και η συναισθηματική έκφραση των ανθρώπων, μέσω αγοράς υλικών προϊόντων.
«Πνεύμα» καταναλωτισμού
Βέβαια, αυτό το «πνεύμα», αυτή η κατάσταση πραγμάτων, δεν διαπερνά οριζόντια την κοινωνία. Υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι εργαζομένων, που δεν έχει ούτε τις οικονομικές ανέσεις, ούτε τις εργασιακές πραγματικότητες εκείνες, που να επιτρέπουν μια τέτοια «άνεση». Πόσοι εργαζόμενοι θα καλεστούν και φέτος, μέρες εορτών να δουλέψουν για να καλυφτούν οι αυξημένες ανάγκες στις επιχειρήσεις, ένεκα του υπέρμετρου καταναλωτισμού που αναπτύσσεται την εν λόγω περίοδο; Ο οποίος καταναλωτισμός, ορίζεται ως η τάση στον καπιταλισμό, στην οποία η προσωπική ευτυχία εξισώνεται με την απόκτηση υλικών αγαθών. Σκοπός του άρθρου, δεν είναι να «ενοχοποιήσει» τις γιορτές αυτές καθαυτές, ούτε το αίσθημα εφορίας που μπορεί να προκαλούν. Σκοπός, είναι να φωτίσει την αντίληψη ότι οι γιορτές δεν είναι για όλους το ίδιο. Ένα τεράστιο μέρος της κοινωνίας ζει στην εξαθλίωση, στη φτώχεια ή στα όρια αυτής. Ο ταξικός διαχωρισμός λοιπόν, γίνεται ακόμα πιο αισθητός κατά τις εορταστικές περιόδους και στις άδειες.
Υπάρχουν οικογένειες εργαζομένων που δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα, που δουλεύουν κατά την διάρκεια των εορτών, που μετράνε και το τελευταίο ευρώ μήπως καταφέρουν να πάρουν κάποιο δώρο στα παιδιά τους. Είναι εκείνη η μερίδα της κοινωνίας, που βγάζει βάρδιες για ψίχουλα ή χωρίς καμιά αποζημίωση υπερωρίας και αργιών, στην ανάγκη να καλυφτούν οι ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων σε περίοδο αυξημένης κατανάλωσης.
Τουλάχιστον έτσι διαμορφώνονται οι τάσεις από τη λεγόμενη «πολιτιστική βιομηχανία», όπως ανέφεραν οι Adorno και Horkheimer (1996), αναφερόμενοι στις επεκτάσεις του καπιταλισμού, προσδίδοντας τις τάσεις για αυξημένη κατανάλωση σε συγκεκριμένες περιόδους, ως μια μορφή χειραγώγησης, αφού η ίδια βιομηχανία που καλύπτει τις ανάγκες αυτές, είναι αυτή που τις δημιουργεί. Ουσιαστικά, το άτομο, ο καταναλωτής, καταντά ένα παθητικό υποκείμενο, το οποίο με την κατανάλωση των εμπορευμάτων και των σηματοδοτήσεων τους, επικυρώνει και αναπαράγει τους πολιτισμικούς προσδιορισμούς των αναγκών του, όπως αυτοί δίδονται από την πολιτισμική βιομηχανία.
Η πίεση που ασκείται σε όλους για αγορά δώρων, διακοσμήσεις και πολυέξοδα τραπέζια, συμβάλλουν ολοένα και περισσότερο στο φαινόμενο του καταναλωτισμού, το οποίο εντείνεται κατά τις γιορτινές περιόδους. Όλα αυτά βέβαια δεν περνάνε χωρίς τις όποιες επιπτώσεις, τόσο για τους εργαζομένους όσο και για τους καταναλωτές.
Αυξημένη κατανάλωση – Αυξημένη Εκμετάλλευση
Τα εξαντλητικά ωράρια που καλούνται να συμπληρώσουν οι εργαζόμενοι σε διάφορες βιομηχανίες όπως η εστίαση και οι υπηρεσίες, μπορεί να έχουν συντριπτικές επιπτώσεις για τους ίδιους. Πόσες ώρες μπορεί κάποιος να στέκεται όρθιος; Πόσες ώρες μπορεί ένα άτομο να εξυπηρετεί κόσμο χωρίς διάλειμμα; Αυτά τα ζητήματα χρίζουν άμεσης ρύθμισης αφού δυσχεραίνουν το έργο των εργαζομένων ακόμα περισσότερο, λαμβάνοντας υπόψιν ότι σε πολλές περιπτώσεις οι εργαζόμενοι δεν ερωτώνται καν για το αν είναι πρόθυμοι να εργαστούν επιπρόσθετα, παρά μόνο τους ανακοινώνεται, πολλές φορές τελευταία στιγμή, με τις υπερωρίες σε πολλές περιπτώσεις να μένουν απλήρωτες.
Θέματα όπως αυτό της ορθοστασίας των εργαζομένων, αποτελούν βασικά εργασιακά ζητήματα που αγγίζει τόσο το ΑΚΕΛ όσο και η ΠΕΟ, μέσα και έξω από τη Βουλή.
Σε αυτό το σημείο, διαφαίνεται ακόμα μια φορά η τεράστια σημασία της ύπαρξης των συλλογικών συμβάσεων, αφού σε συνδυασμό με το ξεγύμνωμα των εργαζομένων από κάθε κρατική προστασία και σε συνδυασμό με τις τεράστιες οικονομικές ανάγκες, οι εργαζόμενοι γίνονται έρμαιο στα χέρια κάθε εργοδότη.
Επιπτώσεις στην υγεία των εργαζόμενων
Το αυξημένο στρες που προκαλείται λόγω της έντασης της εργασίας, έχει συντριπτικές επιπτώσεις για την υγεία των εργαζομένων. Σημαντικό να αναφέρουμε ότι, σε έρευνα που έγινε στην Αμερική το 2019, το 94% των εργαζομένων ανέφεραν ότι βιώνουν στρες στη δουλειά. Οι επιπτώσεις στην υγειά λοιπόν, ξεκινούν από πονοκεφάλους, ημικρανίες και έλλειψη ύπνου και φτάνουν μέχρι σε αυξημένο κίνδυνο κατάθλιψης, άγχους, συναισθηματική εξάντληση.
Επιπλέον, η εξαντλητική ορθοστασία σε συνδυασμό με τις πολλές ώρες εργασίας, έχουν ως αποτέλεσμα προβλήματα με την πλάτη, τα πόδια και τους μύες. Η εξάντληση που επιφέρουν τα πιο πάνω, καθιστούν τον εργαζόμενο ανίκανο να παρευρεθεί σε συνάξεις και τραπέζια, αφού μοναδική έγνοια και πρώτιστη ανάγκη είναι η ξεκούραση του, μέχρι την επομένη όπου θα αναγκαστεί να βιώσει ξανά το ίδιο, καθιστώντας τον ένα άτομο κοινωνικά περιθωριοποιημένο και απομονωμένο.
Η εργασιακή ανασφάλεια, ένεκα των απορυθμισμένων σχέσεων εργασίας, οδηγεί τους εργοδότες να αναγκάζουν τους υπαλλήλους, να συμπληρώσουν υπερωρίες, υπό την άμεση ή έμμεση απειλή της απόλυσης. «Ουδείς αναντικατάστατος», ακούμε πολλές φορές σε χώρους εργασίας, επιβαρύνοντας το ήδη τοξικό κλίμα που υφίσταται στους πλείστους χώρους εργασίας.
Οργάνωση στο χώρο δουλειάς η μόνη απάντηση
Με τον ερχομό των εορτών είναι κρίσιμο να αντιλαμβανόμαστε παράλληλα τις επιπτώσεις της όξυνσης της εκμετάλλευσης στους εργαζόμενους σε χώρους αυξημένης κατανάλωσης. Ζωτικής σημασίας, είναι να καλλιεργήσουμε την αντίληψη ότι ο μόνος, πραγματικά αποτελεσματικός, τρόπος υπεράσπισης των δικαιωμάτων μας ως εργαζόμενοι και της ίδιας της υγείας μας, όσοι εργαζόμαστε σε τομείς αυξημένης έντασης, είναι η οργάνωση μας και η δημιουργία ρυθμισμένου πλαισίου εργασίας στη βάση συλλογικής σύμβασης.
Ανδρέας Αντωνίου
Τοπικός Γραμματέας ΕΔΟΝ Πανεπιστημίου Λευκωσίας
Μιχάλης Κανελλής
Μέλος Γραφείου Περιβάλλοντος Κ.Σ. ΕΔΟΝ