Η έννοια της αλλοτρίωσης συναντάται από τους κλασικούς του προηγούμενου αιώνα. Σε γενικές γραμμές συνίσταται στην απομάκρυνση/αφαίρεση ενός βασικού χαρακτηριστικού ενός συστήματος που εξετάζεται. Στη συνέχεια αυτή η αφαίρεση έρχεται να ορίσει τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά του όλου. Επομένως, η αλλοτρίωση συνίσταται στη μη ύπαρξη της κανονικότητας - στη στέρηση βασικών ειδολογικών χαρακτηριστικών των κοινωνικών ατόμων.
Όσον αφορά την κοινωνική θεωρία, αν πάρουμε το παράδειγμα του Ρουσσώ, αφενός, σωστά θεωρούσε ότι η αλλοτρίωση οφείλεται στην ουσιαστική αφαίρεση από τη φύση των ατόμων∙ αλλά αφετέρου -λανθασμένα- θεωρούσε ότι η αφαίρεση αυτή, στην ουσία της είναι η οικειοθελής αποχώρηση του ανθρώπου από την ατομικότητα του, με σκοπό τη «σύναψη» του κοινωνικού συμβολαίου (Ρουσσώ, 2004). Εντόπιζε ως ουσιαστικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου, την ατομικότητα που την παραχωρούσε (αφαίρεση) για χάρη της κοινωνικότητας. Επομένως, η ατομικότητα αλλοτριώνεται μέσα στο ιστορικό της πέρασμα στη συλλογικότητα.
Αυτό ακριβώς είναι που θεωρούμε ως λανθασμένη πρόσληψη του Ρουσσώ. Στην πραγματικότητα οι κοινωνίες είναι η φυσική εξέλιξη των ανθρώπων και επομένως, η συλλογική τους οργάνωση είναι απαραίτητη (Μαρξ, 2011). Πρέπει να πούμε όμως ότι η σκέψη του Ρουσσώ είναι απότοκο της ανόδου της αστικής τάξης που η βάση του ιδεολογικού της πλαισίου στηρίζονταν στον ατομικισμό.
Ο Μαρξ για πρώτη φόρα το 1844 επεξεργάζεται και αναπτύσσει την έννοια της αλλοτρίωσης στα «Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα» (1975). Αξιοποιεί την έννοια αυτή για να περιγράψει τη μεταβολή της συνείδησης των εργατών κατά τη διαδικασία της παραγωγής∙ περιγράφει τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ του εργαζόμενου και του παραγόμενου προϊόντος του - των εργαζομένων ως μέσων παραγωγής μέσα στην καπιταλιστική οικονομία.
Αρχικά, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι για τον Μαρξ η παραγωγική διαδικασία των ανθρώπων αποτελεί ουσιώδης και κατεξοχήν κοινωνική δραστηριότητα. Δεν αποτελεί μόνο διαδικασία που του εξασφαλίζει τη βιολογική του ύπαρξη, συνιστά την κατεξοχήν πράξη αυτή, που η αντανάκλαση της στη συνείδηση του νοήμον ανθρώπου είναι καθοριστική στο να τον ορίζει ως τέτοιον. Η αντίληψη αυτή αναπτύσσεται και από τον Ένγκελς στο έργο του «Ο ρόλος της εργασίας στην εξανθρώπιση του πιθήκου».
Επομένως, ο Μαρξ εστίασε τη μελέτη του στην καπιταλιστική παραγωγική διαδικασία. Βασικά χαρακτηριστικά της ήταν ο έντονος καταμερισμός της εργασίας και η εδραίωση του φορντιστικού τρόπου οργάνωσης της (είναι εντονότερο σήμερα, ιδιαίτερα εάν αναλογιστούμε την εδραίωση του τεϊλορισμού). Αυτό πρακτικά σήμαινε απόσπαση της ολότητας της διαδικασίας παραγωγής εμπορεύματος από τον/την εργάτη/τρία και η διάσπαση της διαδικασίας αυτής σε επιμέρους απλές κινήσεις - αυτό που ονομάζουμε γραμμή παραγωγής.
Η αποξένωση του παραγόμενου προϊόντος από τον παραγωγό του, καθώς επίσης και η απόσπαση της ολότητας της εργασίας του και η τοποθέτηση του ανθρώπου ως ένα ασήμαντο κομμάτι του, μετατρέπει αυτή τη διαδικασία σε κάτι ξένο, καταναγκαστικό και έξω από τη δημιουργική σφαίρα του ανθρώπου (Μαρξ, 1975).
Επιπλέον, ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον που μετασχηματίζει το περιβάλλον του προς το συμφέρον του συνόλου της κοινωνίας (Μαρξ, 1975). Μέσα από τη διαδικασία παραγωγής και ανταλλαγής, αναπτύσσονται οι κοινωνικές σχέσεις που διέπουν την ανθρώπινη διάδραση. Η αποστέρηση των εργατών να συμμετάσχουν ουσιαστικά στην «κοινωνική» δραστηριότητα παραγωγής, αλλά και λόγω της κυρίαρχης ιδεολογίας που καλλιεργεί στον ατομικισμό, χωρίζεται ο/η εργάτης/τρια από την κοινωνική του/της ύπαρξη. Τέλος, αποξενώνεται από τη φύση του και καταλήγει ένα αλλοτριωμένο ον (Μαρξ, 1975).
Αξιοποιώντας την πιο πάνω θεωρία, εφαρμόζοντας την ανάλογη μεθοδολογική αφαίρεση, μπορούμε να κάνουμε την υπόθεση ότι ο σημερινός άνθρωπος στη σφαίρα της πολιτικής, υφίσταται μια αντίστοιχη αλλοτρίωση - πέραν την αλλοτρίωσης που υφίσταται στη σφαίρα της παραγωγής - που αναμφίβολα επηρεάζει τη διαδικασία που θα περιγράψουμε παρακάτω.
Θεωρούμε ότι η απομάκρυνση από τη συλλογικότητα της πολιτικής, στη δημοκρατική της έκφραση συμβαίνει επειδή η πολιτική εκλαμβάνεται ως πεδίο για συγκεκριμένα άτομα, σε συγκεκριμένους θεσμούς, για συγκεκριμένα ζητήματα. Μια διαδικασία που ξεφεύγει από τον δημιουργό της (ή τουλάχιστο τον βασικό συντελεστή) και γίνεται ξένη προς αυτόν, έχοντας ως αποτέλεσμα την αντιστροφή της ουσίας του.
Πιο συγκεκριμένα η πολιτική, η διαδικασία δηλαδή των ανθρώπων να επιλύουν τα προβλήματα που προκύπτουν μέσα από τη σύμπραξη τους σε ομάδες, κοινότητες, κοινωνίες κλπ, είναι βασική προϋπόθεση της ίδιας της κοινωνίας. Άρα, είναι αναγκαίο στοιχείο του κοινωνικού όντος-ανθρώπου. Η δημοκρατική έκφανση της πολιτικής προϋποθέτει (θεωρητικά και γλωσσολογικά τουλάχιστον) την εμπλοκή των πολίτων στην επιλογή του τρόπου επίλυσης των προβλημάτων αυτών.
Σήμερα παρατηρείται μια, αντίστοιχη με την εργασιακή, τυποποίηση των δημοκρατικών διαδικασιών που αφορούν την πλειοψηφία των πολιτών. Οι πολίτες νιώθουν ότι η μόνη εμπλοκή τους αφορά τις εκλογικές διαδικασίες, άρα μια διαδικασία απλής επιλογής των αντιπροσώπων τους.
Η απομάκρυνση των πολιτών από την ουσιαστική εμπλοκή στην πολιτική και ο περιορισμός τους σε τυποποιημένες μονότονες μορφές πολιτικής δράσης, όπως επίσης η απομάκρυνσή τους από το παραγόμενο πολιτικό αποτέλεσμα, προκάλεσε σταδιακά την αποξένωση τους από τη διαδικασία γενικότερα. Έτσι αφαίρει το στοιχείο που θα έπρεπε να είναι ουσιώδες στη δημοκρατική διαδικασία, τον δήμο, τη συλλογική εμπλοκή. Σε τελική ανάλυση, το άτομο καθίσταντο αλλοτριωμένο σε σχέση με τη δημοκρατία.
Φυσικά τα πιο πάνω είναι μόνο ένας παράγοντας που προκαλεί την αποπολιτικοποίηση. Η ολόπλευρη ανάλυση του φαινομένου αυτού προϋποθέτει μια πολυεπίπεδη και πολυδιάστατη προσέγγιση. Υπάρχει πλειάδα φαινομένων που ενισχύουν την τάση αυτή. Όπως η εν γένη ταξικότητα της αντιπροσώπευσης στον καπιταλισμό. Μια πτυχή της είναι η πρόσβαση στον χρόνο και στα απαραίτητα μέσα. Αυτοί που κατά κόρον έχουν τον ευέλικτο χρόνο και τα χρήματα για την πρόσβαση στα μέσα ανάδειξης τους, είναι η αστική τάξη. Στο ίδιο πλαίσιο είναι και η μετατόπιση της συζήτηση των θέσεων των αντιπροσώπων από την ουσία σε μια ψευδή φαινομενική της βάση που σε τελική ανάλυση εξυπηρετεί την τάξη αυτή.
Μια άλλη διαδικασία που συνδέεται άμεσα με την αλλοτρίωση είναι αυτή της φετιχοποίησης. Αναφέραμε πιο πάνω την αποστέρηση των εργαζομένων στην κοινωνική δραστηριότητα της παραγωγής, που του στερεί την κοινωνική του ύπαρξη. Οι κοινωνικές σχέσεις που πλέον δεν είναι δικές τους, εκλαμβάνονται ως σχέσεις εμπράγματες, σχέσεις μεταξύ των εμπορευμάτων. Έτσι και στις δημοκρατικές διαδικασίες, αφού πλέον οι ζυμώσεις μεταξύ των ανθρώπων δεν πραγματώνονται, οι σχέσεις αυτές περνούν στις διαδικασίες, οι διαδικασίες αυτονομούνται και πλέον θεωρούνται ως η ουσία της δημοκρατίας.
Υπάρχει ακόμα ένας παράγοντας που σκοπίμως αφήσαμε τελευταίο. Αυτόν της συνειδητοποίησης και της οργάνωσης των εργαζομένων που ιστορικά αποδείχθηκε ότι υπάρχει και είναι καίριος. Το κενό που θεσμικά παραμένει από τη δημοκρατία αυτήν καθαυτή, είναι ρόλος αυτής της οργάνωσης να το καλύψει. Να αναπτύξει τις δικές της δομές, να καταλείψει τα χαρακώματα που παραμένουν κενά από τον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας, να τραβήξει τις μάζες στην πολιτική διαδικασία και εν τέλει, να επιβάλει τον δικό της τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας που θα ανταποκρίνεται στην πραγματική ανάπτυξη της εποχής μας.
Χριστόφορος Πιτταράς
Πτυχιούχος Κοινωνικής Πολιτικής
Μεταπτυχιακός Κοινωνικής και Πολιτικής Θεωρία
Βιβλιογραφία:
- Ρουσσώ.Ζ. (2004). Το κοινωνικό Συμβόλαιο ή Αρχές Πολιτικού Δικαίου
- (Γρηγορόπουλου & Σταινχάουερμ, Μτφρ). Αθήνα Πόλις.
- Καρλ.Μ. (2011). Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας (Μπαλωμένος, Μτφρ). Σύγχρονη
- Εποχή.
- Καρλ. Μ. (1975). Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα 1844. (Λυκούργος, Μτφρ). Αθήνα: Γλάρος.