Της Γεωργίας Παρμάκη
Μέλος Κεντρικής Γραμματείας ΕΔΟΝ
Υπεύθυνη Τμήματος Νέων Εργαζομένων
Αγορά υπηρεσιών ή μίσθωση υπηρεσιών. Φαινόμενο που εξελίσσεται σε μάστιγα, σε έγκλημα εναντίον των εργαζομένων. Χιλιάδες είναι δυστυχώς οι εργαζόμενοι που καθημερινά βαφτίζονται «αυτοεργοδοτούμενοι» και μετατρέπονται σε φτηνό εργατικό δυναμικό τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έξαρση του φαινομένου αφού η αγορά υπηρεσιών αποτελεί μορφή εργοδότησης που απαλλάσσει τον εργοδότη από όλες σχεδόν τις υποχρεώσεις του έναντι των εργαζομένων. Οι εργοδότες απαλλάσσονται από την καταβολή εισφορών στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, την ασφάλιση των εργαζόμενων τους, την παραχώρηση αδειών, την καταβολή οποιονδήποτε γενικών ωφελημάτων. Το κόστος των εισφορών στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων επιφορτίζεται στον εργαζόμενο ο οποίος στην προσπάθεια του να απαλλαγεί από την ανεργία και να επιβιώσει αποδέχεται εξευτελιστικούς όρους εργασίας και επωμίζεται έξοδα τα οποία πρέπει να πληρώσει με τον πενιχρό (τις πλείστες φορές) μισθό που λαμβάνει.
Πρώτη διδάξασα, βέβαια, αυτής της απαράδεκτης πρακτικής είναι η κυβέρνηση Νίκου Αναστασιάδη – ΔΗΣΥ η οποία από τις πρώτες πολιτικές αποφάσεις που έλαβε το 2013 ήταν να μετατρέψει περισσότερους από 2.000 καθηγητές των κρατικών ινστιτούτων επιμόρφωσης από εργοδοτούμενους σε αυτοεργοδοτούμενους. Το παράδειγμα αυτό ακολούθησαν και άλλες δημόσιες υπηρεσίες. Με μίσθωση υπηρεσιών προσλαμβάνονται πλέον σε όλα τα Υπουργεία, στους ημικρατικούς οργανισμούς και στην τοπική αυτοδιοίκηση ενώ η πρακτική αυτή επεκτείνεται με ραγδαίους ρυθμούς και στον ιδιωτικό τομέα.
Οι εργαζόμενοι που προσλαμβάνονται με αυτή την μορφή παρόλο που παραχωρούν υπηρεσίες, εντούτοις είναι κανονικοί υπάλληλοι αφού εργάζονται σε καθορισμένα ωράρια, εποπτεύονται από τους επικεφαλής τμημάτων και δεν λαμβάνουν μόνοι τους αποφάσεις για τη μέθοδο και τη διεκπεραίωση της εργασίας τους.
Πολλές είναι οι περιπτώσεις που εταιρίες προσλαμβάνουν πρώην εργαζόμενους τους με την μορφή της αυτοεργοδότησης. Παρόλο που οι καταγγελίες του συνδικαλιστικού κινήματος είναι πάρα πολλές, το Υπουργείο Εργασίας κλείνει τα μάτια του και αγνοεί το γεγονός ότι χιλιάδες απλοί υπάλληλοι υποχρεώνονται να εγγράφονται ως αυτοεργοδοτούμενοι και δεν ανταποκρίνεται στο αίτημα της ΠΕΟ για επιτακτική συζήτηση του θέματος.
Η μίσθωση εργασίας ήταν ένα από τα βασικά ζητήματα που συμπεριλήφθηκε σε κοινό υπόμνημα των συντεχνιών ΠΕΟ, ΣΕΚ και ΔΕΟΚ και στο οποίο το συνδικαλιστικό κίνημα απαιτούσε νομοθετική ρύθμιση, η οποία να ορίζει ξεκάθαρα και με σαφήνεια τα χαρακτηριστικά που διέπουν την σχέση εξαρτημένης εργασίας, ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα όπως αυτό. Οι ανησυχίες των συντεχνιών είναι έντονες αφού οι εργοδότες βρίσκουν με ευκολία παραθυράκια ανοιχτά που τους βοηθούν να «ξεγλιστρούν» από τις όποιες νομοθεσίες.
Αυτή η νέα τάση εργοδότησης, όχι μόνο δεν ενισχύει την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας αλλά συγκαλύπτει με πολύ παραπλανητικό και περίτεχνο τρόπο την εκμετάλλευση και την καταπάτηση των βασικών εργασιακών κεκτημένων και δικαιωμάτων των εργαζομένων. Είναι μορφή εργοδότησης που αναγκάζει υπαλλήλους με μισθούς €500 - €600 να καταβάλλουν μόνοι τους κοινωνικές ασφαλίσεις ενώ παράλληλα τους στερεί βασικά εργασιακά δικαιώματα όπως είναι η πληρωμένη άδεια ασθενείας.
Τραγικό είναι το γεγονός ότι το φαινόμενο αυτό δεν το συναντάμε μόνο στον ιδιωτικό τομέα αλλά και στον δημόσιο τομέα καθιστώντας σε πολλές των περιπτώσεων το ίδιο το κράτος τον πιο σκληρό και στυγνό εργοδότη. Το ίδιο το κράτος εντοπίζει παραθυράκια τα οποία επικαλείται για να καταπατήσει νομοθεσίες ενάντια στους εργαζόμενους του την ίδια ώρα που το Υπουργείο Εργασίας ισχυρίζεται ότι αντιλαμβάνεται και υιοθετεί κάποιες από τις ανησυχίες που εκφράζονται από το συνδικαλιστικό κίνημα για την έξαρση του φαινομένου αυτού.
Για την ΕΔΟΝ το θέμα προστασίας των εργασιακών σχέσεων και των εργατικών κεκτημένων αποτελεί καθημερινό σημείο αναφοράς. Πρέπει όλοι να εργαστούμε, με έμπρακτες ενέργειες και δράσεις, πλάι στο εργατικό κίνημα για ενημέρωση και επιμόρφωση των εργαζομένων και υιοθέτηση μέτρων καταπολέμησης του φαινομένου αυτού που εξευτελίζει τους εργαζόμενους και τους μετατρέπει σε σκλάβους απέναντι στις ορέξεις των εργοδοτών τους.
Δεν είμαστε αφελείς, ξέρουμε πολύ καλά ότι η προώθηση αυτής της μορφής απασχόλησης αποτελεί ακόμα ένα κομμάτι των γενικότερων αντιλαϊκών – αντεργατικών πολιτικών που υιοθετεί και επιβάλλει η κυβέρνηση Αναστασιάδη – ΔΗΣΥ. Η διαχείριση της οικονομίας, με την επάνοδο της δεξιάς στην εξουσία το 2013, έχει ευθυγραμμιστεί πλήρως με τις δοκιμασμένες αντιδραστικές πολιτικές που ασκούνται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις. Ο αγώνας μας για αλλαγή των σημερινών συνθηκών, για επανάκτηση των εργατικών κεκτημένων, για το δικαίωμα στη δουλειά και τη δουλειά με δικαιώματα δεν είναι ούτε εύκολος ούτε σύντομος. Χρειάζεται να εργαστούμε δίπλα στο ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα για βελτίωση των συνθηκών μέσα στις οποίες ζούμε και εργαζόμαστε. Χρειάζεται επιτακτικά να συνεχίσουμε να διατυπώνουμε τη βαθιά αντίθεση μας με το καπιταλιστικό σύστημα που βασίζεται στις αντιθέσεις, στην καταπίεση, στην εκμετάλλευση.
*Άρθρο που κυκλοφόρησε στη Νεολαία Νοεμβρίου 2018