H ιστορική και πολιτική εξέλιξη της άκρας δεξιάς. Το διεθνές και κυπριακό φαινόμενο

Του Πέτρου Πέτρου
Πολιτικές Επιστήμες και Ιστορία


Το άρθρο αποτελεί κατά κύριο λόγο συνόψιση του πρώτου-εισαγωγικού μέρους μελέτης για την ιστορική έκφραση της κυπριακής ακροδεξιάς, που θα δημοσιευτεί από το ΙΝΕΠ στην ετήσια επιθεώρηση ιστορίας κοινωνίας και πολίτικης του 2020. Επιχειρείται να δοθεί μια επίγευση κάποιων εκ των βασικών συμπερασμάτων της μελέτης, με δεδομένους τους περιορισμούς έκτασης παρουσίασης της ανάλυση και την τεκμηρίωση,  σε μια προσπάθεια κατανόησης της ακροδεξιάς διεθνώς και στην Κύπρο.  Το ακροδεξιό φαινόμενο είναι ένα πολύπλοκο συνονθύλευμα του οποίου η προσέγγιση και η οριοθέτηση είναι μια αρκετά απαιτητική διαδικασία. Αφενός η  άκρα δεξιά καταγράφει μεγάλες διαφοροποιήσεις από περίοδο σε περίοδο και από χώρα σε χώρα και αφετέρου κατά κανόνα τα ακροδεξιά μορφώματα δεν αποδέχονται το χαρακτηρισμό "ακροδεξιά". Λόγο αυτής της ποικιλομορφίας του, έχει πάρει τον χαρακτηρισμό «μια πολύπλοκη αλχημεία».  


Η ακροδεξιά αποτελεί την πολιτική εξέλιξη των μεταπολεμικών φασιστικών και ναζιστικών καθεστώτων που συντρίφτηκαν στα θεμέλια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και προσεγγίζεται από πολλούς αναλυτές σε τρία ξεχωριστά κύματα.


Η πρώτη περίοδος εμφάνισης της ακροδεξιάς τοποθετείται χρονολογικά στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1940 ως η πολιτική έκφραση φασιστικών κατάλοιπων.  Η άκρα δεξιά αυτής της περιόδου είτε εξαφανίστηκε σχετικά σύντομα εξαιτίας κοινωνικής απομόνωσης ή νομικής ρύθμισης είτε αλλοιώθηκε και μετασχηματίστηκε.


Η δεύτερη περίοδος παρουσίας της ακροδεξιάς αποτελεί ένα μεταβατικό στάδιο για το τρίτο κύμα και αρχίζει από τα τέλη της δεκαετίας του 1960.  Σ’ αυτή τη φάση η ακροδεξιά επιχειρεί να απαλλαγεί από την άμεση ταύτιση με το φασιστικό παρελθών, εγκαταλείπει την επιθετική εναντίωση στην αστική δημοκρατία και, μεταξύ αντιφάσεων, προτάσσει εθνοκεντρισμό,  φιλελεύθερη αντίληψη επί των οικονομικών ζητημάτων και το δικό της ηθικο-αξιακό κοινωνικό μοντέλο.


Η τρίτη ιστορική περίοδο αξιοσημείωτης παρουσίας της ακροδεξιάς χρονολογείται από την αρχή της δεκαετίας του 1990. Σ’ αυτή τη φάση η ακροδεξιά ανακινεί ζητήματα όπως το βιοτικό επίπεδο, κοινωνικό κράτος ανεργία, ασφάλεια, εθνική ομοιογένεια, μετανάστευση, ιστορική μνήμη και εθνική υπεροχή.


Το βασικό χαρακτηριστικό της ακροδεξιάς είναι η εθνικιστική ρητορική η οποία προπαγανδίζει ως ανώτερη κοινωνική παράμετρο την έννοια του έθνους με μια επίπλαστη εξω-ιστορική προσέγγιση.  Επιδιώκει την απόκρυψη της ταξικής διαστρωμάτωσης της κοινωνίας και την κατάπνιξη της ταξική συνείδησης των εργαζομένων προτάσσοντας το αφήγημα του εθνικού συμφέροντος.


Άλλα βασικά χαρακτηριστικά της ακροδεξιάς είναι ρατσισμός, ξενοφοβία, νατιβισμός, "αντισυστημικότητα", βία, ετεροφοβία. Εδώ, θα αναφερθούμε ακροθιγώς στην ετεροφοβία αλλά και στο παραπλανητικό χαρακτηρισμό της "αντισυστημικότητας".  


Με τον όρο ετεροφοβία νοείται η εναντίωση όσων είναι ηθικά-πολιτικά ‘’διαφορετικοί’’ ακόμα και εντός της ίδιας εθνοτικής ομάδας. Παρότι ο εθνικισμός της ακροδεξιάς, προπαγανδίζει αντεπιστημονικά «την ταύτιση της πολιτικής με την εθνική ομάδα» ταυτόχρονα πολεμά ενδοεθνικά κοινωνικά σύνολα, προδίδοντας μ’ αυτό τον τρόπο την ύπαρξη και τον πρωτεύοντα ρόλο  κοινωνικών - ταξικών υποδιαιρέσεων από τις οποίες αντικειμενικά προκύπτει η πολιτικο-ηθική διαφοροποίηση.


Η ακροδεξιά δεν είναι αντισυστημική ως προς το καπιταλιστικό σύστημα καθώς ουδέποτε η ακροδεξιά αμφισβήτησε την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής ή τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Αντίθετα, ιστορικά πάντοτε αποτέλεσε εναλλακτική λύση καπιταλιστικής διαχείρισης, ειδικά σε περιόδους που η αστική δημοκρατία δεν μπορούσε να συγκρατήσει τη λαϊκή αγανάκτηση. Η ακροδεξιά ομογενοποιεί και στοχοποιεί το σύνολο των πολιτικών κομμάτων κατηγορώντας τα ότι αποτελούν κοινωνική ελίτ που διαφοροποιείται και παρασιτεί έναντι του λαού, καταστρατηγώντας τα εθνικά συμφέροντα. Με την λαϊκιστική της ρητορική αθωώνει την καπιταλιστική εκμετάλλευση και τις αιτίες της, αποπροσανατολίζοντας λαϊκά στρώματα. Ωστόσο η ακροδεξιά αναπτύσσει τακτική συμμετοχή της στην κοινοβουλευτική διαδικασία επιδιώκοντας πολιτική νομιμοποίηση, ορατότητα στο δημόσιο πολιτικό διάλογο και κρατική οικονομική ενίσχυση.


Τα πολιτικά ζητήματα που αναδεικνύει είναι ζητήματα "χαμηλής πολιτικής" τα οποία παρουσιάζει ως τη ρίζα όλων των προβλημάτων. Η καπιταλιστική κρίση και η όξυνση συνεπαγόμενων καπιταλιστικών φαινομένων  όπως τα κύματα προσφύγων, αποτέλεσαν νερό στον μύλο της λαϊκιστικής ρητορικής της ακροδεξιάς
Στην Κύπρο η ακροδεξιά υπήρξε ανέκαθεν η εξτρεμιστική εθνικιστική παράταξη που κυρίως δρούσε συμπληρωματικά της δεξιάς και της εθναρχίας.  Η κυπριακή ακροδεξιά ταυτίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό με την πορεία του εθνικού ζητήματος στις διάφορες φάσεις, διακρίνεται κυρίως από εθνικισμό, νατιβισμό και αντικομουνισμό ενώ αξιοσημείωτη είναι η σχέση και σύνδεση της με την Ελληνική ακροδεξιά.


Παρά το γεγονός ότι η δράσης της ακροδεξιά υπήρξε σημαντική, σε περιπτώσεις (βλέπε Ε.Ο.Κ.Α. Β’), για την ιστορική εξέλιξη, η σημαντικότητα της πρέπει να αποδοθεί πρώτιστος στην εξ Ελλάδος οικονομική και καθοδηγητική βοήθεια παρά στο λαϊκό έρεισμα που απέκτησε.
Ταυτόχρονα η κυπριακή ακροδεξιά επιβεβαιώνει τον κανόνα καπιταλιστικής πολιτικής δύναμης καθώς ουδέποτε ανέπτυξε αντικαπιταλιστική ρητορική ή κατεύθυνση.  Η εναντίωση της στην αποικιοκρατία και στην Κυπριακής Δημοκρατίας δεν αποτελεί προϊόν κάποιους είδους αντισυστημικότητας αλλά έκφραση του μεγαλοϊδεατισμού και της διεκδίκησης της 'Ένωσης.  Αντίθετα υπήρξαν περίοδοι, όπου υπήρξε ξεκάθαρα παρακρατικός συνεργάτης της αποικιοκρατικής κυβέρνησης και υπερασπιζόταν την ντόπια και ξένη εργοδοσία (βλέπε "Χ" Κύπρου).


Στις μέρες μας η ακροδεξιά επανεμφανίζεται στο νησί μετά από 3 δεκαετίες εξαφάνισης της κάτω από την λαϊκή κατακραυγή του εγκλήματος του 1974. Η σχετικά σύντομη παρουσίας λαϊκιστικών κομμάτων με εθνοκεντρική ρητορική όπως το ΕΥΡΩΚΟ και η Αλληλεγγύη μέσω της εκλογική και πολιτικής τους συμπεριφοράς επιβεβαιώνει τον επικουρικό ρόλο και συνδιαλλαγή με την δεξιά.  Το παράρτημα της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής στην Κύπρο, εκκολάφτηκε στο εύφορο έδαφος που δημιούργησε η εθνικιστική ρητορική, κυρίως από μέρους ΔΗΣΥ, τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ υπογραμμίζει την σύνδεση της Ε/κ με την Ελληνική ακροδεξιά αλλά και με ακραίους ηγετικούς κύκλους της εκκλησίας.


Η αντιμετώπιση της ακροδεξιάς και των νεοφασιστικών μορφωμάτων δεν μπορεί να επιτευχτεί παρά μόνο με την πολιτική απομόνωση τους αποκαλύπτοντας τον βαθιά αντιδραστικό-αντεργατικό χαρακτήρα της, την προάσπιση της ιστορικής μνήμης των φασιστικών εγκλημάτων, την ανάδειξη των πραγματικών αιτιών των οικονομικοκοινωνικών φαινομένων και την οργανωμένη πάλη για την κατάργηση του καπιταλιστικού συστήματος που τη γεννά και τη θρέφει.

*Άρθρο που κυκλοφόρησε στη "Ν" Φεβρουαρίου

 

 

 

© 2024 EDON. All Rights Reserved.