Ο τίτλος του άρθρου, όσο κυνικός και αν είναι, θεωρούμε ότι αποδίδει την πραγματικότητα όπως αυτή διαμορφώνεται κάθε χρόνο μια τέτοια περίοδο όπως αυτή που διερχόμαστε. Είναι κάθε τέτοια περίοδο που η «φιλανθρωπία» βρίσκεται στο απόγειό της, η αγάπη βγαίνει στη βιτρίνα και ακόμα και η πιο απόκρυφη ευαισθησία εκδηλώνεται, κυρίως δημόσια.
Αναφέροντας αυτά, θα θέλαμε να ξεκαθαρίσουμε εξ’ αρχής ότι σε καμιά περίπτωση η πρόθεση εδώ δεν είναι να υποβαθμιστεί η όποια εκδήλωση βοήθειας και αλληλεγγύης που σε πολλές περιπτώσεις βασίζονται σε αγνά κίνητρα. Έχει ιδιαίτερη σημασία όμως να δούμε πίσω από τη βιτρίνα και να εξετάσουμε το φαινόμενο αυτό σε όλες του τις πτυχές.
Η φιλανθρωπία δεν καταργεί την ανισότητα
Πρώτα και κύρια, έχουμε ένα θέμα με τον όρο «φιλανθρωπία» ακριβώς γιατί ο ίδιος ο όρος προϋποθέτει την ανισότητα. Προϋποθέτει μία σχέση ευεργέτη-ευεργετούμενου η οποία απέχει πολύ από την αντίληψη την οποία έχουμε εμείς για τις ανθρώπινες σχέσεις. Προύποθέτει πρωτίστως τη δυνατότητα κάποιων (λίγων) να προσφέρουν σε κάποιους (πολλούς) που αδυνατούν να έχουν ακόμα και τα αυτονόητα. Επομένως, η συζήτηση κατά την άποψή μας θα έπρεπε να επικεντρώνεται στο πώς διαμορφώνεται αυτή η κατάσταση, το πεδίο εμφάνισης δηλαδή της φιλανθρωπίας. Και σαφώς, στην δική μας αντίληψη, η ανισότητα αυτή δεν είναι αποτέλεσμα της φύσης του ανθρώπου αλλά είναι το λογικό αποτέλεσμα του εκμεταλλευτικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος που ακούει στο όνομα καπιταλισμός.
Όπως έχουμε αναφέρει και πιο πάνω, σε πολλές περιπτώσεις τα κίνητρα πίσω από μια πράξη φιλανθρωπίας είναι αγνά. Είναι αδύνατο ωστόσο να μην παρατηρεί κάποιος την υποκρισία με την οποία χαρακτηρίζονται άλλες τόσες παρόμοιες ενέργειες. Είναι πολύ μεγάλος ο κατάλογος των παραδειγμάτων που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε. Ενδεικτικά όμως, ποιος μπορεί να ξεχάσει κυβερνώντες να κόβουν φοιτητικά επιδόματα και μετά να επιδίδονται σε gala dinner για στήριξη άπορων φοιτητών. Συμπεθέρους να βγάζουν εκατομμύρια στο εξωτερικό μετά από προνομιακή ενημέρωση ενόψει κουρέματος και μετά να χαρίζουν μερικά από αυτά στην εκκλησία και στον πλέον αρμόδιο επί της φιλανθρωπίας, προκαθήμενο. Τράπεζες (που ως γνωστόν κανένα ρόλο δεν έχουν στη λειτουργία του συστήματος, στη διαμόρφωση των ανισοτήτων και στην εξαθλίωση ανθρώπων) να διοργανώνουν ηλεκτρονικούς μαραθώνιους αγάπης κοκ. Η υποκρισία, λοιπόν, είναι το ελάχιστο που μπορούμε να προσδώσουμε σε όσους με το ένα χέρι δίνουν ξεροκόμματα και με το άλλο συντηρούν το καθεστώς της εκμετάλλευσης, της φτώχειας και της δυστυχίας. Σε όσους εξαθλιώνουν για να ευεργετήσουν μετά μεγαλόψυχα.
Είναι και ένα ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί ευρύτερα από τη λεγόμενη «κοινωνία των πολιτών» τώρα που βγαίνουμε από τις μέρες αγάπης και επιστρέφουμε στον αγγελικά πλασμένο κόσμο της ελευθερίας. Μήπως θα ήταν αλλιώς τα πράγματα αν δείχναμε προκαταβολικά τις ευαισθησίες μας; Αν δηλαδή δείχναμε την ίδια διάθεση να αντιδράσουμε και να αντικόψουμε τις πολιτικές που εξαθλιώνουν το λαό αντί να ερχόμαστε εκ των υστέρων να ψάχνουμε τρόπους αντιμετώπισης των συνεπειών; Πώς θα πρέπει δηλαδή να βλέπει κανείς μια φιλανθρωπική πράξη από κάποιον που προηγουμένως τηρούσε παγερά αδιάφορη στάση (άρα συναινετική) για ζητήματα που θα δημιουργούσαν το πεδίο για τη φιλανθρωπία;
Επιπλέον η «φιλανθρωπία», αποτελεί ένα πολύτιμο ιδεολογικό εργαλείο στα χέρια της άρχουσας τάξης. Όσο περισσότερο χώρο κερδίζει η φιλανθρωπία στις ανθρώπινες συνειδήσεις τόσο περισσότερο νομιμοποιείται ως φυσιολογική η κατάσταση της ανισότητας. Όσο περισσότερο έδαφος κερδίζει η φιλανθρωπία, τόσο υποχωρεί η αντίληψη ότι εν έτει 2018 η κοινωνία με τον πλούτο που παράγει θα έπρεπε να είχε προ πολλού λυμένα ζητήματα που άπτονται «φιλανθρωπίας». Όσο προελαύνει η αντίληψη ότι η λύση βρίσκεται στον εθελοντισμό και στην φιλανθρωπία, τόσο απομακρύνεται ακόμη και σε συνθήκες καπιταλισμού η ελάχιστη πρόνοια από το κράτος. Εγκαθιδρύεται εν τέλει η αντίληψη ότι η βελτίωση των συνθηκών ζωής των ανθρώπων δεν είναι αντικείμενο οργάνωσης, πάλης, διεκδίκησης και σύγκρουσης, αλλά επαφίεται στη μεγαλοψυχία όσων σήμερα λυμαίνονται τον πλούτο που παράγει η κοινωνία και στο «εθελοντικό» παρακράτος που δημιουργούν.
Αγώνας για μια καλύτερη, ποιοτικά ανώτερη κοινωνία
Απέναντι λοιπόν στην αστική φιλανθρωπία και στις απονευρωμένες συνειδήσεις που δημιουργεί να προτάξουμε τη δική μας ταξική αλληλεγγύη. Κανείς να μην μένει μόνος, κανείς να μην μένει αβοηθητος. Η αλληλεγγύη αυτή όμως να λειτουργεί αφυπνιστικά, να ριζοσπαστικοποιεί συνειδήσεις και να μαζικοποιεί τις γραμμές του λαϊκού κινήματος. Έχει ιδιαίτερη σημασία μέσα στο θολό αυτό τοπίο που δημιουργείται, στη συσκότιση πάνω από τις αιτίες που δημιουργούν τις ανισότητες και τη δυστυχία να στρέψουμε δυνατά τα φώτα. Γιατί δεν μπορεί να είναι αρκετό για κανένα αγωνιστή να κάνουν όλοι γιορτινό τραπέζι, αλλά να μην στερείται κανείς, ποτέ και για κανένα λόγο τα αυτονόητα. Αλληλεγγύη, ενότητα, αγώνα για διεκδίκηση μέσα σε κάθε πλαίσιο και σε κάθε φάση, μέχρι να μην υπάρχει λόγος ύπαρξης καμιάς φιλανθρωπίας. Για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια που δεν ζητιανέυεται. Για τον κόσμο της Ειρήνης, της Ευημερίας, της Κοινωνικής Δικαιοσύνης και του Σοσιαλισμού.
Χρυσόστομος Μωυσέως
Μέλος Συντακτικής Επιτροπής «Ν»
«Απέναντι στην απέραντη τούτη τραγωδία η βοήθεια που η επίσημη και ιδιωτική φιλανθρωπία καταπιάνεται να δώσει δεν είναι ούτε σα σταγόνα νερού σε φλογισμένο καμίνι. {...}
Ο φτωχός εργαζόμενος λαός που είναι το θύμα, και τα παιδιά που είναι διπλά θύματα, πρέπει να ζητήσουνε και να βρούνε τη βοήθεια και την απολύτρωση από τον ίδιο τον εαυτό τους. Δεν πρέπει να περιμένουν τη σωτηρία τους από την άλλη πλευρά. Και του πιο αδύνατου η δύναμη διπλασιάζεται, όταν ενώσει τη λιγοστή του μπόρεση με την προσπάθεια των συντρόφων του.»
Δημήτρης Γληνός
*Δημοσιεύτηκε στη "Νεολαία", στο τεύχος Ιανουαρίου 2018