Του Χρυσόστομου Μωυσέως
Μέλος Κεντρικού Συμβουλίου ΕΔΟΝ
Είναι θλιβερό και την ίδια ώρα εξοργιστικό να παρακολουθεί κανείς την κατρακύλα στην οποία οδηγείται ο δημόσιος διάλογος για το κυπριακό από το επιτελείο Ν. Παπαδόπουλου. Δύσκολα μπορεί να διανοηθεί κανείς το πόση σκοπιμότητα χρειάζεται για να επιμένει σε τέτοιο βαθμό στην επανάληψη ψεμάτων, κάλπικων κινδυνολογιών, κενών συνθηματολογιών και κούφιων υποσχέσεων. Η χυδαία ρητορική που χρησιμοποιείται βέβαια, βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τις κενές περιεχομένου πολιτικές και τις παρεκκλίνουσες επιδιώξεις που προβάλλουν όσοι συναποτελούν αυτό το συνονθύλευμα.
Ας μας επιτραπεί να μην σταθούμε στην εξωτερική πτυχή του κυπριακού προβλήματος, ούτε να μπούμε σε λεπτομέρειες της εσωτερικής πτυχής, αλλά να επικεντρωθούμε σε κάποια βασικά ερωτήματα που επανέρχονται συνεχώς στη δημόσια σφαίρα και έχει αξία να απαντηθούν. Εάν λοιπόν, πετύχει αυτή η τόσο πρωτότυπη και πρωτάκουστη διαπραγματευτική τακτική του κ. Παπαδόπουλου, που θα γωνιάσει την Τουρκία, θα την υποχρεώσει να αναγνωρίσει την ΚΔ ή να πεινάσει ο πληθυσμός της αν δεν δεχτεί τις απαιτήσεις μας (για περισσότερα βλ. «Νέα Στρατηγική» έχει ενδιαφέρον), ποια είναι αυτή η λύση που θα της επιβάλουμε;
Όνομα ή περιεχόμενο της λύσης
Αποτελεί ίσως το πιο κάλπικο δίλημμα που προβάλλεται σε ολόκληρο το δημόσιο διάλογο. Προέρχεται από την καθαρή κοροϊδία της σύμπραξης κομμάτων με διαφορετικές διακηρυγμένες θέσεις στο Κυπριακό κάτω από την ομπρέλα της λεγόμενης νέας στρατηγικής, την οποία δεν διστάζουν να αποκαλέσουν ευαγγέλιο. Σε αυτό το πλαίσιο αποφεύγουν σαν ο διάβολος το λιβάνι να προσδιορίσουν την επιδιωκόμενη μορφή λύσης κρυμμένοι συνήθως πίσω από το «σωστό περιεχόμενο». Τόσο ξεκάθαρα, σοβαρά, υπεύθυνα και διάφανα πολιτεύονται που στην προμετωπίδα της προεκλογικής τους δεν αναφέρουν καν τη μορφή λύσης την οποία επιδιώκουν. Βεβαίως έχει σημασία το σωστό περιεχόμενο. Δεν σημαίνει ότι όποιο σχέδιο λύσης προνοεί ΔΔΟ είναι καλό και αυτό έχει αποδειχθεί και στο παρελθόν. Έχει σημασία η λύση –αναφέροντας τα πιο βασικά και κοινώς αποδεκτά– να προνοεί κατάργηση των επεμβατικών δικαιωμάτων, αποστρατιωτικοποίηση και πολιτική ισότητα όπως καθορίζεται στα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Όλα αυτά διασφαλίζονται, όπως θα δούμε πιο κάτω, και είναι σε άμεση συνάρτηση με συγκεκριμένη μορφή λύσης του Κυπριακού και όχι γενικά και αόριστα με ευχολόγια και μεγαλόστομες διακηρύξεις. Όση σημασία έχει λοιπόν το περιεχόμενο, άλλη τόση έχει η ονομασία της λύσης και η στοχοπροσήλωση σε αυτήν.
Ομοσπονδία ή άλλη μορφή λύσης
Λύση ομοσπονδίας είναι αναντίλεκτα η μόνη εφικτή, κοινά αποδεκτή μορφή λύσης. Λύση συνομοσπονδίας δεν πρόκειται ποτέ να γίνει αποδεκτή από την Ε/κ κοινότητα και αντίστοιχα λύση ενιαίου κράτους δεν πρόκειται ποτέ να γίνει αποδεκτή από την Τ/κ κοινότητα, ανεξάρτητα του πόσο δίκαιη ή άδικη θεωρείται η όποια μορφή λύσης και με βάση τα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί μετά το δίδυμο έγκλημα του 1974. Επομένως, ανεξάρτητα από κίνητρα και προθέσεις το ερώτημα που έχει να απαντήσει ο καθένας (αν δεν προσδοκεί σε επαλήθευση προφητειών και Δευτέρα παρουσία) είναι εάν επιθυμεί λύση ομοσπονδίας ή μη λύση. Το ουσιώδες το οποίο είχε επιτευχθεί με τις συγκλίσεις Χριστόφια-Ταλάτ είναι αυτή η ομοσπονδία να χαρακτηρίζεται από το τρίπτυχο «μια ιθαγένεια, μια κυριαρχία και μια διεθνής προσωπικότητα».
Ομοσπονδία αλλά όχι διζωνική / δικοινοτική
Μια τέτοια διατύπωση θα είχε το όποιο αντίκρυσμα εάν παρέβλεπε κανείς όλες τις πραγματικότητες και τα τετελεσμένα του δίδυμου εγκλήματος του 1974. Σε συνθήκες όπου δεν υπήρχε ξεκάθαρος γεωγραφικός διαχωρισμός των δύο κοινοτήτων θα μιλούσαμε με πολύ διαφορετικά δεδομένα. Έχοντας μπροστά μας 43 χρόνια (και) γεωγραφικής διαίρεσης, της συμφωνίας ανταλλαγής πληθυσμών και 34 χρόνια οργάνωσης και συγκροτημένης ξεχωριστής παράνομης «κρατικής» οντότητας στο βόρειο τμήμα του νησιού, θα πρέπει να είναι κανείς τουλάχιστον αφελής να θεωρεί ότι η επιδιωκώμενη λύση θα μπορεί να το παραβλέπει και να μην καθορίζει τις δύο βασικές γεωγραφικές ζώνες που θα συναποτελούν το ομοσπονδιακό επανενωμένο κράτος. Εάν, βέβαια, υπάρχει επιθυμία για κοινά αποδεκτή λύση και όχι ευσεβοποθισμός για επιβολή της μιας κοινότητας επί της άλλης. Το γεγονός ότι η επιδιωκόμενη λύση θα αποτελεί επίλυση μιας εσωτερικής διαφοράς ανάμεσα στις δύο βασικές κοινότητες του νησιού και την επανένταξη τους στη μετεξέλιξη της κοινής, επανενωμένης Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί από μόνο του στοιχείο ότι η ομοσπονδία θα είναι δικοινοτική.
Συνοψίζοντας, ο όρος διζωνική/δικοινοτική που έχει προστεθεί στην επιδιωκόμενη στα πλαίσια του ΟΗΕ και συμφωνημένη από όλους τους Προέδρους της Κυπριακής Δημοκρατίας μορφή λύσης, περιγράφει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κυπριακής ομοσπονδίας. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Καταλήγοντας λοιπόν, ότι η μόνη ομοσπονδία που συζητείται είναι η διζωνική/δικοινοτική και η μόνη αμοιβαία αποδεκτή λύση είναι αυτή της ομοσπονδίας, το μόνο υπαρκτό ερώτημα που προκύπτει είναι: Λύση ΔΔΟ ή (στην καλύτερη περίπτωση) διχοτόμηση;
Αντί, λοιπόν, το εκλογικό επιτελείο του κ. Παπαδόπουλου να αποδίδει στους πολιτικούς του αντιπάλους, κάνοντας τη διαστρέβλωση επιστήμη, ότι επιθυμούν τη διαιώνιση της παρουσίας του τούρκικου στρατού ας απαντήσει πώς παρεκκλίνοντας από την αμοιβαία αποδεκτή, συμφωνημένη στα πλαίσια του ΟΗΕ επιδιωκόμενη μορφή λύσης θα πετύχει την απόσυρσή του. Η λεγόμενη «νέα στρατηγική» που κάθε άλλο παρά νέα και οτιδήποτε άλλο παρά στρατηγική είναι, θε περιπλέξει την Κυπριακή Δημοκρατία σε επικίνδυνες περιπέτειες. Θα οδηγήσει σε απενοχοποίηση της Τουρκίας, στοχοποίηση της Ε/κ κοινότητας ως αυτής που δεν επιθυμεί λύση, αναξιοπιστία απέναντι στον διεθνή παράγοντα, απώλεια της όποιας εμπιστοσύνης από την Τ/κ κοινότητα και στην καλύτερη περίπτωση, επαναφορά απαράδεκτων απαιτήσεων και διχοτομικών προτάσεων στο τραπέζι των συνομιλιών, αν αυτό εξακολουθήσει να υπάρχει. Με λίγα λόγια και με απόλυτη βεβαιότητα οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην απομάκρυνση της λύσης, της επανένωσης και της απαλλαγής από τα τετελεσμένα της εισβολής και της κατοχής, όποιες και αν είναι οι διακηρύξεις της.