Οι δύο εκθέσεις της Υπηρεσίας Πληροφοριών του ελληνικού υπουργείου Προεδρίας, συντεταγμένες το 1960, με αντικείμενο τη μεταφύτευση της ελλαδικού αντικομμουνισμού στη νεοσύστατη Κυπριακή Δημοκρατία και τη σχετική «εθνική διαπαιδαγώγηση» του ελληνοκυπριακού πληθυσμού με ταυτόχρονη την ανάδειξη του ΑΚΕΛ και του «διεθνούς κομμουνισμού» στον κατεξοχήν εθνικό εχθρό, πιστοποιεί με τον σαφέστερο δυνατό τρόπο τις κοινωνικοπολιτικές προτεραιότητες των εθνικιστών κατά την ενασχόλησή τους με τα λεγόμενα «εθνικά ζητήματα».
Η ελλαδική ΚΥΠ θεωρούσε το καλοκαίρι του 1959 ότι το ΑΚΕΛ, ήταν το μόνο οργανωμένο κόμμα στο νησί, καθώς επηρέαζε ένα 25-30% των Ελληνοκυπρίων, η εφημερίδα του «Χαραυγή» ήταν πρώτη σε κυκλοφορία, η νεολαία του διέθετε 14.000-30.000 μέλη, το γυναικείο τμήμα του 8.000 και τα συνδικάτα του 40.000 συνδικαλισμένους εργατοϋπαλλήλους σε σύνολο 80.000, έναντι μόλις 20.000 «εθνικοφρόνων» κι 11.000 πολιτικά άχρωμων μισθωτών (Μάνος Ηλιάδης, «Το Απόρρητο Ημερολόγιο της ΚΥΠ για την Κύπρο», Αθήνα 2007, σ. 143, 171, 210 & 270).
Για τη μεταλαμπάδευση της ελλαδικής εθνικοφροσύνης στο νησί προτείνεται έτσι μια ευρύτατη γκάμα μέτρων όπως ο εφοδιασμός με τα κατάλληλα σχολικά εγχειρίδια από το εθνικό κέντρο, η αποστολή «διαφωτιστικού υλικού» και κάθε λογής εθνοκηρύκων, ακόμη κι εξορμήσεις «προπαγανδιστικού τουρισμού» από εθνικόφρονα στελέχη επιφορτισμένα με την αντικομμουνιστική κατήχηση των Ελληνοκύπριων «αδελφών».
Σύμφωνα με τη δεύτερη έκθεση η οποία συμπληρώνει τις συνταγές της πρώτης, δρομολογήθηκε η παραγωγή συγκεκριμένων προπαγανδιστικών εκπομπών «made in Athens» για λογαριασμό της κυπριακής ραδιοφωνίας. Οι προπαγανδιστικές αυτές εκπομπές γίνονταν κάτω από την στενή επίβλεψη της ελλαδικής ΚΥΠ και είχαν ως στόχο την «τόνωσιν της εθνικής συνειδήσεως» μέσω «έντεχνης προπαγάνδας» αντισλαβικού και αντικομμουνιστικού χαρακτήρα.
Επιπλέον, βασικό ήταν να καλλιεργηθεί ο φόβος αφενός και το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μπορούσε να «δικαιολογήσει» την όποια ανάληψη δράσης αφετέρου. Έτσι πλήθαιναν οι ιστορίες για κατοχή όπλων από το ΑΚΕΛ και τους Κομμουνιστές. Επαναλάμβαναν φορτικά τα «απάτριδα» αντεθνικά» «άθεα» και γενικότερα τερατώδη χαρακτηριστικά των κομμουνιστών. Οδύρονταν για τον κίνδυνο να καταληφθεί η εξουσία από τους κομμουνιστές μέσα από επαναστατικές διαδικασίες αφού πρώτα κόμπαζαν ότι ανακάλυπταν τα σχέδια αυτά. Τα πιο πάνω σίγουρα δεν κατάφεραν να ξεριζώσουν τις βαθιές ρίζες του ΑΚΕΛ από τον λαό.
Κατάφεραν όμως να πείσουν τους εαυτούς τους για την «ιερότητα» του σκοπού τους. Ακόμη απέτρεψαν τον Μακάριο να δώσει οπλισμό στο ΑΚΕΛ όταν αυτό ζητούσε για να υπερασπιστή την δημοκρατία. Τόσο πολύ πίστεψαν πολλοί από αυτούς τα σοκαρίσματα αυτά που τις μαύρες μέρες του πραξικοπήματος (αναφερόμαστε πιο κάτω) βασάνιζαν επι ώρες στελέχη του ΑΚΕΛ για να τους πουν που ήταν ο οπλισμός κριμένος.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι από το 1963 μέχρι και το 1967, στην Κύπρο κορυφώθηκαν ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ των ακροδεξιών – παρακρατικών οργανώσεων των δύο κοινοτήτων, ενώ παράλληλα εκμεταλλευόμενες τις κρίσιμες συνθήκες επανέφεραν στο προσκήνιο τις διεκδικήσεις τους για «Ένωση» και «Διχοτόμηση».
Μέσα σε μια περίοδο αστάθειας και φόβου, την οποία δημιούργησαν η τρομοκρατία, ο αντικομμουνισμός και ο τραμπουκισμός του εθνικισμού ένθεν και ένθεν, εκπονούνται τα πραξικοπηματικά σχέδια «Επιχείρησις Σφενδόνη», «Απόλλων», «Γρόνθος», «Ανταπόδοσις», «Τύφων», «Κεραυνός», «Αλώπηξ» και «Νίκη» από τον Γρίβα και την ΕΟΚΑ Β’.
Η πιο μαύρη σελίδα στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας όμως, γράφτηκε στις 15 Ιουλίου του 1974. Οι φασίστες μέλη της ΕΟΚΑ Β’, οπλοφορώντας εισβάλλουν στο προεδρικό με σκοπό την ανατροπή του Προέδρου Μακάριου, με αποτέλεσμα τη φυγή του και την ανάληψη της εξουσίας από τους πραξικοπηματίες. Σε όλες τις ένοπλες μάχες που δόθηκαν μεταξύ των δυνάμεων της δημοκρατίας και των πραξικοπηματιών, οι ΑΚΕΛιστές ήταν παρόντες. Την ίδια ώρα, σε κάθε χωριό και συνοικία της Κύπρου οι φασίστες επέδραμαν στις Λαϊκές Οργανώσεις και σε σπίτια στελεχών του Κόμματος λεηλατώντας και συλλαμβάνοντας ΑΚΕΛιστές. Εκατοντάδες στελέχη του ΑΚΕΛ οδηγήθηκαν σε αστυνομικούς σταθμούς, στρατόπεδα και εθνικόφρονα σωματεία όπου ανακρίθηκαν και βασανίστηκαν.
Κι ενώ οι πραξικοπηματίες ασελγούσαν εις βάρος της Κύπρου και της Δημοκρατίας, η Τουρκία προχωρούσε στη δεύτερη φάση του εγκληματικού σχεδίου. Με τη δικαιολογία της «ασφάλειας των Τουρκοκυπρίων» και των δικαιωμάτων της ως εγγυήτρια δύναμη της Κυπριακής Δημοκρατίας, εισβάλλει στρατιωτικά στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974. Η εισβολή είχε ως αποτέλεσμα την κατοχή του 37% των κυπριακών εδαφών με τη βία των όπλων. Κατοχή που δυστυχώς συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
Στο δίδυμο αυτό έγκλημα πολλοί έχασαν την ζωή τους υπερασπιζόμενοι την πατρίδα μας. Καθήκον μας όπως κρατήσουμε τη φλόγα της μνήμης τους άσβεστη και τη σημαία του αγώνα για απελευθέρωση και επανένωση του τόπου και του λαού μας, ψηλά. Μόνο τότε οι θυσίες τους θα βρουν αντίκρισμα και η χώρα την χαμένη της ελπίδα και τη δικαίωση.
Αντρέας Χρυσάνθου
Μέλος Κεντρικού Μορφωτικού Γραφείου Κ.Σ. ΕΔΟΝ