Tου Μάριοu Λουκά
Εκπρόσωπος τμήματος Νοσηλευτικής ΤΕΠΑΚ
Μέλος Φ.Ε. ΤΕ.ΠΑ.Κ
Την περασμένη Άνοιξη έτυχαν μεγάλης συζήτησης οι μεγάλες κινητοποιήσεις των νοσηλευτών, ένεκα της μεγάλης επίθεσης που δέχονται στα εργασιακά τους δικαιώματα, αλλά και την πανεπιστημιακή αναγνώριση των τίτλων σπουδών τους.
Ως φοιτητής και σύντομα απόφοιτος του τμήματος Νοσηλευτικής του ΤΕΠΑΚ, μαζί με την πλειοψηφία των συμφοιτητών μου, συμμετέχουμε στο διαχρονικό αγώνα των μελλοντικών συναδέλφων μας. Αγώνα από τον οποίο οι ίδιοι πιθανώς να μην γευτούν τους καρπούς των αγώνων που «φύτεψαν», μαζί με εμάς τους φοιτητές. Στην αντίπερα όχθη απόλυτα συνειδητά η κυβέρνηση της δεξιάς, οι Υπ. Υγείας και Οικονομικών της.
Θα παραλείψω τις τότε δηλώσεις Υπουργών και Προέδρου του ΔΗΣΥ (περί της εύρεσης δουλειάς σε άλλη χώρα, σε όποιον αρέσει κ.λ.π), για να ασχοληθώ με το σήμερα.
Ένα σχεδόν χρόνο μετά και ενώ ο Υπουργός Υγείας είχε υποσχεθεί να μπει σε διάλογο για να εξετάσει τα αιτήματα μας, συνεχίζει από εκεί που έμεινε. Τις προκλητικές δηλώσεις, την αμετανόητη πολιτική του για τις αυτονομήσεις των Δημόσιων Νοσηλευτηρίων, χωρίς στην ουσία να συμπεριλαμβάνει τους νοσηλευτές μέσα σε αυτή, και την αμετάκλητη θέση του για μη κατοχύρωση των τίτλων σπουδών μας ως Πανεπιστημιακούς και κατάταξης μας ως τέτοιους στη μισθολογική κλίμακα.
Ο Υπουργός είναι ανένδοτος στο να παραχωρήσει την κλίμακα Α8 στους πρωτοδιόριστους νοσηλευτές του Δημοσίου, δηλαδή μηνιαίο μισθό 2100 ευρώ. Αντιθέτως, οι μηνιαίες απολαβές έχει πρόθεση να κυμαίνονται στα 1400 ευρώ με επιπρόσθετα «ωραιοποιημένα» και εύηχα επιδόματα. Η παρούσα κυβέρνηση όμως, με τα νεοφιλελεύθερα μέτρα λιτότητας ως πολιτικό τους μανιφέστο, ήταν αυτή που απέκοψε το επίδομα βάρδιας των νοσηλευτών.
Στην Κύπρο του 2017 που είναι παραδεχτό από τον ίδιο τον ΠΑΣΥΝΜ, ότι οι δαπάνες του κράτους για τη Δημόσια Υγεία είναι πολύ χαμηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται αλυσιδωτά προβλήματα στην εξυπηρέτηση των συμπολιτών μας. Αποτελεί τραγική ειρωνεία να θυσιάζουμε τον τομέα της Υγείας στο βωμό των κουτσουρεμένων προϋπολογισμών.
Τουλάχιστο προσβλητικό αποτελεί το γεγονός πως τυγχάνει αμφισβήτησης η παραγωγικότητα μας ως Επαγγελματίες Υγείας, ενώ γίνεται παράλληλα λόγος πως δεν μας αξίζει η Α8 κλίμακα. Κάτι τέτοιο εξευτελίζει εμάς, το επάγγελμα – λειτούργημα και προσβάλλει το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα που πολύ αξιόλογα διαμορφώνει έτοιμους, καταρτισμένους απόφοιτους νοσηλευτές και εξοπλισμένους με ισχυρά θεμέλια γνώσεων. Ευρύτερα, υποβαθμίζει ολόκληρο το σύστημα Υγείας της χώρας.
Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αποτελεί πρόοδο για το σύστημα Υγείας μιας χώρας, το ότι στείλαμε τα MRI στον ιδιωτικό τομέα και εξαλείψαμε τις λίστες αναμονής στέλνοντας τις στον ιδιωτικό τομέα. Με το ξεπούλημα των δημόσιων υπηρεσιών Υγείας στο μεγάλο κεφάλαιο, απλά συγκαλύπτουμε τις αδυναμίες και παρατείνουμε τα προβλήματα.
Σε τελική ανάλυση οι Υπουργοί Υγείας και Οικονομικών, αποδεικνύουν περίτρανα ότι δεν ενδιαφέρονται για τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων, ούτε για την ποιοτική παροχή υπηρεσιών φροντίδας Υγείας. Πόσω μάλλον για το αν οι νοσηλευτές αντιμετωπίζουν από τις πιο αντίξοες συνθήκες στους χώρους όπου εργάζονται. Αντ’ αυτού, παραμένουν πιστοί υποστηρικτές του μεγάλου κεφαλαίου, όπως άλλωστε και η κυβέρνηση τους.
Αν «αξίζουν» οι νοσηλευτές, το ξέρει ο κάθε συμπολίτης, που έχει την καθημερινή ανάγκη για ποιοτική παροχή υπηρεσιών φροντίδας υγείας. Το ξέρουν οι υπόλοιποι επαγγελματίες υγείας με τους οποίους αποτελούμε τις διεπιστημονικές ομάδες στους κλινικούς χώρους και όχι μόνο.
Εμείς ως ΕΔΟΝίτες και ως φοιτητές της Προοδευτικής Κ.Φ, θα παραμείνουμε δίπλα στους νοσηλευτές, μαζί με τους νοσηλευτές, διορισμένους και μη και φοιτητές. Όπως και σε κάθε εργαζόμενο.
«Αξίζουν» οι αγώνες μας; Θα πετύχουν οι αγώνες μας; Μας απαντάνε στα πιο πάνω ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Μπέρτολντ Μπρεχτ: «Μην καταδέχεσαι να ρωτάς. Θα νικήσουμε; Θα νικηθούμε; Πολέμα!», «Αν αγωνιστείς μπορεί και να χάσεις. Αν όμως δεν αγωνιστείς, έχεις ήδη χάσει.»