Μέσα σε δύσκολες συνθήκες και χρονικές στιγμές, γεννιέται πάντα η έμπνευση για σπουδαία τραγούδια. Έτσι και τα τραγούδια που αντικατοπτρίζουν την αντίσταση και τον αγώνα που έδωσε ο λαός κατά την περίοδο της Χούντας και την ίδια την εξέγερση των φοιτητών του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβρη του 1973, αποτελούν μοναδικό και υπέροχο παράδειγμα δημιουργίας σε δύσκολους καιρούς. Μέσα σε τέτοιες σκοτεινές μέρες άνθισαν οι τέχνες, όπως η μουσική και η ποίηση, που γέμιζαν την ανθρώπινη ψυχή με δύναμη και ελπίδα. Η απαγόρευση και η λογοκρισία που επικρατούσε, δεν κατάφερε να σταθεί τροχοπέδη στην δημιουργία ποικίλων επαναστατικών τραγουδιών που επέφεραν το ξύπνημα του κόσμου από το λήθαργο.
εξέγερση του Πολυτεχνείου σήμανε την αρχή του τέλους για την Χούντα που κατά την διάρκεια της επταετίας 1967-1974, κυριαρχούσε σπέρνοντας τον τρόμο μέσα από τις εξορίες, τις φυλακίσεις, τις δολοφονίες και τη λογοκρισία. Εξορίζονταν κυρίως οι επαναστάτες και πνευματικοί άνθρωποι, ανάμεσά τους οι Μίκης Θεοδωράκης και Γιάννης Ρίτσος, οι οποίοι υπήρξαν σημαντικοί αντιστασιακοί καλλιτέχνες που εμψύχωναν με την τέχνη τους τον λαό. Οι δημιουργίες τους παρέμεναν πίσω από τις κλειστές πόρτες των σπιτιών, εξαιτίας της ανελευθερίας και του κλίματος τρόμου που επικρατούσε. Μέσα σε τέσσερις τοίχους, ακούγονταν τραγούδια που δεν είχαν γίνει αποδεκτά από την Χούντα, μιας και οι τέχνες είχαν φιμωθεί και έπρεπε να περάσουν από λογοκρισία. Τραγούδια όπως «Ένα το χελιδόνι», «Πότε θα κάνει ξαστεριά», «Το γελαστό παιδί» κ.ά.
Κάποια τραγούδια βέβαια, είχαν γίνει «κατά λάθος» αποδεκτά και κατάφεραν να ακουστούν στο πλατύ κοινό, αφού τα γεγονότα παρουσιάζονταν με μεταφορικό τρόπο. Ένα από αυτά ήταν η γνωστή σύνθεση του Μάνου Λοΐζου, «Αχ Χελιδόνι μου πώς να πετάξεις σ’ αυτόν το μαύρο ουρανό», που αντιστοιχούσε στην περίοδο της Χούντας και στην ελπίδα του λαού για ελευθερία.
Ένα άλλο τραγούδι σε μουσική/στίχους του Γιάννη Μαρκόπουλου, το «Ζαβαρακατρανέμια», θεωρείτο ακαταλαβίστικο, όμως ξεσήκωσε με την μουσική του τον κόσμο. Πολύ αργότερα ο Μαρκόπουλος εξήγησε το νόημα των στίχων: «Ζαβαρακατρανέμια, ίλεως ίλεως, λάμα λάμα νάμα νάμα νέμια» σημαίνει «λάβαρα μαύρα ανέμισαν, έλεος έλεος, το μαχαίρι το μαχαίρι μάνα μάνα ανεμίσαν».
Ακόμη ένα τραγούδι του Μάνου Λοΐζου, συνυφασμένο με την εξέγερση του Πολυτεχνείου, είναι το ο «Δρόμος». Το τραγούδι χαράχτηκε στη συνείδηση του λαού αφού συμβολίζει την δίψα για ελευθερία: «Πέρασε εύκολα απ’ τη μνήμη στην καρδιά […] ήταν μια λέξη μονάχα “Ελευθερία” κι’ έπειτα είπαν πως την έγραψαν παιδιά...»
Ένας άλλος μεγάλος συνθέτης, ο Θάνος Μικρούτσικος έχοντας την ίδια θέλησή για ελευθερία, στάθηκε δίπλα στους φοιτητές του Πολυτεχνείου κατά τον ξεσηκωμό τους. Εκεί έπαιζε το πιάνο του, τραγουδώντας και εμψυχώνοντας τους φοιτητές κυρίως με τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος, ενώ βρισκόταν στην φυλακή συνέθεσε πληθώρα τραγουδιών.
Δύο σημαντικοί καλλιτέχνες και ερμηνευτές, η Μαρία Φαραντούρη και ο Αντώνης Καλογιάννης, κατάφεραν να πάρουν τα τραγούδια αυτά και να κάνουν συναυλίες στην Ευρώπη, σε μια προσπάθεια κινητοποίησης της διεθνούς κοινής γνώμης κατά της Χούντας και υπέρ της απελευθέρωσης του συνθέτη. Ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια είναι το «Είμαστε δυο, είμαστε τρεις». Μέσα από τον συγκλονιστικό στίχο «το αίμα πήζει στην πληγή και ο πόνος γίνεται καρφί», περιγράφει τα βάσανα που πέρασαν οι φυλακισμένοι πολιτικοί κρατούμενοι κατά την δικτατορία.
Το τραγούδι «Το σφαγείο», ήταν αφιερωμένο σε έναν φίλο και συγκρατούμενο του και μιλά για την απανθρωπιά που επικρατούσε στα κρατητήρια και τα φρικτά βασανιστήρια: «Χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα τον Ανδρέα, μετρώ τους χτύπους το αίμα μετρώ. Πίσω απ’ τον τοίχο πάλι θα μαστέ παρέα...».
Αξιοσημείωτο στοιχείο της καλλιτεχνικής αντίστασης κατά της Χούντας, ήταν η θρυλική παράσταση «Το μεγάλο μας τσίρκο», σε σκηνοθεσία Ιάκωβου Καμπανελλη με τον θίασο Τζένης Καρέζη και Κώστα Καζάκου. Τη μουσική έγραψε ο Σταύρος Ξαρχάκος και τραγουδούσε ο Νίκος Ξυλούρης. Με αλληγορικά γραμμένο λόγο, οι καλλιτέχνες κατάφεραν να περάσουν σε χιλιάδες κόσμο μηνύματα κατά της δικτατορίας, γι’ αυτό ορισμένοι φυλακίστηκαν. Μετά την πτώση της δικτατορίας, οι θρυλικές παραστάσεις συνεχίστηκαν, προσθέτοντας λογοκριμένα κομμάτια του έργου, καθώς και το τραγούδι «Το προσκύνημα» που είναι αφιερωμένο στους νεκρούς του Πολυτεχνείου:
Πάμε κι εμείς στην αυλή του φθινοπώρου
πίσω απ’ τα πετρωμένα στάχυα του καλοκαιριού
πάμε κι εμείς στα παιδιά που κοιμήθηκαν
κάτω απ’ τα ματωμένα νύχια του περιστεριού
πάμε να δεις στην αυλή που μεγάλωσαν
Δυο παιδιά ερωτευμένα
δυο παιδιά του χαμού
Ορέστη απ’ το Βόλο
Μαρία απ’ τη Σπάρτη
γυρεύω το γιο μου
Μαρία απ’ τη Σπάρτη
Ορέστη απ’ το Βόλο
την κόρη μου θέλω
Δυο παιδιά ερωτευμένα
δυο παιδιά του Χαμού
Ορέστη απ’ το Βόλο
Μαρία απ’ τη Σπάρτη
γυρεύω το γιο μου
Μαρία απ’ τη Σπάρτη
Ορέστη απ’ το Βόλο
την κόρη μου θέλω
Στίχοι: Ιάκωβος Καμπανέλλης - Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Τα τραγούδια εκείνης της εποχής εκείνης και οι καλλιτέχνες που τα δημιούργησαν, έγιναν πηγή έμπνευσης, αντίστασης και ελπίδας και αγκαλιάστηκαν από τον λαό και όσους αγωνίστηκαν. Έμειναν αθάνατα στις μνήμες και τραγουδιούνται μέχρι σήμερα. Δεν ήταν απλά τραγούδια, αλλά στίχοι χαραγμένοι ανεξίτηλα στις καρδίες. Στάθηκαν συμπορευτές σε κάθε φοιτητή του Πολυτεχνείου που αγωνίστηκε, κάθε φυλακισμένο, και ολόκληρο τον Ελληνικό λαό. Η μοναδικότητα και η διαχρονικότητά τους, τα καθιστά επίκαιρα ακόμα και σήμερα και γι’ αυτό αποτελούν ακόμα την σπίθα, τον στίχο και την μουσική που συντροφεύει κάθε αγώνα μας.
Στη γειτονιά μου την παλιά είχα ένα φίλο
που ήξερε και έπαιζε τ’ ακορντεόν
όταν τραγούδαγε φτυστός ήταν ο ήλιος
φωτιές στα χέρια του άναβε τ’ ακορντεόν.
Μα ένα βράδυ σκοτεινό σαν όλα τ’ άλλα
κράταγε τσίλιες παίζοντας ακορντεόν
φασιστικά καμιόνια στάθηκαν στη μάντρα
και μια ριπή σταμάτησε τ’ ακορντεόν.
Τ’ αρχινισμένο σύνθημα πάντα μου μένει
όποτε ακούω από τότε ακορντεόν
κι έχει σαν στάμπα τη ζωή μου σημαδέψει
ΔΕ ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ!
Στίχοι: Γιάννης Νεγρεπόντης - Μουσική: Μάνος Λοΐζος
Κορίνα Περικλέους
Πολιτιστικό Γραφείο Κ.Σ. ΕΔΟΝ