Ο προσυνεδριακός διάλογος της Οργάνωσης προσφέρεται για γόνιμο προβληματισμό και συγκέντρωση της εμπειρίας και των διαφορετικών εκτιμήσεων που κάθε σύντροφος έχει μέσα από την εμπλοκή του σε διαφορετικούς τομείς δουλειάς και πεδία δράσης της ΕΔΟΝ. Τα στελέχη της τοπικής οργάνωσης μας στην Αθήνα αλλά και στις άλλες τοπικές της Ελλάδας, που ανήκουν στο φοιτητικό τμήμα, είχαν τους τελευταίους μήνες την εμπειρία της παρακολούθησης ή της ενεργούς συμμετοχής στο κίνημα της Παιδείας που ξεδιπλώθηκε στην Ελλάδα.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν μεταφέρουμε στον ΕΔΟΝίτικο διάλογο θέσεις και δράση από κινήματα άλλων χωρών να μη μας ξεφεύγουν οι διαφορετικές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, οι πολύ διαφορετικοί πολιτικοί συσχετισμοί δυνάμεων και τα όχι και τόσο διαφορετικά ζητήματα που έχουμε ενώπιον μας. Μπορούμε όμως να αντλήσουμε πολύτιμη πείρα, όχι αντιγράφοντας, αλλά αφομοιώνοντας κριτικά και προσεκτικά. Λάθος θα ήταν η εξαρχής απόρριψη ή εξιδανίκευση της προσέγγισης και των μορφών πάλης που έχουν σύντροφοι άλλων χωρών. Η Οργάνωσή μας θα πρέπει να εγκύψει με προσοχή όχι μόνο σε όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα στο χώρο της παιδείας και της νεολαίας αλλά και σε άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε., από όπου επίσης μπορούμε να διδαχθούμε, όπως είναι ο αγώνας των Γάλλων και Γερμανών φοιτητών. Αυτό είναι ένα σημείο στο οποίο, πιστεύω, θα έπρεπε να δώσουμε πολύ περισσότερο βάρος.
1. Στην Ελλάδα, η προώθηση του νόμου-πλαισίου για τη λειτουργία των ΑΕΙ σε συνδυασμό με την αναθεώρηση του άρθρου 16 (=ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων), η αλλαγή του συστήματος εισαγωγής στα ΑΕΙ και ΤΕΙ (βάση του 10) και μια σειρά από θεσμικά και οικονομικά αιτήματα των εκπαιδευτικών ξεδίπλωσε ένα πολύ δυναμικό (εξαρχής) κίνημα διαδηλώσεων, κινητοποιήσεων, απεργιών και καταλήψεων σε σχολεία και σχολές. Επειδή εδώ δεν είναι ο χώρος για περαιτέρω ανάλυση του τι περιλαμβάνει η κάθε μία από αυτές τις αναδιαρθρώσεις, θα σημειώσω μόνο ότι όλα αυτά εντάσσονται στις γενικότερες κατευθύνσεις της Στρατηγικής της Λισσαβόνας και της διακήρυξης της Μπολόνιας και του Μπέργκεν, οι οποίες προωθούν αντιδραστικές αλλαγές στην παιδεία, την οικονομία, την παραγωγή και την κοινωνία.
Ο στόχος της «ανταγωνιστικής Ευρώπης» και η «ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας» συνθλίβει τα πάντα στο πέρασμά του. Το μεγάλο κεφάλαιο της Ε.Ε. έχει ανάγκη από φτηνό εργατικό δυναμικό που δεν χρειάζεται να έχει πλήρη μόρφωση αλλά υπερεξειδικευμένη τεχνική κατάρτιση που είναι αναγκαία με βάση τις τρέχουσες του ανάγκες. Η παιδεία και η έρευνα είναι χώροι οι οποίοι μέχρι τώρα κρατήθηκαν, σε μεγάλο βαθμό, μακριά από τα δόντια των ιδιωτικών συμφερόντων και αυτό αποτελεί τροχοπέδη στην ανταγωνιστικότητα και επιχειρηματικότητα. Από την άλλη προωθούνται αλλαγές στο ίδιο το περιεχόμενο της παιδείας: ατομικισμός, απόρριψη της συλλογικής πάλης, αντιιστορικά ιδεολογήματα, απολίτικες προσεγγίσεις, παραχάραξη της ιστορίας και προσφοράς του κομμουνιστικού κινήματος, νεανική επιχειρηματικότητα (!), αποθέωση της ελεύθερης οικονομίας και του οικοδομήματος της Ε.Ε. Αυτά δεν είναι επιλογές της μίας ή της άλλης κυβέρνησης αλλά οι ράγες στις οποίες θα κυλήσουν όλες οι επιμέρους αποφάσεις των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων με διαφορετικούς βέβαια ρυθμούς. Επειδή ακριβώς αυτά αποτελούν «δόγματα» σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αφορούν και την Κύπρο και το κυπριακό λαϊκό κίνημα. Το ζητούμενο είναι, όχι να χάσουμε τον προσανατολισμό μας από όσα άμεσα έχουμε μπροστά μας, αλλά να είμαστε ετοιμοπόλεμοι αφού μαθηματικά θα διοχετευτούν και στην Κύπρο. (Αν και στην περίπτωση των «ευρωπαϊκών πιστωτικών μονάδων –ECTS» στο Πανεπιστήμιο, εφαρμόστηκαν χωρίς να διατυπώσουμε άποψη). Άλλωστε δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι τόσο ο κύριος πολιτικός μας αντίπαλος όσο και οι σύμμαχοί μας στην κυβέρνηση στηρίζουν με παροιμιώδη ευρωλαγνεία όλα αυτά και επιζητούν την εφαρμογή τους. Και δεν θα μπορούσε να έκαναν διαφορετικά άλλωστε, αφού τέτοιος είναι ο ταξικός τους προσανατολισμός. Μπορούμε να ανακινούμε τέτοια ζητήματα τόσο μέσα στο φοιτητικό και μαθητικό κίνημα αλλά και στους νέους εργαζόμενους. Διαφωτίζοντας τους νέους με ημερίδες, διαλέξεις και εκδόσεις για αυτά πετυχαίνουμε τόσο τη καλλιέργεια υψηλού πολιτικού κριτηρίου αλλά διαμορφώνουμε και αγωνιστικές συνειδήσεις.
2. Στο ελληνικό κίνημα της παιδείας, τόσο μέσα στους εκπαιδευτικούς αλλά και στο φοιτητικό κίνημα και πολύ λιγότερο στους μαθητές έγινε μια συστηματική προσπάθεια υποβάθμισης της ουσίας του αγώνα, και ευνουχισμού των αιτημάτων. Από την άλλη διδόταν έμφαση στο αυταρχικό ύφος της ελληνικής κυβέρνησης, στην αστυνομική βία (γεγονότα αναμφισβήτητα βέβαια) και προσωποποιούνταν στην υπουργό η όλη αντιπαράθεση. Αυτό διευκόλυνε μόνο τις δυνάμεις εκείνες που δεν ήθελαν να αμφισβητηθεί η γενικότερη πολιτική σε θέματα παιδείας, οι επιλογές της Ε.Ε. ή, πόσο μάλλον, να διατυπωθούν έστω ακροθιγώς αιχμές για το σύστημα. Άλλωστε τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας εδώ, φιλελεύθεροι και σοσιαλδημοκράτες, δεν διαφέρουν καθόλου ως προς την αποδοχή των τριών πιο πάνω στοιχείων (πολιτική παιδείας, Ε.Ε., σύστημα). Έτσι τις πλείστες φορές η συζήτηση εκτρεπόταν σε επουσιώδη θέματα. Γιατί αν γινόταν κουβέντα για την «ταμπακέρα» η αλληλουχία των συλλογισμών θα οδηγούσε τους φοιτητές, μαθητές και εκπαιδευτικούς σε γενικότερη σύγκρουση και ρήξη με την όλη φιλοσοφία των ιδιωτικοποιήσεων και του νεοφιλελευθερισμού. Για αυτό άλλωστε απέφευγαν και κάθε συμπόρευση με το ταξικό εργατικό κίνημα στον αγώνα αυτό.
Για την ΕΔΟΝ, ως τη ριζοσπαστική νεολαία της Αριστεράς του τόπου, η ρήξη αυτή είναι ζητούμενο. Και προϋπόθεση αυτού είναι η κατανόηση από τους Κύπριους νέους και νέες της αντιλαϊκής και αντινεανικής φύσης του νεοφιλελευθερισμού και των ιδιωτικοποιήσεων (όχι μόνο στην παιδεία). Αυτό θα το επιτύχουμε με το να τοποθετούμαστε για τα άμεσα ζητήματα με βάση τη μαρξιστική φιλοσοφία (όχι κατ’ ανάγκη τη μαρξιστική ορολογία). Έτσι, θα πρέπει να επιδιώκουμε τη σύνδεση των αιτημάτων και διεκδικήσεων μας για επιμέρους ζητήματα με τη φύση και τη γενικότερη φιλοσοφία της Ε.Ε., του ντόπιου κεφαλαίου και των αστικών κομμάτων. Να καταδεικνύουμε δηλαδή την ένοχη πολιτική, ποιοι την υπηρετούν και ποιους αυτή εξυπηρετεί. Αυτό θα συμβάλει, νομίζω, προς την κατεύθυνση να εμπνεύσουμε περισσότερους νέους και νέες για την αναγκαιότητα της οργανωμένη πάλης και των αγώνων αλλά και θα πείσει για θεμελιώδεις αρχές της Αριστεράς. Πολύ ορθά για παράδειγμα, συνδέουμε το ζήτημα της παράτασης του ορίου αφυπηρέτησης με την Ε.Ε. και ΟΕΒ-ΚΕΒΕ, μόνο που θα πρέπει να συνεχίσουμε ακόμα πιο δυναμικά (π.χ. κινητοποιήσεις έξω και από τα γραφεία της ΟΕΒ, πιο έντονες τοποθετήσεις-ανακοινώσεις).
3. Μεγάλη συζήτηση διεξήχθηκε όλες αυτούς του μήνες για το ζήτημα του «κοινωνικού διαλόγου» που προκήρυξε η ελληνική κυβέρνηση για την παιδεία. Οι πραγματικά ριζοσπαστικές δυνάμεις του ελληνικού κινήματος αρνήθηκαν εξαρχής τη συμμετοχή στο διάλογο. Αυτό, ίσως, να ακούγεται σε εμάς ακραίο. Όμως θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας δύο στοιχεία: πρώτον, ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε ξεκαθαρίσει ότι οι μεταρρυθμίσεις θα περάσουν ούτως ή άλλως (αποκαλύπτοντας έτσι τι εννοεί διάλογο) και στην ουσία έψαχνε ένα άλλοθι δημοκρατίας και δεύτερον ότι οι συσχετισμοί πολιτικών δυνάμεων είναι τέτοιοι στην Ελλάδα που μέσα από τέτοιες διαδικασίες μόνο χαμένο από τα κεκτημένα και τα δικαιώματά του θα μπορούσε να βγει το νεολαιίστικο κίνημα. Γίνεται αυτό που λέμε, παζαρεύεις τι θα χάσεις. Από την άλλη όμως, η δυναμική και μαζική διεκδίκηση, με κάθε μορφή πάλης, μόνο κερδισμένο μπορεί να φέρει το κίνημα, είτε αποσπώντας κατακτήσεις, είτε ανακόπτοντας αντιλαϊκά μέτρα.
Στην Κύπρο τα πράγματα είναι ως προς το σημείο αυτό, αρκετά διαφορετικά. Άλλωστε το Κόμμα, με τη δύναμή του και με την παρέμβαση του μέσα στην κυβέρνηση, αποδεικνύεται καθημερινά ο πιο θετικός καταλύτης για όλες τις κοινωνικές ομάδες. Ακόμα, και στις περιπτώσεις που εμείς οι ίδιοι ζητούμε πολύ περισσότερα και πιο ριζοσπαστικές πολιτικές (και καλά κάνουμε) μια αντικειμενική αξιολόγηση φανερώνει ότι η σφραγίδα του Κόμματος σε όλες τις εφαρμοζόμενες πολιτικές είναι πραγματικά πολύτιμη. Αυτό όμως που θα ήθελα να υπογραμμίσω είναι ότι η εμπλοκή μας σε τέτοιες διαδικασίες «κοινωνικής συναίνεσης» πρέπει να γίνεται μόνο αν εκτιμούμε ότι η νεολαία θα βγει κερδισμένη από αυτή. Μόνο αν εκτιμούμε ότι στο τέλος, θα έχουμε κερδίσει κατακτήσεις για τους νέους και τις νέες που μας καταξιώνουν με την εμπιστοσύνη τους. Αν θεωρούμε ότι απλά «σώζουμε ό,τι περισώζεται» τότε και για μας, στις περιπτώσεις αυτές, ο δρόμος των κινητοποιήσεων θα πρέπει να είναι μονόδρομος.
4. Στο τελευταίο σημείο θα ήθελα να επισημάνω την ανάγκη της έντασης των κινητοποιήσεών μας για όλα τα ζητήματα. (Όλοι συμφωνούμε ότι η παρουσία των ΕΔΟΝιτών και ΕΔΟΝίτισσων στις αντιιμπεριαλιστικές και αντικατοχικές διαδηλώσεις, σε εκδηλώσεις διεθνιστικής αλληλεγγύης, σε πολιτικές συγκεντρώσεις και συλλαλητήρια πρέπει να αναβαθμιστεί σημαντικά). Στους αγώνες όμως για την παιδεία, τη μόρφωση, τη δουλειά, τα αιτήματα μαθητών και φοιτητών, το ζήτημα γίνεται κρίσιμο, αφού με τις κινητοποιήσεις μπορούμε να αλλάξουμε καταστάσεις πιο άμεσα. Και αυτό πρέπει να μας γίνει συνείδηση και να το μεταδώσουμε σε όλη τη νεολαία του τόπου. Ότι δηλαδή εκεί που η διατύπωση διαφωνίας και η καταψήφιση αντινεανικών μέτρων δεν φέρνει αποτέλεσμα η απάντηση θα πρέπει να είναι οι κινητοποιήσεις ή και άλλες δυναμικές μορφές πάλης. Δεν μπορεί να χρησιμοποιείται το επιχείρημα ότι «στην εποχή μας δύσκολα κατεβαίνουν στους δρόμους οι νέοι» αφού εμείς είμαστε η Οργάνωση που θα τους πείσει για την αναγκαιότητα και την αποτελεσματικότητα των κινητοποιήσεων. Και σε κάθε περίπτωση, η διάθεση για αγώνες θα καλλιεργηθεί στη νέα γενιά, συστηματικά και σταδιακά μέσα από τη δράση της Οργάνωσής μας. Και αυτή η δράση πρέπει να περιλαμβάνει κινητοποιήσεις πιο συχνά, πιο μαζικά, πιο δυναμικά, πιο οργανωμένα.
Αυτά ως μικρή συμβολή στον προβληματισμό που αναπτύσσεται μέσα από το προσυνεδριακό διάλογο της ΕΔΟΝ στην πορεία προς το 15ο Συνέδριο της Οργάνωσής μας. Τελειώνοντας, θέλω να υπογραμμίσω ότι ακόμα κι όταν αναπτύσσουμε τις θέσεις μας για τις αδυναμίες μας και για όσα μπορούμε να διορθώσουμε δεν πρέπει να υποβαθμίζουμε τις κατακτήσεις, τους αγώνες, τις ριζοσπαστικές θέσεις, την ακούραστη καθημερινή πάλη και την τιμημένη ιστορία της πρωτοπόρας ΕΔΟΝ. Ότι οι ΕΔΟΝίτες και οι ΕΔΟΝίτισσες παραμένουν το πιο ριζοσπαστικό και μαχητικό κομμάτι της κυπριακής νεολαίας. Ας κάνουμε λοιπόν το 15ο Συνέδριο της ΕΔΟΝ ακόμη ένα ορόσημο στη δράση της Αριστεράς και της νεολαίας του τόπου και να καταστήσουμε τη πρωτοπόρα νεολαιίστικη Οργάνωση της Κύπρου ακόμα πιο δυνατή!
Γιώργος Κουκουμάς