Θεωρητικό πλαίσιο του σήμερα
Είναι γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομία, πριν από την εμφάνιση της πανδημίας, είχε βγει από μια πρωτοφανή σε έκταση και βάθος κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Μια κρίση που «αντιμετωπίστηκε» μέσα από την εφαρμογή πολιτικών λιτότητας, που στόχο είχαν να πληρώσουν τις ζημιές οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά και τα μεσαία στρώματα. Αυτές οι πολιτικές μάλιστα θεσμοθετήθηκαν από κυβερνήσεις και τα κέντρα λήψεων αποφάσεων στα οποία κυριαρχούν οι πολιτικές δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού, ώστε να συνεχίσουν να έχουν ισχύ και με το πέρας της κρίσης, ακριβώς επειδή επανακαθορίζουν τις οικονομικές και εργασιακές σχέσεις της κυρίαρχης τάξης - της αστικής - με τις υπόλοιπες κοινωνικές, προς όφελος της κερδοφορίας του Κεφαλαίου, κάτι που μπορεί να πραγματωθεί μόνο εις βάρος της πλειοψηφίας της κοινωνίας, κυρίως ενάντια στην εργατική τάξη.
Λίγους μήνες μετά την εξάπλωση της πανδημίας του κορονοϊού σε όλο τον πλανήτη τους πρώτους μήνες του 2020 και την έντονη εφαρμογή πρωτόγνωρων μέτρων για αντιμετώπιση της, έτρεξαν οι απολογητές του συστήματος να αποδώσουν στην πανδημία την νέα πορεία επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας, που παρατηρήθηκε κυρίως μέσα στο 2019 και μήνες πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, και τον ορατό κίνδυνο μιας νέας οικονομικής κρίσης. Προφανώς η πανδημία έπαιξε το ρόλο της, αφού οδήγησε στην απότομη μείωση των οικονομικών δραστηριοτήτων, μείωση της κατανάλωσης και άλλα δεδομένα που λειτούργησαν και συνεχίζουν να λειτουργούμε μέχρι σήμερα αρνητικά στην καπιταλιστική παραγωγή και την κερδοφορία του Κεφαλαίου, όμως δεν ήταν η αιτία μια νέας κρίσης. Η πανδημία λειτούργησε συγκυριακά, ως επιταχυντής προς μια νέα καπιταλιστική κρίση.
Τα πραγματικά αίτια της κρίσης που πέρασε και αυτής που αχνοφαίνεται, βρίσκονται στον ίδιο τον χαρακτήρα της καπιταλιστικής παραγωγής, που ενώ έχει κοινωνικό χαρακτήρα, τα αποτελέσματα της τα καρπώνονται λίγοι, επιβεβαιώνοντας τις θεωρίες του Καρλ Μαρξ για τις κυκλικές κρίσεις από τις οποίες αδυνατεί να ξεφύγει ο καπιταλισμός, παρόλο που ο σημερινός καπιταλισμός διαφέρει σημαντικά, ένεκα της εξελικτικής του πορείας που φυσιολογικά ακολούθησε τόσα χρόνια μετά την εποχή του Μαρξ, όμως οι νόμοι κίνησης του συστήματος παραμένουν οι ίδιοι. Η παραγωγική διαδικασία που θέτει το κέρδος ως το μοναδικό κίνητρο, αργά ή γρήγορα οδηγεί σε υπερπαραγωγή προϊόντων και υπερσυγκέντρωση κεφαλαίου στους λίγους που κατέχουν τα μέσα παραγωγής. Έτσι αυτοί οι καπιταλιστές για να αυξήσουν τα κέρδη τους μειώνουν μισθούς και αμφισβητούν εργασιακά δικαιώματα, ώστε να μειώσουν το εργατικό κόστος, συρρικνώνοντας παράλληλα την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων. Αυτό οδηγεί στην μείωση της ζήτησης εμπορευμάτων και υπηρεσιών, μειώνοντας τελικά την ίδια την καπιταλιστική κερδοφορία. Η ανάγκη επαναφοράς της κερδοφορίας για τους καπιταλιστές, πέραν από νέες απολύσεις, νέες μειώσεις μισθών, αύξηση ωρών εργασίας κ.ο.κ., αναδεικνύει πιο έντονα την προσπάθεια τους για αφανισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων από τον χάρτη της αγοράς, ώστε η κερδοφορία τους να παραδοθεί στους καπιταλιστές.
Η Κυπριακή πραγματικότητα
Όσον αφορά την Κύπρο των τελευταίων χρόνων, είναι επίσης γεγονός ότι έχει γίνει διεύρυνση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής που σε συνδυασμό με την πρόσφατη παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και την εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών της κυβέρνησης της Δεξιάς για σχεδόν μια δεκαετία, οδηγηθήκαμε σε περαιτέρω συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και σε όξυνση των εισοδηματικών και κοινωνικών ανισοτήτων, κάνοντας πιο διακριτή την κυριαρχία του κυπριακού και του ξένου μονοπωλιακού κεφαλαίου στην κυπριακή οικονομία. Οδηγηθήκαμε στο μαζικό κλείσιμο αρκετών μικρομεσαίων επιχειρήσεων για την διασφάλιση των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων.
Επομένως σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης το Κεφάλαιο, δεν οξύνει την εκμετάλλευση του μόνο απέναντι στους εργαζομένους. Την ίδια ώρα συντελείται η συγκέντρωση της παραγωγής σε ολοένα και πιο λίγα χέρια, σε επιχειρήσεις που λαμβάνουν τεράστιες διαστάσεις, έως πολυεθνικού χαρακτήρα. Με άλλα λόγια θύμα των καπιταλιστικών κρίσεων γίνεται η πλειοψηφία της κοινωνίας, αφού συντελείται και η συρρίκνωση της μεσαίας τάξης μέσα από τη σοβαρή μείωση των εισοδημάτων έως και τη φτωχοποίηση του μεγαλύτερου τμήματος της. Η Κύπρος της τελευταίας δεκαετίας μπορεί να επιβεβαιώσει τα πιο πάνω συμπεράσματα.
Πώς ορίζεται η μεσαία τάξη;
Τι ορίζουμε όμως μεσαία τάξη σε μια καπιταλιστική κοινωνία; Ο Φ. Ενγκελς στο Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος έδωσε τον εξής ορισμό για τις δύο βασικές τάξεις της καπιταλιστικής κοινωνίας: «Με τη λέξη αστική τάξη εννοούμε την τάξη των σύγχρονων καπιταλιστών, που είναι κάτοχοι των βασικών μέσων παραγωγής και που εκμεταλλεύονται τη μισθωτή εργασία. Με τη λέξη προλεταριάτο, εννοούμε την τάξη των σύγχρονων μισθωτών εργατών που, επειδή δεν κατέχουν καθόλου δικά τους μέσα παραγωγής, είναι αναγκασμένοι να πουλούν την εργατική τους δύναμη για να μπορούν να ζήσουν». Στις σημερινές συνθήκες ανάπτυξης του καπιταλισμού, του ιμπεριαλιστικού σταδίου, που η συγχώνευση του τραπεζιτικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό γέννησε το χρηματιστικό κεφάλαιο, στην εργατική τάξη δεν μπορούν να εντάσσονται μόνο οι εργάτες της βιομηχανίας, αλλά και οι υπάλληλοι στο εμπόριο, τις υπηρεσίες, τις τράπεζες, καθώς επίσης οι άνεργοι, οι χαμηλοσυνταξιούχοι, όπως και εργάτες στον αγροτικό τομέα που πουλούν τη εργατική τους δύναμη για να ζήσουν.
Η μεσαία τάξη, είναι ανάμεσα στις δυο βασικές τάξεις, χωρίς να έχει ενιαία σύνθεση. Είναι εκείνες οι μάζες που έχουν γνωρίσματα της αστικής τάξης αλλά και της εργατικής τάξης. Για παράδειγμα η μεσαία τάξη παρομοίως με την αστική, κατέχει μέσα παραγωγής, όμως πρόκειται για επιχειρήσεις μικρού μεγέθους. Έτσι, όπως και η αστική τάξη, οι μάζες αυτές έχουν την ευθύνη διεύθυνσης των επιχειρήσεων τους, όμως σε αντίθεση με την αστική τάξη, δεν μπορούν να μην συμμετέχουν και οι ίδιες στην παραγωγή για να επιβιώσουν. Επομένως, όπως και η εργατική τάξη, πουλά την εργατική της δύναμη, προφανώς όμως στον εαυτό της, παράλληλα με τη δυνατότητα να εργοδοτεί μισθωτούς υπαλλήλους, με μικρότερη μορφή εκμετάλλευσης.
Τα μονοπώλια, που στην ουσία είναι μεγάλες επιχειρήσεις που αποκτούν λόγω μεγέθους δεσπόζουσα θέση στην παγκόσμια αγορά, καθορίζουν όλα τα δεδομένα στα μέτρα τους, αξιοποιώντας και τα αστικά κράτη, οδηγούν σε όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ τους και των μικρότερων επιχειρήσεων για το μοίρασμα της αγοράς, με τις μικρότερες επιχειρήσεις εν τέλει να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν. Έτσι και η μεσαία τάξη, ειδικά σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης, στην πραγματικότητα είναι όμηρος του μεγάλου Κεφάλαιο και του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, βέβαια με διαφορετικό τρόπο και βαθμό εκμετάλλευσης από αυτόν που δέχεται η εργατική τάξη. Το μεγάλο Κεφάλαιο κάνει τα πάντα για την εφαρμογή πολιτικών διάσωσης της κερδοφορίας του όπως η φιλελευθεροποίηση ωραρίων, ευέλικτη απασχόληση και άλλα μέσα που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν οι μικρότερες επιχειρήσεις. Μέσα από αυτόν τον αθέμιτο ανταγωνισμό που εντείνεται σε περιόδους κρίσης διαλύεται η οικονομική δραστηριότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και κατ’ επέκταση συρρικνώνεται σημαντικά η κερδοφορία τους.
Βέβαια ανάμεσα στις μάζες που ανήκουν στην μεσαία τάξη, υπάρχουν διαφορές ως προς τις διαστάσεις των επιχειρήσεων, τον αριθμό των μισθωτών που εργοδοτούν, αλλά και στο εισόδημα που τελικά καρπώνονται ως ιδιοκτήτες. Αυτά τα εισοδήματα μπορεί να είναι στα ίδια σχεδόν επίπεδα με τους εργαζόμενους ή και να απέχουν σημαντικά. Σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης εκείνο το τμήμα της μεσαίας τάξης που εξοντώνεται από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, οδηγείται σε σοβαρή συρρίκνωση των εισοδημάτων του ή και στο κλείσιμο των επιχειρήσεων του. Αυτό το τμήμα, είτε προσεγγίζει τα επίπεδα εισοδημάτων και βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης, είτε ενσωματώνεται στην εργατική τάξη. Υπάρχει και ένα μικρό τμήμα της που συγκυριακά επωφελείται από την κρίση, αυξάνοντας την κερδοφορία του, κάτι που το οδηγεί μέχρι και στην ενσωμάτωση του στην αστική τάξη, ενώ σε περιόδους κρίσης λειτουργεί ως σύμμαχος της αστικής τάξης ενάντια στα λαϊκά και μεσαία στρώματα.
Ιδιαιτερότητα της Κύπρου
Η Κύπρος, ένεκα πολλών παραγόντων, όπως το μικρό μέγεθος της οικονομίας της που στηρίζεται κυρίως σε τομείς όπως ο τουρισμός, οι υπηρεσίες και το τραπεζικό σύστημα, η μικρού μεγέθους βιομηχανία της, η διαχρονική καθυστέρηση ως προς το στάδιο ανάπτυξης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής σε σχέση το επίπεδο ανάπτυξης στον υπόλοιπο κόσμο, η ύπαρξη ισχυρού πρωτογενή τομέα τις προηγούμενες δεκαετίες παρόλο που συρρικνώθηκε σημαντικά πλέον, σε συνδυασμό με την ομολογουμένως οικονομική ανάπτυξη που υπήρξε στην Κύπρο μετά το 1974, κατέστησαν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους αυτοτελώς εργαζόμενους τη ραχοκοκαλιά της κυπριακής οικονομίας. Παρόλα αυτά οι αρνητικές συνέπειες που έφερε και στην Κύπρο η κρίση του καπιταλισμού την τελευταία δεκαπενταετία, σε συνδυασμό με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της σημερινής κυβέρνησης, το φάσμα της φτωχοποίησης άγγιξε μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού και η κάποτε ευημερούσα μεσαία τάξη συρρικνώθηκε δραματικά.
Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι αυτά τα τμήματα της μεσαίας τάξης, ειδικά τα μικρομεσαία που είναι η πλειοψηφία της τάξης αυτής, σε Κύπρο αλλά και κάθε καπιταλιστική κοινωνία, είναι δυνητικοί σύμμαχοι της εργατικής τάξης στους οικονομικούς, πολιτικούς αγώνες που έχει να δώσει τόσο μέσα στα στενά πλαίσια του καπιταλισμού, όσο και γύρω από τον αγώνα για μια άλλη κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση, τη σοσιαλιστική. Είναι για αυτό που το ΑΚΕΛ έχει στις προτεραιότητες του την στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στις σημερινές συνθήκες, μέσα από μέτρα όπως την τεχνολογική αναβάθμισή τους, την κρατική χρηματοδότηση τους, την προστασία από τις εξοντωτικές πολιτικές των τραπεζών, την προστασία της επαγγελματικής στέγης και την κατάργηση της φιλελευθεροποίησης των ωραρίων των καταστημάτων.
Ανδρέας Σόλωνος
Μέλος Εκτελεστικού Συμβουλίου ΕΔΟΝ