Η εμπειρία των ιστορικών απεργιών για τα Τέμπη και οι ευθύνες των μαρξιστών-λενινιστών σήμερα.
Δέος και συγκίνηση προκάλεσαν οι ιστορικές συγκεντρώσεις που πραγματοποιήθηκαν σε Ελλάδα, Κύπρο και χώρες του εξωτερικού στις 28 Φεβρουαρίου 2025, για τη δεύτερη επέτειο από το έγκλημα στα Τέμπη, όπου 57 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Το έγκλημα στα Τέμπη όχι απλώς συντάραξε την ελληνική και κυπριακή κοινωνία αλλά ταυτόχρονα φανέρωσε ακόμη μια φορά τη σαπίλα του καπιταλιστικού συστήματος και την αδιαφορία του προς την ανθρώπινη ζωή, καθώς πριν από το δυστύχημα είχαν γίνει έγγραφες προειδοποιήσεις, κινητοποιήσεις και νομικές ενέργειες των εργαζομένων στο σιδηροδρομικό δίκτυο, όσον αφορά την υποστελέχωση, την ανεπαρκή συντήρηση και την έλλειψη ηλεκτρονικών συστημάτων ασφαλείας στους σιδηροδρόμους.
Δύο χρόνια μετά…
Η απεργία της 28ης Φεβρουαρίου χαρακτηρίστηκε ως ιστορική. Εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες όλων των ηλικιών ξεκίνησαν να συγκεντρώνονται από νωρίς το πρωί σε διάφορα σημεία στο κέντρο της Αθήνας, καθιστώντας το Σύνταγμα σχεδόν απροσπέλαστο πολύ πριν την προγραμματισμένη ώρα του συλλαλητηρίου.
Η αστυνομία εκτίμησε τον αριθμό των απεργών και διαδηλωτών σε περισσότερους από 170.000, ενώ όσοι βρέθηκαν στους δρόμους της Αθήνας έκαναν λόγο για κατ' ελάχιστον 500.000 συμμετέχοντες.
Σημειώνεται πως σε άλλες πόλεις της Ελλάδας και της Κύπρου οι συγκεντρώσεις χαρακτηρίστηκαν εξίσου από ιστορικά μαζική προσέλευση.
Οργή και αυθόρμητο
Η οργή του ελληνικού λαού για τις ευθύνες των αστικών κυβερνήσεων, ιδιαίτερα της Νέας Δημοκρατίας, και τη συγκάλυψη του εγκλήματος, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη και ευρύτερη κοινωνικοοικονομική και εργασιακή πραγματικότητα των τελευταίων ετών, είναι αυτά που κατέβασαν τις μάζες στους δρόμους και οδήγησαν στην εμφάνιση ενός αυθόρμητου κινήματος.
Ωστόσο, οι ευθύνες για το έγκλημα δεν περιορίζονται μόνο στις προσωπικές και πολιτικές ευθύνες της εκάστοτε κυβέρνησης αλλά έχουν τις ρίζες τους βαθιά στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα που στο βωμό του κέρδους, αδιαφορεί για την ανθρώπινη ζωή, όπως συνέβη και στην περίπτωση των Τεμπών.
Στην εποχή που η οργή των μαζών είτε διοχετεύεται σε ατομικά ξεσπάσματα απαξίωσης της πολιτικής, κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οδηγώντας στην αύξηση της αποχής από τον αγώνα για υπεράσπιση των ταξικών συμφερόντων τους είτε, πιο σπάνια, αποκτά αυθόρμητο και μαζικό ξέσπασμα γεννώντας αυθόρμητα κινήματα, προκύπτει το ερώτημα: ποια είναι η σημασία της καθοδήγησης για να ωριμάσουν οι συνθήκες και να αποκτήσουν τα κινήματα τον σωστό προσανατολισμό με ταξικά κριτήρια;
Τέτοια ζητήματα υψώνονταν και στην τσαρική Ρωσία προς τα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα, ανάμεσα στις δυνάμεις της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας, στις τότε συνθήκες. Η απάντηση ήρθε μέσα από το έργο του Λένιν «Τι να κάνουμε;», που αξιοποιώντας τον συνεπή μαρξιστικό φακό της διαλεκτικής ανάλυσης, κατέληξε σε κρίσιμα συμπεράσματα που ισχύουν μέχρι και σήμερα, για την εργατική τάξη και τον επαναστατικό της ρόλο.
Χρειάζεται επαναστατική θεωρία
Ο Λένιν, αναλύοντας τις σχέσεις ανάμεσα στον αυθόρμητο και συνειδήτο παράγοντα, ξεσκέπασε τις στρεβλές αντιλήψεις που υπήρχαν στο σοσιαδημοκρατικό κίνημα, οι οποίες ήθελαν την εργατική τάξη να έχει μόνο αυθόρμητο χαρακτήρα, λέγοντας πως η πορεία προς μια σοσιαλιστική επανάσταση θα ακολουθούσε τον δρόμο του αυθόρμητου. Οι απόψεις αυτές καταδίκαζαν το εργατικό κίνημα να περιορίζεται σε τοπικές συνδικαλιστικές μάχες, που δεν στηρίζονταν σε μια επαναστατική θεωρία.
Η άρνηση του ρόλου της συνειδητότητας στο εργατικό κίνημα, αποτελεί κατ’ επέκταση άρνηση της ανάγκης της εργατικής τάξης για ιδεολογικό-πολίτικη πάλη ενάντια στον καπιταλισμό, δηλαδή την εμπλοκή των μαζών με όλα τα θέματα πολιτικής που συμβαίνουν στη χώρα τους και σε όλο τον κόσμο.
Η ανάγκη ύπαρξης του κόμματος της εργατικής τάξης μπορεί να μεταβάλει την αυθόρμητη δράση σε συνειδητή πάλη και να συνδέσει την εργατική τάξη όλης χώρας.
Δάκρυα, ακριβώς σε αυτό το σημείο: «Ακόμη και οι πρωτόγονοι ξεσηκωμοί εκφράζανε σε ένα βαθμό το ξύπνημα της συνείδησης: οι εργάτες έχαναν την προαιώνια πίστη τους στο απαρασάλευτο του καθεστώτος, που τους συνέθλιβε, άρχιζαν… δεν θα έλεγα να καταλαβαίνουν, μα να νιώθουν την ανάγκη της συλλογικής αντίστασης και να εγκαταλείπουν αποφασιστικά τη δουλική υποταγή στους προϊσταμένους τους. Ωστόσο, όλα αυτά ήταν πολύ περισσότερο ξεσπάσματα απόγνωσης και εκδίκησης, παρά αγώνας» (Λένιν, Τι να κάνουμε;).
Αυτό που εξηγεί εδώ ο Λένιν, είναι ότι η συμμετοχή σε μια απεργία, αποτελεί μια αυθόρμητη ενέργεια του εργάτη, χωρίς να συνειδητοποιεί όμως την ανάγκη για οργανωμένη ταξική πάλη και ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος. Παρ’ όλα αυτά, δεν παύει να κάνει μια συνειδητή επιλογή για υπεράσπιση των δικαιωμάτων του και να είναι πρόθυμος να διεκδικήσει μια καλύτερη θέση στην καπιταλιστική κοινωνία, αντιδρώντας απέναντι στην αδικία που δέχεται από το αφεντικό του. Χαρακτηριστικά, ο Λένιν αναφέρει πως το αυθόρμητο είναι η εμβρυακή μορφή του συνειδητού.
Είναι απαραίτητο, λοιπόν, για την εργατική τάξη να μην περιορίζεται στη συντεχνιακή δράση αλλά μέσα από το κατάλληλο θεωρητικό πλαίσιο να διαμορφώσει επαναστατική συνείδηση, αποβάλλοντας μικροαστικές αντιλήψεις που καλούν σε ατομική τρομοκρατική δράση. Είναι ξεκάθαρο ότι αυτόνομες ατομικές δράσεις που καταφεύγουν συνήθως στην τρομοκρατία, είναι η υποτίμηση της επαναστατικής δράσης των μαζών.
Επίκαιρο και αναγκαίο σήμερα
Σήμερα, σε μια εποχή έντονης αποπολιτικοποίησης όπου η οργή των μαζών, όπως προαναφέραμε, εκφράζεται με ανοργάνωτο τρόπο στην κοινωνία, τα διδάγματα του Λένιν παραμένουν πιο επίκαιρα και αναγκαία από ποτέ.
Αποδεικνύεται ακόμη μια φορά η ιστορική ευθύνη των μαρξιστικών-λενινιστικών κομμάτων να βρεθούν μέσα στις μάζες και με τη δράση τους να καθοδηγήσουν και να οργανώσουν όλους τους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες της εργατικής τάξης. Οδηγώντας τον αυθορμητισμό των μαζών να αποκτήσει ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο, καταπολεμώντας την αποπολιτικοποίηση ή την ατομική βία που απλά εκτονώνουν τις μάζες προς όφελος των καταπιεστών τους, το «αυθόρμητο» θα αποκτήσει συγκροτημένο ταξικό προσανατολισμό.
Καλλής Αντούνας
Μέλος Κ.Σ. ΕΔΟΝ